Τον ορίζοντα της ανάπτυξης στη μετά το Ταμείο Ανάκαμψης εποχή περιλαμβάνει ο Πολυετής Δημοσιονομικός Προγραμματισμός που παρουσιάστηκε στο Υπουργικό Συμβούλιο.
Η πρώτη ανάγνωση είναι ότι στο βασικό σενάριο, δηλαδή χωρίς πρόσθετες παρεμβάσεις που μπορεί να δώσουν ώθηση στην οικονομία, οι ρυθμοί ανάπτυξης θα επιβραδύνουν ως το 1,3% το 2029.
Ειδικότερα, σύμφωνα με το ΠΔΠ, η ελληνική οικονομία μεσοπρόθεσμα αναμένεται να διατηρήσει τη θετική δυναμική της και να συνεχίσει να μεγεθύνεται, παρά το ασταθές εξωτερικό περιβάλλον, τις μεταβαλλόμενες γεωπολιτικές συνθήκες και την ενίσχυση του προστατευτισμού σε παγκόσμιο επίπεδο, βασιζόμενη στα υγιή δημόσια οικονομικά, στη συνέχιση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και στην προώθηση παραγωγικών επενδύσεων στην πράσινη οικονομία και στην ψηφιακή μετάβαση, ενισχύοντας περαιτέρω τη δυνητική ανάπτυξη.
Το 2027, ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας με βάση τα δημοσιονομικά μέτρα που έχουν εφαρμοστεί ή ανακοινωθεί έως σήμερα και χωρίς να λαμβάνονται υπόψη πιθανές νέες παρεμβάσεις, αναμένεται να διαμορφωθεί σε 1,7%, παραμένοντας έτσι σε επίπεδα υψηλότερα από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης, που προβλέπεται να αναπτυχθεί με ρυθμό 1,4% το 2027, σύμφωνα με τις φθινοπωρινές προβλέψεις της ΕΕ, παρόλο που ολοκληρώνεται το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Αυτό αποτελεί σε μεγάλο βαθμό αποτέλεσμα αφενός του θετικού αντίκτυπου των μόνιμων δημοσιονομικών μέτρων της κυβέρνησης για την ενίσχυση των εισοδημάτων, αφετέρου της συνεχιζόμενης θετικής επίδρασης των επενδύσεων, οι οποίες θα εξακολουθήσουν να αυξάνονται κατά 4,1% έναντι του 2026. Το ΑΠΔΕ αναμένεται να συμβάλει στην επίτευξη της ανωτέρω πρόβλεψης, ανερχόμενο συνολικά (εθνικό και συγχρηματοδοτούμενο σκέλος) σε 9,95 δισ. ευρώ, αυξημένο κατά 450 εκατ. ευρώ ή 4,7% σε σχέση με το 2026.
Ως αποτέλεσμα των ανωτέρω κυβερνητικών παρεμβάσεων αλλά και της προβλεπόμενης αύξησης του κατώτατου μισθού με στόχο τη διαμόρφωσή του στα 950 ευρώ έως τον Απρίλιο του 2027, καθώς και των ευνοϊκών εξελίξεων στην αγορά εργασίας με την αύξηση της απασχόλησης, η ιδιωτική κατανάλωση αναμένεται να αυξηθεί κατά 1,6% το 2027.
Οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών το 2027 προβλέπεται να αυξηθούν κατά 4,4% και οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών κατά 2,6%, βελτιώνοντας το ισοζύγιο πληρωμών.
Την περίοδο 2028-2029 ο μέσος όρος μεγέθυνσης του ΑΕΠ, με βάση τα δημοσιονομικά μέτρα που έχουν εφαρμοστεί ή ανακοινωθεί έως σήμερα και χωρίς να λαμβάνονται υπόψη πιθανές νέες παρεμβάσεις, αναμένεται να διαμορφωθεί σε 1,5%.
Η αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης το έτος 2028 προβλέπεται σε 1,4% και το 2029 σε 1,2%, ενώ των επενδύσεων σε 0,9% και 0,8%, αντίστοιχα.
Το 2029 το ΑΠΔΕ (εθνικό και συγχρηματοδοτούμενο σκέλος) αναμένεται να ανέλθει στο ποσό των 11,75 δισ. ευρώ, αυξημένο κατά 23,7% σε σχέση με τα προβλεπόμενα ποσά του 2026 και κατά 9,3% αυξημένο σε σχέση με το 2028.
