Με ορατές τις δασμολογικές πιέσεις στην Ευρώπη, η Ελλάδα βρίσκει στηρίγματα στους παραδοσιακούς της κλάδους. Τρόφιμα και μέταλλα οδηγούν την ενίσχυση τα ανταγωνιστικότητα των εξαγωγών και οι ελληνικές εξαγωγές συνεχίζουν ανοδικά παρά τη διεθνή αστάθεια.
Σύμφωνα με το νέο τεύχος «Τάσεις του Επιχειρείν» της Διεύθυνσης Οικονομικής Ανάλυσης της Εθνικής Τράπεζας οι ελληνικές εξαγωγές αγαθών (εκτός πετρελαίου) αναμένεται να κλείσουν το 2025 με άνοδο 2% σε πραγματικούς όρους, αντιστρέφοντας την πτώση 0,8% του 2024 και παρά τη δύσκολη συγκυρία (γεωπολιτική αστάθεια, δασμοί, ανατίμηση ευρώ).
Παράλληλα όμως, όπως σημειώνουν οι αναλυτές της ΕΤΕ, το 2025 είναι έτος δύο ταχυτήτων. Το 1ο εξάμηνο ευνοείται από την τάση συγκέντρωσης αποθεμάτων, ενώ το 2ο εξάμηνο επιβραδύνεται υπό το βάρος της εξισορρόπησης και κινείται σε επίπεδα αντίστοιχα με την περσινή περίοδο.
Ειδικότερα, η χώρα κατέγραψε ισχυρή άνοδο 3,9% κατά το 1ο εξάμηνο του έτους, καταλαμβάνοντας την 5η υψηλότερη εξαγωγική επίδοση στην Ευρώπη, με κορυφαίες επιδόσεις (top10) σε 5 από τους 10 ευρείς κλάδους. Ως αποτέλεσμα, το μερίδιο της ελληνικής βιομηχανίας έναντι των Ευρωπαίων ανταγωνιστών της αυξήθηκε στο 0,6% (από 0,4% το 2015) – άνοδος τόσο σημαντική που σε ορίζοντα δεκαετίας προσέθεσε 4,1 δις ευρώ στις φετινές εξαγωγές της χώρας.
Πίσω από αυτή την ισχυρή επίδοση του 1ου εξαμήνου 2025 εν πολλοίς βρίσκονται οι δύο παραδοσιακοί πυλώνες των ελληνικών εξαγωγών: τρόφιμα και μέταλλα.
Ειδικότερα: Τα τρόφιμα κατέγραψαν άνοδο 10%, επιβεβαιώνοντας την ανταγωνιστικότητα προϊόντων όπως ελαιόλαδο, γαλακτοκομικά και φρούτα.
Τα μέταλλα σημείωσαν αύξηση 7%, διατηρώντας τη δυναμική τους τόσο εντός όσο και εκτός ΕΕ (ιδίως σε ΗΠΑ, Ηνωμένο Βασίλειο και Νορβηγία), ενώ ο κλάδος ενισχύει σταθερά το μερίδιό του στις ευρωπαϊκές εξαγωγές, φτάνοντας το 1,1% το 2025 (από 0,9% το 2011).
Εμβαθύνοντας στη διαχρονική πορεία του μεριδίου των ελληνικών προϊόντων στο ευρωπαϊκό καλάθι εξαγωγών, η ενίσχυση της ελληνικής θέσης κατά το 1ο εξάμηνο του 2025 γίνεται ακόμα πιο εντυπωσιακή και αποκτά στρατηγικό χαρακτήρα, σημειώνεται στη μελέτη της ΕΤΕ.
Ειδικότερα, το ελληνικό μερίδιο ενισχύθηκε κατά σχεδόν 0,10 ποσοστιαίες μονάδες την τελευταία δεκαετία (από 0,44% την περίοδο 2015-2018 σε 0,53% την περίοδο 2019-2024), ενώ η φετινή θετική απόδοση εκτιμάται ότι θα προσθέσει άλλες 0,04 ποσοστιαίες μονάδες.
Μάλιστα η ενίσχυση ήταν παράλληλη για τις εξαγωγές εντός και εκτός EΕ (με ανοδική τάση σε όλη τη δεκαετία), υπογραμμίζοντας την ευρεία βάση της ανόδου.
Ειδικότερα, οι ελληνικές εξαγωγές κάλυψαν i)το 0,62% των ευρωπαϊκών εξαγωγών σε αγορές εντός ΕΕ και ii)το 0,50% των ευρωπαϊκών εξαγωγών σε αγορές εκτός ΕΕ (από 0,47% και 0,40% αντίστοιχα πριν μια δεκαετία).
