«Δεν υπάρχει ζήτημα εμπλοκής« της Ελλάδας στη σύγκρουση Ισραήλ-Ιράν, δήλωσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Παύλος Μαρινάκης.
Πρόσθεσε ωστόσο ότι η κυβέρνηση παρακολουθεί τις εξελίξεις. «Ορατός κίνδυνος για την Ελλάδα δεν υπάρχει, αυτό δεν σημαίνει ότι η Ελλάδα δεν πρέπει να κάνει όσα πρέπει να κάνει ένα σοβαρό κράτος για να μην βρίσκεται σε φάση εφησυχασμού. Κίνδυνος εμπλοκής όμως, ούτε περίπτωση εμπλοκής, δεν υπάρχουν σε καμία περίπτωση» τόνισε ο υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργώ σε συνέντευξη που παρεχώρησε νωρίτερα το πρωί στο ραδιόφωνο του Real και τους δημοσιογράφους Ρίτσα Μπιζόγλη και Νίκο Ρογκάκο. του στον ραδιοφωνικό σταθμό Real fm.
Κληθείς να απαντήσει σχετικά με το αν η Ελλάδα είναι έτοιμη αμυντικά – στρατιωτικά, ο κ. Μαρινάκης απάντησε: «Η Ελλάδα, είναι στο ισχυρότερο διπλωματικό και αμυντικό σημείο που ήταν τις τελευταίες δεκαετίες και δεν το λέω εγώ αυτό επειδή είμαι ο Εκπρόσωπος της Κυβέρνησης, το λέει η πραγματικότητα. Η Ελλάδα, μαύρο πρόβατο μέχρι το ’19, έχει γίνει η χώρα που πρωταγωνίστησε στη συζήτηση για τις αμυντικές δαπάνες στην Ευρώπη και πέρασε η δική της πρόταση. Πρωταγωνίστησε στο Ταμείο Ανάκαμψης, εξοπλίστηκε όσο ποτέ, αυτά είναι αλήθεια».
Σε ό,τι αφορά στις δηλώσεις Χαφτάρ και το τουρκολιβυκό μνημόνιο ο Παύλος Μαρινάκης υπογράμμισε ότι «η Ελλάδα μετά από πάρα, πάρα πολύ καιρό προχωρά σε μια πολιτική, η οποία κατοχυρώνει τα κυριαρχικά δικαιώματα επί των θαλασσίων ζωνών στο πεδίο, όπως επιβάλλει το εθνικό συμφέρον» και επανέλαβε πως το τουρκολιβυκό μνημόνο είναι ανυπόστατο, παράνομο και άκυρο. Διευκρίνισε, πάντως, ότι η χώρα μας οφείλει να διατηρεί ανοιχτούς τους διαύλους επικοινωνίας και με τις δύο αντιμαχόμενες πλευρές στη χώρα της Βορείου Αφρικής.
Μαρινάκης για ΟΠΕΚΕΠΕ: «Θα εξαντλήσουμε κάθε νομική οδό ώστε τα λεφτά να πάνε σε αυτούς που πραγματικά τα έχουν ανάγκη»
Αναφερόμενος στο θέμα του ΟΠΕΚΕΠΕ, ο κ. Μαρινάκης αρχικά παρατήρησε ότι «το ζήτημα των αγροτικών επιδοτήσεων, οι οποίες μάλιστα προέρχονται κατά συντριπτική πλειονότητα από την Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι μια «αμαρτωλή» ιστορία για την Ευρώπη και δυστυχώς κατά πολύ μεγάλο ποσοστό, μεταξύ και άλλων χωρών, και για την Ελλάδα».
«Είναι μια υπόθεση που έχει κοστίσει δισεκατομμύρια στη χώρα για πάνω από 30 χρόνια. Δισεκατομμύρια, το τονίζω. Έχει πληρώσει η χώρα μας αυτά τα δισεκατομμύρια» σημείωσε.
Έδωσε δε τη διαβεβαίωση ότι η κυβέρνηση έχει το πολιτικό θάρρος να στείλει υποθέσεις στη Δικαιοσύνη, ακόμη και όταν εμπλέκονται δικά της στελέχη. Ωστόσο, συνέστησε ψυχραιμία, καθώς, όπως είπε, πρέπει όλοι να λάβουν γνώση της δικογραφίας.
«Εμείς, όπως το είδατε και σε άλλες υποθέσεις, έχουμε το πολιτικό θάρρος για να πάμε παρακάτω, να κάνουμε παραδοχές, να στείλουμε υποθέσεις στη Δικαιοσύνη -δικά μας στελέχη- όταν κρίνουμε ότι πρέπει να πάνε και να αξιολογηθούν απ’ τη Δικαιοσύνη. Δύο πρώην υπουργούς στείλαμε. Δεν σημαίνει ότι τους θεωρούμε ενόχους αλλά τους στείλαμε» υπενθύμισε ο κ. Μαρινάκης.
