Πίσω από τη λάμψη των προσφορών κρύβεται μια περίπλοκη οικονομία μικροπιστώσεων, επιμέρους περιορισμών και εξαντλητικής διαχείρισης που, για πολλούς, απαιτεί την πειθαρχία ενός λογιστή.
Η εποχή που μια πιστωτική κάρτα ήταν απλώς ένα μέσο συναλλαγής έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί. Σήμερα, για μια αυξανόμενη μερίδα καταναλωτών, η χρήση των premium καρτών ανταμοιβών έχει εξελιχθεί σε κάτι που μοιάζει περισσότερο με μερική απασχόληση παρά με διευκόλυνση.
Οι τράπεζες και οι εκδότες καρτών διαφημίζουν έναν κόσμο προνομίων: πρόσβαση σε lounge αεροδρομίων, δωρεάν διαμονές, αποκλειστικά δείπνα και εξατομικευμένες υπηρεσίες concierge. Όμως πίσω από τη λάμψη των προσφορών κρύβεται μια περίπλοκη οικονομία μικροπιστώσεων, επιμέρους περιορισμών και εξαντλητικής διαχείρισης που, για πολλούς, απαιτεί την πειθαρχία ενός λογιστή και την υπομονή ενός παίκτη στρατηγικής.
Ζώντας με 14 πιστωτικές κάρτες
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, ζευγάρια όπως ο Έρικ και η Σαρλίν Μέι παραδέχονται μιλώντας στην WSJ ότι έχουν μετατρέψει τη χρήση των καρτών τους σε επιστήμη. Με ένα σύνολο 14 πιστωτικών καρτών και ετήσια τέλη περίπου 2.600 δολάρια, συντηρούν ένα πολύχρωμο υπολογιστικό φύλλο στο Google Sheets, όπου καταγράφουν πόντους, επιστροφές, bonus και πιστώσεις για φαγητό ή ταξίδια.
Κάθε έξοδος, από ένα δείπνο στη Νέα Υόρκη μέχρι μια διαδρομή με Uber, γίνεται αντικείμενο προσεκτικής καταχώρησης, προκειμένου να εξασφαλίσουν ότι το ισοζύγιο γέρνει υπέρ τους. Ο απολογισμός δείχνει ότι λαμβάνουν περίπου 900 δολάρια περισσότερα σε προνόμια απ’ όσα πληρώνουν σε τέλη — ένα αποτέλεσμα που όμως απαιτεί ατελείωτες ώρες παρακολούθησης, ελέγχου και μαθηματικών υπολογισμών.
Ένα παιχνίδι λογιστικών δεξιοτήτων
Η άνοδος των ετήσιων τελών έχει αναγκάσει τις τράπεζες να επινοήσουν πιο πολύπλοκους μηχανισμούς ανταμοιβών. Αντί να αυξάνουν απλώς τα ποσοστά επιστροφής ή τους πολλαπλασιαστές πόντων, προσφέρουν συγκεκριμένες πιστώσεις με εμπόρους: 50 δολάρια τον μήνα για Uber, 75 δολάρια το τρίμηνο για αγορές σε συγκεκριμένα brands, 100 δολάρια ετησίως για υπηρεσίες streaming ή εγγραφές γυμναστηρίων.
Αυτές οι προσφορές κοστίζουν λιγότερο στις τράπεζες, καθώς πολλοί καταναλωτές δεν τις αξιοποιούν, αλλά δημιουργούν την ψευδαίσθηση γενναιοδωρίας. Το αποτέλεσμα είναι ένα σύστημα που μοιάζει περισσότερο με κουπόνια παρά με ανταμοιβές.
Τα στατιστικά είναι αποκαλυπτικά: από τα 40 δισεκατομμύρια δολάρια που οι Αμερικανοί κατόχοι καρτών κέρδισαν σε rewards το 2022, περισσότερα από 33 δισεκατομμύρια έμειναν αχρησιμοποίητα, σύμφωνα με την Υπηρεσία Προστασίας Οικονομικών Καταναλωτών. Δηλαδή πάνω από το 80% των «κερδών» αυτών των προγραμμάτων επιστρέφει έμμεσα στα ιδρύματα που τα προσφέρουν.
Παρά ταύτα, η εμμονή με τα προνόμια εντείνεται. Ο Έρικ Μέι, κάθε φορά που χρειάζεται να παραγγείλει ταξί, συμβουλεύεται τη λίστα του για να επιλέξει ποια κάρτα έχει διαθέσιμο credit για Uber. Μερικές από τις κάρτες του καλύπτουν μόνο διαδρομές, άλλες μόνο παραγγελίες φαγητού μέσω Uber Eats, ενώ μία, αν θυμάται σωστά, ισχύει αποκλειστικά για διαδρομές προς αεροδρόμια. Αυτή η ατέρμονη πολυπλοκότητα έχει μετατρέψει τη χρήση μιας κάρτας σε παιχνίδι δεξιοτήτων, όπου ο κερδισμένος είναι εκείνος που θυμάται όλους τους κανόνες.