Σε κλαδικό επίπεδο, η στήριξη των δύο παραδοσιακών εξαγωγικών πυλώνων επιβεβαιώνεται και σε όρους μεριδίου στην Ευρώπη. Ειδικότερα, η ενίσχυση μεριδίου την τελευταία δεκαετία, που έδωσε ώθηση της τάξης των €4,1 δισ στις εξαγωγές σε ονομαστικούς όρους (συγκριτικά με το σενάριο διατήρησης του μεριδίου στο επίπεδο του 2015), προέκυψε σε μεγάλο βαθμό από τους κλάδους
i) των τροφίμων (+0,29 ποσοστιαίες μονάδες, ενώ πετυχαίνουν το υψηλότερο μερίδιο μεταξύ των βασικών κλάδων της τάξης του 1,5% στις ευρωπαϊκές εξαγωγές)
ii) των μετάλλων (+0,23 ποσοστιαίες μονάδες) – με την τάση να φαίνεται να συνεχίζεται και στο 2ο εξάμηνο του έτους.
Λοιποί κλάδοι επίσης ενίσχυσαν τη θέση τους αλλά σε μικρότερο βαθμό (+0,10 ποσοστιαίες μονάδες έναντι του 2015).
Η δυναμική αυτή της τελευταίας 10ετίας δεν δείχνει να χάνει το καύσιμο της στην τρέχουσα συγκυρία, αφού το 1ο εξάμηνο του έτους το μερίδιο των ελληνικών προϊόντων στις ευρωπαϊκές εξαγωγές αυξήθηκε σε 0,56%από 0,55%την αντίστοιχη περίοδο του 2024.
Σημαντική στήριξη στην επίδοση αυτή προσέφεραν τα τρόφιμα, από τα οποία ξεχωρίζουν:
- το ελαιόλαδο που ανέβασε το μερίδιο του σε 10% από 7% των εξαγωγών ΕΕ (και διατήρησε το ίδιο επίπεδο μεριδίου και τον Ιούλιο), και
- το γιαούρτι που κάλυψε 19% των ευρωπαϊκών εξαγωγών το 1ο εξάμηνο του 2025 (21% τον Ιούλιο) από 15% το 2024, με τη Δυτική Ευρώπη να απορροφά 95% των εξαγωγών
Σε ότι αφορά τον κλάδο των μετάλλων αποτελεί έναν από τους βασικούς πυλώνες στήριξης των ελληνικών εξαγωγών της τελευταία περίοδο. Διατηρεί ισχυρό μερίδιο στις ευρωπαϊκές εξαγωγές σε όλο τον ορίζοντα της τελευταίας 15έτιας 2ο μεγαλύτερο μεταξύ των βασικών κλάδων, μετά τα τρόφιμα), της τάξης του 0,88% κ.μ.ο. (έναντι 0,43% σε λοιπούς κλάδους), το οποίο μάλιστα βελτιώνεται διαχρονικά. Η επιτυχημένη αυτή πορεία εκτιμάται ότι θα επιτρέψει στις εξαγωγές μετάλλων να πλησιάσουν τα €6 δις το 2025 (σε τιμές 2024), συνεισφέροντας περίπου 17% των ελληνικών εξαγωγών και μάλιστα με άνοδο σε προορισμούς τόσο εντός όσο και εκτός ΕΕ (κυρίως ΗΠΑ, ΗΒ και Νορβηγία).
Συνεπώς φαίνεται πως τα ελληνικά μέταλλα καταφέρνουν να παραμείνουν ανταγωνιστικά σε ένα δύσκολο διεθνές περιβάλλον, ενώ είναι από τους κλάδους που βρίσκονται στο επίκεντρο της πίεσης, καθώς πλήττονται από:
- έντονη δασμολογική πίεση από τις ΗΠΑ, που για τα μέταλλα έχει ξεκινήσει από νωρίς (δασμοί σε αλουμίνιο και χάλυβα 25% από τον Μάρτιο 2025 και 50% τον Ιούνιο, έναντι 50% για το χαλκό από τον Αύγουστο),
- έντονες διακυμάνσεις ζήτησης κυρίως λόγω εξάρτησης από έργα – με χαρακτηριστικό παράδειγμα την απώλεια στήριξης από Μέση Ανατολή το 1ο εξάμηνο 2025, από ⅘ της ανόδου το 2ο εξάμηνο 2024 (κυρίως σωλήνες πιθανώς για ενεργειακά έργα), και
- πίεση κόστους λόγω της ενεργοβόρου φύσης του κλάδου (η οποία έχει ήδη κινητοποιήσει αρμόδιους φορείς στην ΕΕ να επιδιώξουν τη στήριξή του).
Συνεπώς, ενώ η Ελλάδα είναι μία χώρα με μικρή παραγωγική βάση, κατορθώνει να είναι ανταγωνιστική σε έναν κλάδο ισχυρών παικτών, έργων μεγάλης κλίμακας και στρατηγικής σημασίας για την ΕΕ.