Ο κ. Μαρινάκης επανέλαβε πως το πρόβλημα με τις αγροτικές επιδοτήσεις είναι διαχρονικό και στη χώρα μας ξεκίνησε να παρατηρείται από τη δεκαετία του 1980 επί κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ, διευκρίνισε πως δεν είναι ελληνικό φαινόμενο και υπενθύμισε πως η κυβέρνηση έλαβε προ ολίγων εβδομάδων μία δραστική απόφαση με την απορρόφηση του ΟΠΕΚΕΠΕ από την ΑΑΔΕ. «Προφανώς, λοιπόν, θα ελεγχθούν, πρώτον, ποιοι δεν έκαναν καλά τη δουλειά τους, γιατί κάποιοι προφανώς υπέγραφαν αυτές τις επιδοτήσεις, υπηρεσιακοί και δεν έκαναν καλά τη δουλειά τους. Δεύτερον, ποιοι έκαναν ότι δεν έβλεπαν -πολύ σωστό αυτό που είπατε- δεν έκαναν, δεν έβλεπαν με αμέλεια; Ήταν κακοί υπάλληλοι; Ή με δόλο, ακόμα χειρότερο, δηλαδή σκοπίμως έκαναν ότι δεν έβλεπαν; Δεν υποτιμώ τη σοβαρότητα, είναι πολύ σοβαρή υπόθεση. Είναι μια υπόθεση που έχει κοστίσει δισεκατομμύρια στη χώρα για πάνω από 30 χρόνια. Δισεκατομμύρια, το τονίζω. Έχει πληρώσει η χώρα μας αυτά τα δισεκατομμύρια», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Μαρινάκης.
Διαβεβαίωσε δε ότι «θα εξαντλήσουμε κάθε νομική οδό ως κράτος, ως Πολιτεία, με τη συνδρομή προφανώς των μέσων που πρέπει να χρησιμοποιήσουμε στη Δικαιοσύνη, ούτως ώστε τα λεφτά αυτά να αναζητηθούν και το μεγαλύτερο μέρος αυτών, στο πλαίσιο του λογικού, του δυνατού και του νομικώς εφικτού, να επιστραφούν και να πάνε σε αυτούς που πραγματικά τα έχουν ανάγκη». Ενώ τόνισε ότι στο διοικητικό σκέλος θα προσφύγει η Ελλάδα για «να μην πληρώσει ο Έλληνας φορολογούμενος τη ζημιά, τη ζημιά πρέπει να την πληρώσουν αυτοί οι οποίοι τα πήραν και δεν έπρεπε να τα πάρουν».
Υπενθύμισε ότι ο Πρωθυπουργός αποφάσισε ο ΟΠΕΚΕΠΕ να πάει στην ΑΑΔΕ και από εδώ και στο εξής κάθε ευρώ να δίνεται αφού φιλτράρεται από μια ανεξάρτητη Αρχή. «Αυτό δεν σημαίνει ότι σβήνονται οι ευθύνες του «μέχρι σήμερα». Όπου, η όποια ποινική ευθύνη είναι ατομική, δεν συμψηφίζεται. Δεν σημαίνει δηλαδή ότι επειδή και τα προηγούμενα χρόνια γινόταν το ίδιο ίσως και χειρότερο, γιατί τότε δεν υπήρχε και η ευρωπαϊκή Εισαγγελία να το ελέγξει, άρα είναι μικρότερη η ευθύνη του «τώρα» ή του «πριν από εμάς». Η ποινική ευθύνη είναι ατομική» συμπλήρωσε.