Η εικόνα δεν είναι μεμονωμένη. Ο μέσος Αμερικανός διαθέτει επτά πιστωτικές κάρτες και χρησιμοποιεί περίπου τέσσερις. Οι κάτοχοι καρτών με ετήσια τέλη άνω των 250 δολαρίων αποτελούν λιγότερο από το 15% του συνόλου, όμως είναι αυτοί που αποτελούν το πιο προσοδοφόρο κοινό για τις τράπεζες.
Τα τελευταία χρόνια, οι χρεώσεις εκτοξεύθηκαν: η American Express αύξησε το ετήσιο τέλος της Platinum κάρτας κατά 29%, στα 895 δολάρια, ενώ η JPMorgan Chase ανέβασε το κόστος της Sapphire Reserve κατά 45%, στα 795 δολάρια. Για να δικαιολογηθούν οι αυξήσεις, οι εταιρείες προσθέτουν νέα «προνόμια» — από εκπτώσεις σε εφαρμογές streaming μέχρι πιστώσεις για εστιατόρια που λειτουργούν μόνο σε συγκεκριμένες πόλεις.
Για ορισμένους, το παιχνίδι αυτό δεν αξίζει πλέον τον κόπο. Η Ρέιτσελ Μπερκ, μια 28χρονη μάνατζερ τιμολόγησης στο Σικάγο, και ο σύζυγός της αποφάσισαν να περιορίσουν τις δεκατέσσερις κάρτες τους, για τις οποίες πλήρωναν σχεδόν 4.000 δολάρια ετησίως σε τέλη. «Παλιά μπορούσαμε να πούμε “ίσως βγούμε κερδισμένοι, ίσως όχι”, αλλά τώρα έχει γίνει υπερβολικά ακριβό», εξηγεί.
Το νέο τους σχέδιο είναι απλό: χρησιμοποιούν μόνο τις κάρτες που ταιριάζουν πραγματικά στις συνήθειές τους. Αν μια προσφορά αφορά ένα κατάστημα στο οποίο δεν ψωνίζουν ή μια συνδρομή που δεν χρειάζονται, την αγνοούν. Από την Amex Platinum των 895 δολαρίων, περιμένει να αποκομίσει περί τα 1.300 δολάρια σε προνόμια — πολύ λιγότερα από τα 3.500 που διαφημίζει η εταιρεία. Το παράδειγμά της είναι ενδεικτικό: όσο πιο περίπλοκες γίνονται οι παροχές, τόσο περισσότερο μειώνεται η πραγματική τους αξία.
Ισχυρότερη από τη λογική
Κι όμως, η ψυχολογία των ανταμοιβών παραμένει ισχυρότερη από τη λογική. Ο Έρικ και η Σαρλίν Μέι παραδέχονται ότι τα υψηλά τέλη τούς ωθούν να αξιοποιούν κάθε δυνατή πίστωση. Όταν διαπίστωσαν ότι δεν χρησιμοποιούσαν πλήρως το benefit για συνδρομές ψυχαγωγίας, κάλυψαν το Audible του αδερφού της Σαρλίν. Όταν ο Έρικ χρειάστηκε καινούργια ρούχα, αγόρασε από το Lululemon για να ενεργοποιήσει το τρίμηνο credit των 75 δολαρίων. Στο μυαλό του, η επόμενη αναβάθμιση είναι ήδη στο τραπέζι: η περίφημη Amex Centurion, γνωστή ως Black Card, με ετήσιο κόστος 5.000 δολάρια. «Αν υπήρχε κάτι ανάμεσα στην Platinum και τη Black, θα πλήρωνα ακόμη περισσότερα», δηλώνει.
Το φαινόμενο αυτό αποκαλύπτει μια βαθύτερη μετατόπιση: οι πιστωτικές κάρτες δεν είναι πια εργαλείο δανεισμού, αλλά μέσο αυτοεπιβεβαίωσης. Η συλλογή πόντων και προνομίων υποκαθιστά την οικονομική ασφάλεια, ενώ η αίσθηση του «ανήκειν» σε μια κατηγορία προνομιούχων μετατρέπεται σε σύγχρονο status symbol. Οι τράπεζες γνωρίζουν ότι οι περισσότεροι πελάτες δεν θα εξαντλήσουν ποτέ τις προσφορές τους· όμως αρκεί η υπόσχεση της δυνατότητας για να συντηρείται η ψευδαίσθηση κέρδους.
Στον πυρήνα του, το σύστημα των rewards είναι μια μικρογραφία της σύγχρονης οικονομίας της προσοχής: οι καταναλωτές αφιερώνουν ώρες σε λογιστικά φύλλα, ειδοποιήσεις και στρατηγικές, για να εξοικονομήσουν λίγα δολάρια, ενώ οι εκδότες καρτών επωφελούνται από την αδράνεια των υπολοίπων. Έτσι, το πραγματικό τίμημα μιας premium κάρτας δεν είναι το τριψήφιο τέλος, αλλά ο χρόνος, η ενέργεια και η εμμονή που απαιτεί για να αποδείξει κανείς πως δεν πετά τα λεφτά του. Στο τέλος, το spreadsheet ίσως να είναι η πιο ειλικρινής μεταφορά για τη σχέση μας με το χρήμα: ένας πίνακας όπου η αξία μετριέται όχι σε δολάρια, αλλά σε λεπτά ζωής.