Η ιχθυοκαλλιέργεια βρίσκεται στο επίκεντρο της νέας ευρωπαϊκής στρατηγικής για τη βιώσιμη διατροφή. Είναι ο ταχύτερα αναπτυσσόμενος κλάδος της πρωτογενούς παραγωγής παγκοσμίως, προσφέροντας υψηλής ποιότητας πρωτεΐνη με το μικρότερο περιβαλλοντικό αποτύπωμα. Την ίδια στιγμή, η Ελλάδα παραμένει πρωταγωνίστρια στην Ευρώπη: πρώτη σε παραγωγή τσιπούρας και λαβρακιού, με εξαγωγές σε πάνω από 40 χώρες.
Με την τριπλή ιδιότητα ως Πρόεδρος της Ομοσπονδίας Ευρωπαίων Ιχθυοκαλλιεργητών (FEAP), CEO των Ιχθυοτροφείων Κεφαλονιάς και μέλος της ΕΛΟΠΥ, η Λάρα Μπαράζι Γερουλάνου μιλά για τη στρατηγική σημασία του κλάδου, τη βιωσιμότητα ως ανταγωνιστικό πλεονέκτημα και τον ρόλο της Ελλάδας στην ευρωπαϊκή και παγκόσμια αγορά.
Γιατί θεωρείτε ότι η ιχθυοκαλλιέργεια είναι στρατηγικός τομέας για την Ευρώπη σήμερα;
Η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Από τη μία, αυξάνεται η ζήτηση για υγιεινά και βιώσιμα τρόφιμα. Από την άλλη, η ήπειρός μας εξαρτάται σε ποσοστό άνω του 70% από εισαγωγές αλιευτικών προϊόντων. Αυτό σημαίνει ότι, παρότι διαθέτουμε τη γνώση, την τεχνολογία και τα πρότυπα για υπεύθυνη παραγωγή, παραμένουμε ευάλωτοι στις διεθνείς αναταράξεις και στις διαταραχές της εφοδιαστικής αλυσίδας.
Η ιχθυοκαλλιέργεια είναι η πλέον ενδεικνυόμενη λύση αυτής της εξίσωσης. Είναι ο πιο αποδοτικός τρόπος παραγωγής ζωικής πρωτεΐνης, με χαμηλότερη κατανάλωση πόρων και μικρότερο ανθρακικό αποτύπωμα σε σχέση με κάθε άλλη μορφή κτηνοτροφίας. Παράγει φρέσκο, ασφαλές και ιχνηλάσιμο τρόφιμο, συμβάλλοντας στην επισιτιστική ασφάλεια και στην ανθεκτικότητα των κοινωνιών μας.
Αυτός είναι και ο λόγος που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, μέσα από την Πράσινη Συμφωνία και τη Στρατηγική «Από τη φάρμα στο πιρούνι», αναγνωρίζει πλέον την ιχθυοκαλλιέργεια ως πυλώνα του βιώσιμου διατροφικού συστήματος της Ευρώπης.
Ποια είναι η εικόνα του ευρωπαϊκού κλάδου σήμερα και ποια η συμβολή της FEAP;
Η FEAP ενώνει 26 εθνικές ενώσεις από 23 χώρες, εκπροσωπώντας χιλιάδες παραγωγούς που καλλιεργούν πάνω από 2,8 εκατομμύρια τόνους ψαριών τον χρόνο. Η αποστολή μας είναι να αποτελούμε τη συλλογική φωνή αυτών των παραγωγών, να συνεργαζόμαστε με τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα και να διαμορφώνουμε πολιτικές που ενισχύουν τη βιωσιμότητα, την καινοτομία και την ανταγωνιστικότητα του τομέα.
Η πρόκληση σήμερα δεν είναι μόνο να αυξήσουμε την παραγωγή, αλλά να το κάνουμε με τρόπο υπεύθυνο και τεκμηριωμένο. Οι κοινωνίες ζητούν διαφάνεια: θέλουν να γνωρίζουν όχι μόνο τι παράγουμε, αλλά και πώς. Γι’ αυτό και η FEAP επενδύει στη μετρήσιμη βιωσιμότητα μέσω αναλύσεων κύκλου ζωής, τεχνολογιών ιχνηλασιμότητας και προτύπων που επιτρέπουν στους καταναλωτές να εμπιστεύονται τα ευρωπαϊκά προϊόντα.