Ως προς τη δικογραφία, εξήγησε πως «το ότι αναφέρεται ένα όνομα υπουργού, αυτό μπορεί να σημαίνει από κάτι πάρα πολύ απλό- μπορεί να αναφέρεται το όνομά του σε μια συνομιλία, σε μια κατάθεση, σε μια περιγραφή ενός γεγονότος- μέχρι κάτι πάρα πολύ σοβαρό. Το ότι ο τίτλος των αδικημάτων που ερευνώνται είναι και η απιστία και η απάτη δεν σημαίνει ότι για κάθε έναν που αναφέρεται σημαίνει ότι έχει διαπράξει αυτό το αδίκημα ή ελέγχεται για αυτό»
«Εδώ δεν μιλάμε από ό,τι φαίνεται για περιπτώσεις πολιτικών οι οποίοι πιάστηκαν με τη «γίδα στην πλάτη». Έτσι φαίνεται σύμφωνα με τις περιγραφές, το ξαναλέω, προσέχω τα λόγια μου με πολλές επιφυλάξεις, γιατί δεν έχω δει τη δικογραφία. Εδώ μιλάμε για ένα πολύ νοσηρό φαινόμενο, μιας διαπλοκής σε διάφορα επίπεδα -η Δικαιοσύνη θα βρει ποια είναι τα επίπεδα, κανείς δεν εξαιρείται από την έρευνα -, όπου κάποιοι έπαιρναν επιδοτήσεις που δεν έπρεπε να πάρουν» τόνισε και πρόσθεσε: «Προφανώς, λοιπόν, θα ελεγχθούν, πρώτον, ποιοι δεν έκαναν καλά τη δουλειά τους, γιατί κάποιοι προφανώς υπέγραφαν αυτές τις επιδοτήσεις, υπηρεσιακοί και δεν έκαναν καλά τη δουλειά τους. Δεύτερον, ποιοι έκαναν ότι δεν έβλεπαν, δεν έκαναν, δεν έβλεπαν με αμέλεια; Ήταν κακοί υπάλληλοι; Ή με δόλο, ακόμα χειρότερο, δηλαδή σκοπίμως έκαναν ότι δεν έβλεπαν;».
Σχετικά με τις αιτιάσεις της αντιπολίτευσης περί συμψηφισμού απάντησε: «Την διαχρονική διάσταση δεν τη βάζουμε για να συμψηφίσουμε, δεν τη βάζουμε για να επιτεθούμε στα κόμματα, δεν τη βάζουμε για να πούμε, «α, το ΠΑΣΟΚ ήταν πιο «διεφθαρμένο», α, γιατί το λέει». Δεν το λέμε γι΄ αυτό. Εάν δεν βάλεις τη διαχρονική διάσταση, κάνεις μια τρύπα στο νερό. Δεν είναι συμψηφισμός, είναι η ιστορική αλήθεια. Δεν μπορείς να εκπροσωπείς ένα κόμμα που έχει Υπουργό καταδικασμένο, μεταξύ άλλων Υπουργών που έχουν πάει φυλακή, για αγροτικές επιδοτήσεις και να κάνεις κηρύγματα ήθους, όταν επί των ημερών σου τη μία περίοδο ο ένας Υπουργός πήγε φυλακή και το 1996 - 2004 πλήρωσε η χώρα μας 800 εκατομμύρια ευρώ σε πρόστιμα».
Ερωτηθείς σχετικά με την πρόεδρο της Πλεύσης Ελευθερίας Ζωή Κωνσταντοπούλου ο κ. Μαρινάκης σημείωσε: «Εμείς και εγώ προσωπικά έχω πάρει μία απόφαση να τιμήσω την εμπιστοσύνη του Πρωθυπουργού και των ανθρώπων που εμπιστεύονται αυτήν την παράταξη, αλλά όχι μόνο την παράταξη και την Κυβέρνηση και όλων των πολιτών, που έχουμε χρέος να λέμε την αλήθεια και να υπηρετούμε ως Κυβέρνηση, όσο μας επιλέγουν οι πολίτες. Η κυρία Κωνσταντοπούλου μας συκοφάντησε και μας επετέθη όσο κανένας άλλος. Μας είπε δολοφόνους, μας είπε ότι συγκαλύπτουμε λαθρέμπορους και αποδεικνύεται ότι πολιτικά για να μην παρεξηγηθώ, είναι ο ορισμός της υποκρισίας. Μία γυναίκα πολιτικός, που παρουσιάζεται ως ιεροκήρυκας της προστασίας των γυναικείων δικαιωμάτων, των δικαιωμάτων των γυναικών, φαίνεται ότι στη συμπεριφορά της επέλεξε να έχει έναν πελάτη, αυτός που ήταν τέλος πάντων». Όσο για τις αντιδράσεις από τη δημοσιοποίηση από τον Υπουργό Δικαιοσύνης των ονομάτων των γυναικών που έχουν βιαστεί ο κυβερνητικός εκπρόσωπος σημείωσε: «Θα μου επιτρέψετε να πω ότι αυτό είναι μια ισοπέδωση προς τα κάτω και βάζουμε στο ίδιο ζύγι τον κ. Φλωρίδη και την κ. Κωνσταντοπούλου. Τα ονόματα αυτά ήταν γνωστά πολλά χρόνια πριν γιατί τα ίδια τα θύματα επέλεξαν να μιλήσουν. Το ένα σημείο είναι ότι επέλεξε (σ.σ η κ. Κωνσταντοπούλου), είναι υποχρέωση ενός δικηγόρου να κάνει τη δουλειά του και υποχρέωση κάθε κατηγορούμενου να έχει δικηγόρο. Προς θεού. Αλλά τους πελάτες μας μπορούμε και να τους επιλέγουμε».