Οι αυξημένοι πόροι του ΑΠΔΕ αναμένεται να συνεχίσουν να συμβάλλουν στην περαιτέρω αναπτυξιακή πορεία της ελληνικής οικονομίας, η οποία θα αξιοποιεί και μετά το 2026 τα αποτελέσματα των μεταρρυθμίσεων που έχουν υλοποιηθεί και χρηματοδοτηθεί από το ΤΑΑ.
Η εκτίμηση του ρυθμού αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ στο Μεσοπρόθεσμο ανερχόταν σε 2,0% για το 2026, 1,5% για το 2027, 1,3% για το 2028 και 0,4% για το 2029. Πλέον, αυτές έχουν αναθεωρηθεί προς τα άνω σε 2,4% (+0,4%) για το 2026, 1,7% (+0,2%) για το 2027, 1,6% (+0,3%) για το 2028 και 1,3% (+0,9%) για το 2029.
Στην ανοδική αναθεώρηση έχουν συνεισφέρει τα μέτρα πολιτικής που ανακοινώθηκαν τόσο στη ΔΕΘ όσο και τον Απρίλιο του 2025 και βρίσκονται σε εφαρμογή, η διάθεση αυξημένων πόρων για το ΑΠΔΕ για τα επόμενα έτη σε σχέση με τις προβλέψεις του ΜΔΣ και η προώθηση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που αναβαθμίζουν τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές της ελληνικής οικονομίας.
Επιπλέον, οι εκτιμήσεις διαμορφώνονται με βάση τα δημοσιονομικά μέτρα που έχουν εφαρμοστεί ή ανακοινωθεί έως σήμερα και χωρίς να λαμβάνονται υπόψη πιθανές νέες παρεμβάσεις που ενδεχομένως επιδράσουν περαιτέρω θετικά στους ρυθμούς ανάπτυξης των ετών 2027-2029.
Υψηλά πλεονάσματα
Τα έτη 2026-2029 το δημοσιονομικό αποτέλεσμα εκτιμάται ότι θα είναι σχεδόν ισοσκελισμένο, σημαντικά υψηλότερο από την τιμή αναφοράς - 3% του ΑΕΠ του Συμφώνου Σταθερότητας. Το πρωτογενές αποτέλεσμα εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί στο +2,8% του ΑΕΠ για το 2026 και διατηρείται σταθερό στο +2,7% του ΑΕΠ για τα επόμενα έτη 2027-2029, τηρώντας τον εθνικό αριθμητικό κανόνα για τη δημοσιονομική θέση του πρωτογενούς ισοζυγίου της γενικής κυβέρνησης που πρέπει να είναι πλεονασματική.
Η σταθεροποίηση του πρωτογενούς αποτελέσματος στον μεσοπρόθεσμο ορίζοντα προκύπτει από την προβλεπόμενη σταθερή αναπτυξιακή δυναμική της ελληνικής οικονομίας, που οδηγεί στην ετήσια αύξηση των δημοσίων εσόδων σε ύψος που ισοσταθμίζει τη συνήθη ετήσια αύξηση των λειτουργικών δαπανών της γενικής κυβέρνησης, των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων, των συντάξεων και την κάλυψη λοιπών αναγκών και προτεραιοτήτων πολιτικής, όπως η άμυνα και οι επενδύσεις.
Τα έτη 2026-2029 το δημοσιονομικό αποτέλεσμα εκτιμάται ότι θα είναι σχεδόν ισοσκελισμένο, σημαντικά υψηλότερο από την τιμή αναφοράς -3% του ΑΕΠ του Συμφώνου Σταθερότητας.
Το πρωτογενές αποτέλεσμα εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί στο +2,8% του ΑΕΠ για το 2026 και διατηρείται σταθερό στο +2,7% του ΑΕΠ για τα επόμενα έτη 2027-2029, τηρώντας τον εθνικό αριθμητικό κανόνα για τη δημοσιονομική θέση του πρωτογενούς ισοζυγίου της γενικής κυβέρνησης που πρέπει να είναι πλεονασματική.
Η σταθεροποίηση του πρωτογενούς αποτελέσματος στον μεσοπρόθεσμο ορίζοντα προκύπτει από την προβλεπόμενη σταθερή αναπτυξιακή δυναμική της ελληνικής οικονομίας, που οδηγεί στην ετήσια αύξηση των δημοσίων εσόδων σε ύψος που ισοσταθμίζει τη συνήθη ετήσια αύξηση των λειτουργικών δαπανών της γενικής κυβέρνησης, των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων, των συντάξεων και την κάλυψη λοιπών αναγκών και προτεραιοτήτων πολιτικής, όπως η άμυνα και οι επενδύσεις.