Τουλάχιστον 250.000 ακίνητα, εν προκειμένω κατοικίες, λείπουν αυτήν τη στιγμή από την αγορά και αυτή ακριβώς είναι η ρίζα του κακού, η αιτία της στεγαστικής κρίσης.
Επί της ουσίας, μιλάμε για ανισορροπία μεταξύ προσφοράς- ζήτησης, με ό,τι συνεπάγεται αυτό τόσο για τις ζητούμενες τιμές πώλησης παλιών και νέων ακινήτων, όσο και για τις τιμές των ενοικίων.
Νέα ακίνητα
Υπάρχει προοπτική να καλυφθεί γρήγορα αυτό το “κενό”, με αύξηση της οικοδομικής δραστηριότητας; Δυστυχώς τα μαντάτα δεν είναι ευχάριστα. Τα τελευταία στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ έδειξαν “φρενάρισμα” των νέων οικοδομικών αδειών, που μόνο εν μέρει μπορεί να αποδοθεί στην αναστάτωση με τον Νέο Οικοδομικό Κανονισμό. Στο δια ταύτα, οι νέες άδειες στην αρχή της χρονιάς ήταν μειωμένες πανελλαδικά κατά 17,3% και ειδικά στην Αττική κατά 22,9%. Συν τοις άλλοις, αυξάνεται διαρκώς το κόστος των οικοδομικών υλικών. Πλαστικά, αλουμίνια, τούβλα, σκυρόδεμα, τσιμέντο, μάρμαρα, καταγράφουν αυξήσεις από 3,5% ως 8,4%. Αποτέλεσμα; αφενός ανεβαίνει και η τελική τιμή του ακινήτου, αφετέρου γίνεται πιο δαπανηρή η ανακαίνιση των παλαιότερων ακινήτων, στα οποία ποντάρει η κυβέρνηση για να αμβλύνει την κρίση στέγης. Υπολογίζεται ότι είναι γύρω στα 550- 600 χιλιάδες τα “κλειστά” διαμερίσματα.
Λίαν διαφωτιστικός και ο Δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών στις Κατασκευές, του ΙΟΒΕ. Τον Απρίλιο διαμορφώθηκε στις 162,4 μονάδες (από 167,8 μον. τον Μάρτιο), σε επίπεδο έντονα υψηλότερο από το αντίστοιχο περυσινό (137,6 μονάδες). Ωστόσο, αυτή η μεταβολή αυτή ήταν αποτέλεσμα της ενίσχυσης των προσδοκιών για δημόσια έργα, ενώ αντιθέτως εξασθένισαν οι προσδοκίες στις Ιδιωτικές κατασκευές.
Αύξηση τιμών στα παλαιότερα
Και κάπως, έτσι αυτός ο φαύλος κύκλος ανατροφοδοτείται, απορροφώντας και τα οφέλη από τις παρεμβάσεις στο πεδίο της ζήτησης, όπως το “Σπίτι μου 2”. Η ανταπόκριση, ως ήταν αναμενόμενο, είναι μεγάλη και πάνω από 6.000 έχουν υπαχθεί στο πρόγραμμα. Ωστόσο, από την ημέρα που ανακοινώθηκε το πρόγραμμα, οι τιμές των παλαιότερων ακινήτων που καλύπτουν τις προδιαγραφές του (τουλάχιστον 15ετίας), “τρέχουν” με μεγαλύτερη ταχύτητα από το σύνολο της αγοράς.
Σύμφωνα με την έρευνα της Redataset), στο κέντρο της Αθήνας η αύξηση ήταν 1,7% στο τετράμηνο Δεκέμβριος- Μάρτιος για τα ακίνητα που καλύπτουν το “Σπίτι μου 2” έναντι 1,5% του συνόλου, στον Πειραιά 2,2% έναντι 0,8%, στην Α. Αττική 3,1% έναντι 1,6%, στα Β. Προάστια 2,5% έναντι 1,8%, στα Ν. Προάστια 1,4% έναντι 0,9% και μόνο στα Δ. Προάστια η εικόνα ήταν αντίστροφη (2,4% έναντι 3,6%).
«Τρέχουν» τα ενοίκια
Το κόστος αγοράς ενός ακινήτου- παλιού ή νεόδμητου- και της εξυπηρέτησης των αντίστοιχων στεγαστικών δανείων είναι η μια πλευρά του νομίσματος. Η άλλη πλευρά, αφορά σε όσους μισθώνουν κατοικία ή σκέπτονται να μισθώσουν. Και για να μην ξεχνιόμαστε, τα τελευταία στοιχεία της Eurostat έδειξαν ότι το ποσοστό ιδιοκατοίκησης φθίνει σταθερά, άρα ανεβαίνει το ποσοστό των ενοικιαστών. Το 2010, δηλαδή μπαίνοντας στο τούνελ της οικονομικής κρίσης, το ποσοστό ιδιοκατοίκησης ήταν 77,2%. Οι μετρήσεις για το 2024 δείχνουν ότι έχει περιοριστεί στο 69,7%.
Για την ταχύτητα αύξησης των ενοικίων, πλέον και τα επίσημα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ δίνουν διψήφια ποσοστά (10,8% τον Απρίλιο) συγκριτικά με πέρσι, αλλά αν λάβει κανείς υπόψιν το μέσο ύψος ενοικίου, που δηλώνεται στην εφορία (255 ευρώ), μπορεί να υποθέσει βάσιμα ότι οι πραγματικές αυξήσεις, στα πραγματικά και καταβαλλόμενα ενοίκια, είναι πολύ υψηλότερες.
Και κάπως φτάνουμε στις μετρήσεις της Eurostat, που δείχνουν ότι η Ελλάδα έχει το υψηλότερο ποσοστό στην Ευρώπη (28,5%) των νοικοκυριών, που το κόστος στέγασης ξεπερνά το 40% του διαθέσιμου εισοδήματος, έναντι 8,8% του μέσου κοινοτικού όρου.