«H μετάβαση στο πράσινο υδρογόνο δεν μπορεί να γίνεται με ευχολόγια και καθυστερήσεις» τόνισε ο ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ Σάκης Αρναούτουγλου σε ερώτηση προς την Κομισιόν σχετικά με το πράσινο υδρογόνο.
«Παρά το ότι η Ελλάδα διαθέτει πλούσιο δυναμικό σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και θα μπορούσε να αποτελέσει ενεργειακό κόμβο στην ευρύτερη περιοχή, η απουσία ουσιαστικής εθνικής στρατηγικής και το ελλιπές ρυθμιστικό πλαίσιο φρενάρουν κρίσιμες επενδύσεις και ακυρώνουν ευκαιρίες ανάπτυξης» αναφέρει ο κ. Αρναούτογλου.
«Η απάντηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής επιβεβαιώνει ότι, η Ελλάδα εντάσσεται μεν στον ευρωπαϊκό σχεδιασμό για το πράσινο υδρογόνο, με τη συμμετοχή της στο έργο κοινού ενδιαφέροντος για τη μεταφορά υδρογόνου. Ωστόσο, η πρόοδος βασίζεται κυρίως σε ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες, όπως η χρηματοδότηση ύψους 5,4 εκατ. ευρώ μέσω του Μηχανισμού ''Συνδέοντας την Ευρώπη'' (CEF) για μελέτες του ΔΕΣΦΑ.Το καθεστώς ΕΚΕ δίνει προτεραιότητα στο έργο, αλλά δεν αρκεί από μόνο του – απαιτούνται εθνικές νομοθετικές ρυθμίσεις, μεταρρυθμίσεις και διαδικασίες που καθυστερούν χαρακτηριστικά. Η χώρα οφείλει να ενσωματώσει την ευρωπαϊκή νομοθεσία για την ενέργεια από ΑΠΕ και το υδρογόνο μέχρι τον Μάιο του 2025 και τον Αύγουστο του 2026 αντίστοιχα – κάτι που μέχρι στιγμής παραμένει σε εκκρεμότητα».
Αρναούτογλου: Η πράσινη μετάβαση δεν περιμένει
Όπως τόνισε ο ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ, «η μετάβαση στο πράσινο υδρογόνο δεν μπορεί να γίνεται με ευχολόγια και καθυστερήσεις. Η Ελλάδα χρειάζεται μια φιλόδοξη, αλλά ρεαλιστική στρατηγική που θα συνδέει την παραγωγή, τη μεταφορά και την κατανάλωση πράσινου υδρογόνου, αξιοποιώντας πλήρως τα διαθέσιμα ευρωπαϊκά εργαλεία. Η σημερινή Κυβέρνηση, δυστυχώς, αδυνατεί να αξιοποιήσει ακόμα και τις έτοιμες ευκαιρίες που της προσφέρονται».
Ο κ. Αρναούτογλου καλεί την κυβέρνηση «να προχωρήσει άμεσα στη θεσμοθέτηση ενός λειτουργικού και επενδυτικά φιλικού πλαισίου για το υδρογόνο, να εντάξει ώριμα έργα στον ενεργειακό σχεδιασμό της χώρας και να διεκδικήσει ενεργά τους ευρωπαϊκούς πόρους που της αναλογούν. Η πράσινη μετάβαση δεν περιμένει. Οι πολίτες και οι επιχειρήσεις αξίζουν ένα καλύτερο ενεργειακό μέλλον».