Για την αβεβαιότητα που προκαλεί στις αγορές ο Τραμπ, το ευρώ και το διεθνές νομισματικό σύστημα, έγραψε σε άρθρο του στον Economist ο Γιάννης Στουρνάρας.
Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, στο άρθρο του με τίτλο «Το ευρώ, το δολάριο και το διεθνές νομισματικό σύστημα» ξεκινά με μία αναφορά στο τι έχει πυροδοτήσει στην αγορά η τακτική της κυβέρνησης Τραμπ.
«Η διακυβέρνηση Τραμπ έχει πυροδοτήσει αυξημένη αβεβαιότητα στο διεθνές νομισματικό σύστημα, γεγονός που δεν μπορούν πλέον να αγνοήσουν οι επενδυτές ανά τον κόσμο. Με τις ανακοινώσεις της που διαβρώνουν το ελεύθερο εμπόριο, διασαλεύουν τις παγκόσμιες συμμαχίες, υπονομεύουν την ανεξαρτησία της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ (Federal Reserve) και με την απειλή να χρησιμοποιήσει το δολάριο ως όπλο πολιτικής πίεσης, έχει εγείρει σε παγκόσμιο επίπεδο ερωτήματα για το αν το δολάριο εξακολουθεί να είναι μια ασφαλής επενδυτική επιλογή. Αυτό θα πρέπει να λειτουργήσει ως κάλεσμα αφύπνισης για τη ζώνη του ευρώ».
Στη συνέχεια ο διοικητής της ΤτΕ, αναφέρεται στη δυναμική που είχε κάποτε το αμερικανικό δολάριο και την ανεπιτυχή, όπως σημειώνει, προσπάθεια της Ευρώπης να καταστεί το Euro, «το αντίπαλο δέος» του αμερικανικού δολαρίου.
«Επί δεκαετίες το δολάριο κυριαρχούσε στο διεθνές νομισματικό σύστημα. Ήταν το κυρίαρχο νόμισμα στις παγκόσμιες εμπορικές συναλλαγές, χρησίμευε ως ασφαλές καταφύγιο σε περιόδους κρίσεων και αποτελούσε το αποθεματικό νόμισμα που προτιμούσαν οι κεντρικές τράπεζες σε όλο τον κόσμο. Αυτή η κυριαρχία προσέφερε στις ΗΠΑ τεράστια οικονομικά πλεονεκτήματα, επιτρέποντάς τους να έχουν ελλειμματικό εμπορικό ισοζύγιο και να χρηματοδοτούν τις καθαρές εισροές αγαθών και υπηρεσιών τυπώνοντας δολάρια. Χάρη στην ισχύ του νομίσματος, αυτά τα δολάρια επέστρεφαν στα δημόσια ταμεία των Ηνωμένων Πολιτειών, μειώνοντας το κόστος χρηματοδότησης των δημοσιονομικών ελλειμμάτων της χώρας» λέει και προσθέτει:
«Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, το ευρώ σχεδιάστηκε με τη φιλοδοξία να μην είναι απλώς ένα νόμισμα για τη ζώνη του ευρώ. Από την αρχική φάση της δημιουργίας του κατά τη δεκαετία του 1990, οι αρχιτέκτονες του ενιαίου νομίσματος οραματίστηκαν όχι μόνο μεγαλύτερη νομισματική σταθερότητα και οικονομική ενοποίηση εντός της Ευρώπης, αλλά και ένα νόμισμα που θα μπορούσε να ανταγωνιστεί το δολάριο στην παγκόσμια σκηνή. Ως προς τους δύο πρώτους στόχους, το ενιαίο νόμισμα αποδείχθηκε επιτυχές. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει εδραιώσει μία αξιόπιστη νομισματική πολιτική ακόμη και υπό δυσμενείς συνθήκες όπως οι χρηματοπιστωτικές κρίσεις, η πανδημία και ο πόλεμος στην Ουκρανία. Το κοινό νόμισμα εξάλειψε τόσο το άμεσο συναλλακτικό κόστος της μετατροπής από ένα εθνικό νόμισμα σε άλλο, όσο και τον συναλλαγματικό κίνδυνο μεταξύ των κρατών-μελών, και με αυτόν τον τρόπο ενίσχυσε τις διασυνοριακές συναλλαγές εντός της ζώνης του ευρώ. Αλλά η τρίτη επιδίωξη – να καταστεί το ευρώ το αντίπαλο δέος στο δολάριο – παραμένει ανεκπλήρωτη».
Στουρνάρας: Το ευρώ δεν μπορεί να αντικαταστήσει το δολάριο
Ο Γ. Στουρνάρας σχολίασε πως το δολάρια άντεξε σε περιόδους με πολέμους, υφέσεις και οικονομικές κρίσεις.
