Μετά πολλών επαίνων, κυρίως για τις δημοσιονομικές επιδόσεις, κοινοποιήθηκε στην Αθήνα από την Κομισιόν η αξιολόγηση πεπραγμένων, όπως προβλέπει η διαδικασία του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου για όλα τα κράτη-μέλη.
Στο δημοσιονομικό πεδίο, πέρα από το «πράσινο φως» για την ενεργοποίηση της ρήτρας διαφυγής για τις αμυντικές δαπάνες και τον πρόσθετο «χώρο» των περίπου 600 εκατ. ευρώ για νέες φοροελαφρύνσεις, αυτό που ξεχωρίζει είναι ότι η Ελλάδα κατάφερε να πετύχει πλεόνασμα Γενικής Κυβέρνησης νωρίτερα από το αναμενόμενο και μάλιστα της τάξης του 1,3%.
Αποτέλεσμα; Η περαιτέρω μείωση του χρέους στο 153,6% του ΑΕΠ στο τέλος της περασμένης χρονιάς και η πρόβλεψη για υποχώρησή του στο 145,7% στο τέλος του 2025.
Οι καλές δημοσιονομικές επιδόσεις -και μέσω εσόδων από φοροδιαφυγή- είναι, άλλωστε, αυτές που επέτρεψαν τις υψηλότερες δαπάνες από το 2025 και μετά, χωρίς να επηρεάζεται το δημοσιονομικό μονοπάτι των επόμενων ετών.
Όπως αναφέρει η Έκθεση της Επιτροπής, σε αυτό το πλαίσιο εντάσσονται η επιστροφή ενοικίου, η καταβολή μόνιμης ενίσχυσης 250 ευρώ σε χαμηλοσυνταξιούχους και η ενίσχυση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων με 500 εκατομμύρια ευρώ.
Οι προκλήσεις
Είναι όλα ρόδινα; Προφανώς όχι. Όπως σημειώνει η Κομισιόν, η Ελλάδα πρέπει να πατήσει «γκάζι» στο πεδίο των μεταρρυθμίσεων και να αντιμετωπίσει μια σειρά προκλήσεων. Ποιες είναι αυτές;
Ο λόγος του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ μειώθηκε και πάλι σημαντικά το 2024, αλλά παρά τις συνεχείς μειώσεις παραμένει ο υψηλότερος στην ΕΕ. Τα δημοσιονομικά πλεονάσματα σε συνδυασμό με την αύξηση του ΑΕΠ αναμένεται να εξασφαλίσουν τη συνεχή μείωση του χρέους.
Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών αυξήθηκε οριακά το 2024, πολύ πάνω από το προ της πανδημίας επίπεδό του, και αναμένεται να παραμείνει αμετάβλητο σε υψηλά επίπεδα φέτος και το επόμενο έτος.
Η καθαρή διεθνής επενδυτική θέση βελτιώθηκε περαιτέρω το 2024, αν και παραμένει η πιο αρνητική στην ΕΕ, και δεν αναμένεται να βελτιωθεί περαιτέρω, ουσιαστικά, λόγω των μεγάλων ελλειμμάτων του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.
Η αγορά εργασίας συνεχίζει να βελτιώνεται - η ανεργία μειώνεται, αλλά παραμένει υψηλή.
Το απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων στους ισολογισμούς των τραπεζών μειώθηκε περαιτέρω το 2024, αλλά η επίλυση των μη εξυπηρετούμενων δανείων που βρίσκονται στην κατοχή των διαχειριστών παραμένει υποτονική, συνεχίζοντας να επιβαρύνει τους ισολογισμούς των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών.
Απαιτείται μεγαλύτερη προσπάθεια στη μάχη κατά της φοροδιαφυγής, με στόχευση σε συγκεκριμένους κλάδους, ενώ απαιτούνται περισσότερα και για την αύξηση της αποτελεσματικότητας του δημόσιου τομέα.
Παραμένει το «αγκάθι» του χρόνου που απαιτείται ως την εκδίκαση υποθέσεων ενώπιον των ποινικών, αστικών και διοικητικών δικαστηρίων.
Η Ελλάδα παραμένει εν πολλοίς εξαρτημένη από τα ορυκτά καύσιμα, παρά τη διείσδυση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, ενώ είναι ιδιαιτέρως εκτεθειμένη στην κλιματική αλλαγή και στα ακραία καιρικά φαινόμενα.