Ποιο είναι το ευρωπαϊκό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα απέναντι στις εισαγωγές;
Στην Ευρώπη βασιζόμαστε σε ένα τρίπτυχο ποιότητας, διαφάνειας και επιστημονικού κύρους. Οι ευρωπαίοι παραγωγοί λειτουργούν με τα πιο αυστηρά περιβαλλοντικά και κοινωνικά πρότυπα παγκοσμίως: από τη διαχείριση των υδάτων και την ευζωία των ψαριών έως τα εργασιακά δικαιώματα και τη χρήση βιώσιμων πρώτων υλών.
Η Ευρώπη δεν μπορεί ούτε πρέπει να ανταγωνιστεί το χαμηλό κόστος τρίτων χωρών. Μπορεί, όμως, να ηγηθεί με το πλεονέκτημα της καινοτομίας, της αξιοπιστίας και της βιωσιμότητας. Και αυτό ήδη συμβαίνει: οι ευρωπαϊκές εταιρείες πρωτοπορούν στις εναλλακτικές ιχθυοτροφές, στη μείωση της εξάρτησης από ιχθυάλευρα και ιχθυέλαια, στη χρήση πιστοποιημένων φυτικών και θαλάσσιων πρώτων υλών και στη μετάβαση προς την κυκλική οικονομία.
Η Ελλάδα έχει συχνά χαρακτηριστεί ως «γενέτειρα» της μεσογειακής ιχθυοκαλλιέργειας. Ποια είναι σήμερα η θέση της στη διεθνή σκηνή;
Η Ελλάδα παραμένει σημείο αναφοράς στην Ευρώπη. Παράγει πάνω από 124.000 τόνους ψαριών ετησίως, κατέχει την πρώτη θέση στην Ε.Ε. σε παραγωγή τσιπούρας και λαβρακιού, και εξάγει το 80% της παραγωγής της σε περισσότερες από 40 χώρες. Πρόκειται για έναν εξαγωγικό κλάδο με κύκλο εργασιών άνω των 650 εκατομμυρίων ευρώ, που δημιουργεί πάνω από 12.000 θέσεις εργασίας, κυρίως σε περιοχές της ελληνικής περιφέρειας χωρίς άλλες προοπτικές απασχόλησης.
Για να το θέσουμε και διαφορετικά, η ιχθυοκαλλιέργεια κρατά ζωντανές τις τοπικές κοινωνίες, δημιουργεί σταθερά εισοδήματα, ενισχύει το εμπόριο και στηρίζει πλήθος συμπληρωματικών δραστηριοτήτων, από τη μεταφορά και τις συσκευασίες έως την έρευνα και την τεχνολογία.
Επιπλέον, η Ελλάδα διαθέτει ισχυρή επιστημονική βάση: πανεπιστήμια, ερευνητικά κέντρα και φορείς όπως το ΕΛΚΕΘΕ που συμβάλλουν στην τεκμηριωμένη περιβαλλοντική διαχείριση. Αυτό το υπόβαθρο καθιστά τη χώρα μας παγκόσμιο πρότυπο συνδυασμού επιχειρηματικότητας και επιστήμης.
Πώς συνδέεται η βιωσιμότητα με την οικονομική ανάπτυξη του κλάδου;
Το βιώσιμο υδάτινο περιβάλλον είναι απαραίτητη προϋπόθεση για υγιή ανάπτυξη της ιχθυοκαλλιέργειας. Επομένως, η βιωσιμότητα είναι αναγκαίο συστατικό για όλον τον κλάδο. Οι καταναλωτές ζητούν προϊόντα με ξεκάθαρη προέλευση, χαμηλό αποτύπωμα και υψηλή ποιότητα. Οι επενδυτές αναζητούν επιχειρήσεις που τηρούν περιβαλλοντικά, κοινωνικά και εταιρικής διακυβέρνησης (ESG) πρότυπα. Και οι αγορές ανταμείβουν αυτούς που λειτουργούν με υπευθυνότητα.
Η ελληνική εμπειρία το αποδεικνύει. Οι εταιρείες που πρωτοστατούν στη βιώσιμη παραγωγή, με πιστοποιήσεις, ιχνηλασιμότητα και συνεργασία με επιστημονικούς φορείς, βλέπουν αύξηση της αξίας των εξαγωγών τους και ενίσχυση της διεθνούς εμπιστοσύνης.