«Το νέο στοιχείο σήμερα είναι ότι αυτή η συνέχεια δείχνει να διαρρηγνύεται, δίνοντας την ευκαιρία σε κάποιο άλλο νόμισμα να αμφισβητήσει την παγκόσμια κυριαρχία του δολαρίου. Ένα σταθερό και αξιόπιστο εναλλακτικό νόμισμα αντί του δολαρίου θα μπορούσε να προσελκύσει επενδυτές από όλο τον κόσμο. Η δυνατότητα του κινεζικού γιουάν να επιτελέσει αυτό το ρόλο δεν ευνοείται από το πλέγμα αυστηρών κρατικών ελέγχων και περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων. Το γεγονός αυτό δημιουργεί για τη ζώνη του ευρώ μια σημαντική ευκαιρία, αλλά και μια σοβαρή πρόκληση».
Για το ευρώ σημειώνει ότι «δεν μπορεί να υποκαταστήσει το δολάριο από τη μια μέρα στην άλλη. Χρειάζεται στήριξη από μια ισχυρότερη, πιο ενοποιημένη και προσανατολισμένη στην ανάπτυξη οικονομία της ζώνης του ευρώ. Τα θεμέλια ήδη υπάρχουν. Οι ηγέτες της ευρωζώνης παραμένουν προσηλωμένοι στη σταθερότητα, την ελευθερία των αγορών, τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου».
Αναφερόμενος στην απόφαση της γερμανικής κυβέρνησης να χαλαρώσει τους δημοσιονομικούς κανόνες, είπε πως αυτό θα μπορούσε «να τροφοδοτήσει την οικονομική ανάπτυξη στη χώρα, με θετικές επιδράσεις σε ολόκληρη τη νομισματική ένωση»
Επίσης, σχολιάζοντας την απόφαση για τον επανεξοπλισμό της Ευρώπης, είπε πως αν αυτή «συνοδευθεί από επενδύσεις σε τεχνολογίες αιχμής, μπορεί δυνητικά να ενισχύσει όχι μόνο τη ζήτηση, αλλά και τη μακροπρόθεσμη παραγωγικότητα της ηπείρου μας».
Βασικό ζήτημα είναι να γίνουν «πιο εντατικές προσπάθειες για να ενισχύσουμε την ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης, βρίσκοντας τρόπους για να τονώσουμε την παραγωγικότητα, την καινοτομία και τις επενδύσεις και παράλληλα απλουστεύοντας περίπλοκους κανονισμούς που επιβαρύνουν την επιχειρηματικότητα» είπε και χαρακτήρισε θετικό το ότι η Ευρώπη έχει ξεκινήσει να υλοποιεί τις προτάσεις των Ενρίκο Λέτα και Μάριο Ντράγκι, για την προώθηση της ενιαίας αγοράς και την αύξηση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας της Ευρώπης. «Πρέπει να ολοκληρώσουμε αυτό το έργο εντός συγκεκριμένου χρονικού πλαισίου, ιδανικά μέσα σε δύο χρόνια» πρόσθεσε.
«Κάτι που είναι πολύ σημαντικό για την ενίσχυση της θέσης του ευρώ στο διεθνές νομισματικό σύστημα – η Ευρώπη μπορεί να αξιοποιήσει την εμπειρία από το πρόγραμμα Next Generation EU, το οποίο δημιουργήθηκε για να υποβοηθήσει την ανάκαμψη από την κρίση της πανδημίας COVID-19, προσφέροντας και ένα “κοινό ασφαλές περιουσιακό στοιχείο” – ένα οιονεί κρατικό ομόλογο σε πανευρωπαϊκό επίπεδο» σχολιάζει ακόμη στο άρθρο του.
Καταλήγοντας, ο Γ. Στουρνάρας τονίζει: «Καθώς ο ρόλος του δολαρίου αμφισβητείται διεθνώς ολοένα και περισσότερο, η Ευρώπη πρέπει να είναι έτοιμη να ανταποκριθεί στο αίτημα για ένα δυνατό εναλλακτικό νόμισμα. Ένα ισχυρότερο ευρώ στη διεθνή σκηνή όχι μόνο θα διεύρυνε τις επιλογές των επενδυτών, αλλά και θα συνέβαλλε στην εγκαθίδρυση μιας πιο σταθερής, πιο ισορροπημένης και πιο ανθεκτικής παγκόσμιας νομισματικής τάξης. Και για την Ευρώπη, θα ενίσχυε τη στρατηγική αυτονομία της. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες έχουν αποδείξει στο παρελθόν ότι σε περιόδους κρίσης μπορούν να αντιδράσουν με τόλμη. Για άλλη μια φορά καλούνται να αρθούν στο ύψος των περιστάσεων. Με αυτόν τον τρόπο μπορούν να συμβάλουν ώστε το ευρώ να μετατραπεί από επιτυχία στη ζώνη του ευρώ σε μια αξιόπιστη παγκόσμια σταθερά».