Ποιο θεωρείτε το μεγαλύτερο στοίχημα για τον ευρωπαϊκό και τον ελληνικό κλάδο τα επόμενα χρόνια;
Το μεγαλύτερο στοίχημα για την ευρωπαϊκή και την ελληνική ιχθυοκαλλιέργεια τα επόμενα χρόνια είναι να συνδυάσουμε ανάπτυξη με αποδεδειγμένη βιωσιμότητα.
Χρειαζόμαστε:
- Σταθερό κανονιστικό πλαίσιο στην Ευρώπη
- Επενδύσεις στην τεχνολογία και την ευζωία
- Προσέλκυση νέων ανθρώπων στον κλάδο
- Και σχέση εμπιστοσύνης με την κοινωνία
Για την Ελλάδα ειδικά, το στοίχημα είναι να μεταβούμε από το «παράγουμε και εξάγουμε προϊόν» στο «παράγουμε αξία και ταυτότητα», ένα προϊόν που μιλάει για τον τόπο, τη θάλασσα και τον τρόπο που φροντίζουμε αυτό που παράγουμε.
Χρειαζόμαστε ένα σταθερό και προβλέψιμο θεσμικό πλαίσιο που θα επιτρέπει την επέκταση βιώσιμων μονάδων, θα μειώνει τη γραφειοκρατία και θα ενθαρρύνει τις επενδύσεις.
Εξίσου σημαντική είναι η επικοινωνία με την κοινωνία. Πρέπει να εξηγήσουμε με απλό αλλά τεκμηριωμένο τρόπο τι είναι η ιχθυοκαλλιέργεια, πώς λειτουργεί και γιατί αποτελεί βασικό κομμάτι της γαλάζιας οικονομίας. Όταν ο διάλογος βασίζεται στην επιστήμη και στη διαφάνεια, χτίζεται εμπιστοσύνη και χωρίς εμπιστοσύνη δεν υπάρχει ανάπτυξη.
Με ποιον τρόπο ο συνδυασμός της ευρωπαϊκής στρατηγικής και των ελληνικών δυνατοτήτων διαμορφώνει το όραμά σας για το μέλλον της υδατοκαλλιέργειας;
Θέλουμε μία Ευρώπη που στηρίζει ενεργά την παραγωγή τροφής υψηλής ποιότητας, με σεβασμό στο περιβάλλον και στις τοπικές κοινωνίες, και μια Ελλάδα που πρωταγωνιστεί σε αυτή την προσπάθειας ως πρότυπο καινοτομίας, υπευθυνότητας και εξωστρέφειας.
Πρόκειται για ένα όραμα που βασίζεται στη συνέργεια μεταξύ των ευρωπαϊκών πολιτικών και των μοναδικών πλεονεκτημάτων που διαθέτει η Ελλάδα. Η Ευρώπη έχει ήδη αναπτύξει σαφείς μηχανισμούς, στρατηγικές και εργαλεία που προωθούν τη βιωσιμότητα, την καινοτομία και την πράσινη ανάπτυξη στην ιχθυοκαλλιέργεια. Αυτά τα εργαλεία, σε συνδυασμό με τη γνώση, την εμπειρία και το πάθος που χαρακτηρίζουν τον ελληνικό κλάδο, μπορούν να δημιουργήσουν ένα νέο, δυναμικό μοντέλο ανάπτυξης. Η Ελλάδα διαθέτει ιδανικό φυσικό περιβάλλον, εξαιρετικά υδάτινα οικοσυστήματα και ανθρώπινο δυναμικό με τεχνογνωσία και διεθνή αναγνώριση. Μέσα από τη συνεργασία ευρωπαϊκών θεσμών, εθνικών πολιτικών, ερευνητικών φορέων και των ίδιων των παραγωγών, μπορούμε να χτίσουμε μια πιο ανθεκτική, βιώσιμη και εξωστρεφή ευρωπαϊκή ιχθυοκαλλιέργεια. Μόνο έτσι μπορούμε να διαμορφώσουμε ένα βιώσιμο μέλλον για την ιχθυοκαλλιέργεια, που θα ανταποκρίνεται στις ανάγκες της κοινωνίας και στις προκλήσεις της εποχής μας.