Η Έκθεση Προόδου, που έφυγε από την Αθήνα για τις Βρυξέλλες, έριξε φως και στις τελευταίες λεπτομέρειες του σχεδιασμού του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών.
Ανατρέχοντας κανείς στις 128 σελίδες, βρίσκει τον δρόμο που κρύβει παγίδες, αλλά μπορεί να οδηγήσει σε νέα μέτρα στήριξης που ξεπερνούν τα 2,9 δισ ευρώ σε βάθος τριετίας.
Το βασικό σενάριο για την ελληνική οικονομία
Το πρώτο, κρίσιμο στοιχείο είναι ότι το οικονομικό επιτελείο επιμένει ότι η ελληνική οικονομία μπορεί να “τρέξει” με την προβλεπόμενη ταχύτητα, παρά τις αβεβαιότητες στην παγκόσμια σκακιέρα. Ενώ, λοιπόν, η ΕΚΤ αναθεώρησε τις προβλέψεις της για την ανάπτυξη της Ευρωζώνης στο 0,9% από το 1,1%, που προέβλεπε μόλις τον περασμένο Δεκέμβριο, το ΥΠΕΘΟ επιμένει ότι ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας θα παραμείνει σταθερός στο 2,3% (σύμφωνα με τις προβλέψεις του Μεσοπρόθεσμου), με μια σημαντική μεταφερόμενη επίδραση 1,2 π.μ. από το 2024, που θα αμβλύνει τον αντίκτυπο της παγκόσμιας εμπορικής αβεβαιότητας.
Σύμφωνα με το ΥΠΕΘΟ, οι επενδύσεις θα αποτελέσουν τον κύριο μοχλό ανάπτυξης, με τον ακαθάριστο σχηματισμό πάγιου κεφαλαίου να αυξάνεται κατά 8,4% και να προσθέτει 1,4 π.μ. στην πραγματική παραγωγή. Η επέκταση αυτή αναμένεται να προέλθει από την επιτάχυνση των δαπανών του ΠΔΕ και του Ταμείου Ανάκαμψης, την αναμενόμενη περαιτέρω χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής και τη βελτίωση του οικονομικού κλίματος μετά την αναβάθμιση της οικονομίας σε επενδυτική βαθμίδα από όλους τους μεγάλους οίκους αξιολόγησης.
Οι κίνδυνοι
Υπάρχουν ρίσκα; Προφανώς. Οι κίνδυνοι για τις προβλέψεις αναδύονται κυρίως λόγω της αυξημένης εμπορικής αβεβαιότητας που απορρέει από τις δασμολογικές πολιτικές των ΗΠΑ. Τα μέτρα αυτά θα μπορούσαν δυνητικά να επιβραδύνουν την παγκόσμια οικονομική δραστηριότητα
μέσω της μείωσης του παγκόσμιου εμπορίου και των επενδυτικών ροών, ενώ παράλληλα θα σφίγγουν τις παγκόσμιες χρηματοπιστωτικές συνθήκες.
Επιπλέον, οι κίνδυνοι που συνδέονται με τις φυσικές καταστροφές θα μπορούσαν να επιδεινώσουν περαιτέρω τις καθοδικές πιέσεις στην ανάπτυξη.
Από την άλλη πλευρά, η πρόβλεψη μπορεί να ωφεληθεί από ισχυρότερα από τα αναμενόμενα αποτελέσματα που απορρέουν από την αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας, την περαιτέρω αποκλιμάκωση των επιτοκίων, καθώς και από την επιτυχή εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων
πολιτικής και των επενδύσεων που περιλαμβάνονται στο ελληνικό Σχέδιο Ανάκαμψης.
Ο «κουμπαράς»
Το δεύτερο, βασικό στοιχείο του ελληνικού σχεδίου, είναι η διασφάλιση υψηλών πλεονασμάτων, εξασφαλίζοντας έτσι ηρεμία εν μέσω έντονων αναταράξεων στις αγορές, την περαιτέρω μείωση του Χρέους αλλά και “χώρο” για τις ελαφρύνσεις των επόμενων ετών.
Μετά το 4,8% του 2024, για το 2025, αναμένεται να επιτευχθεί ένα βιώσιμο και ισχυρό πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του 3,2% του ΑΕΠ, με βάση τη σταθερή αναπτυξιακή πορεία της οικονομίας. Το συνολικό δημοσιονομικό ισοζύγιο εκτιμάται ότι θα καταγράψει οριακό πλεόνασμα +0,1% του ΑΕΠ, παραμένοντας σημαντικά πάνω από την τιμή αναφοράς της Συνθήκης -3% του ΑΕΠ.
Πώς προκύπτει το νέο υπερπλεόνασμα; Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του ΥΠΕΘΟ, η βελτίωση του πρωτογενούς πλεονάσματος (+0,7 π.μ.) αποδίδεται κυρίως στη θετική μεταφερόμενη επίδραση της είσπραξης φόρων και εισφορών κοινωνικής ασφάλισης. Κι αυτό το «μαξιλάρι» ήδη κατευθύνεται σε παρεμβάσεις, που αυξάνουν τις δαπάνες κυρίως για δημόσια επενδυτικά έργα υποδομής αλλά και για κοινωνικές μεταβιβάσεις ήτοι τις επιστροφές ενοικίου, την ενίσχυση στους συνταξιούχους, αλλά και τα επιδόματα επικινδυνότητας στους ένστολους και την απαλλαγή από τη φαρμακευτική δαπάνη για χαμηλοσυνταξιούχους (με κριτήρια ανάλογα του ΕΚΑΣ), που έχουν ανακοινωθεί αλλά δεν έχουν πάρει σάρκα και οστά.
Και κάπως έτσι φτάνουμε στον “κουμπαρά” για τα επόμενα έτη. Όπως αποκαλύπτεται στην Έκθεση Προόδου, το 2024 αντί οι δαπάνες να «τρέξουν» με 2,6%, όπως ήταν η «οροφή» που είχε θέσει η Κομισιόν, μειώθηκαν κατά 0,3%. Πώς έγινε αυτό το… μαγικό; Κατ’ αρχάς, από τα μέτρα για τη φοροδιαφυγή που η ίδια η Κομισιόν “μέτρησε” ότι έχουν μόνιμο όφελος 2 δισ ευρώ άρα «ισοφαρίζουν» αντίστοιχες δαπάνες, καθώς κι από εξοικονόμηση άλλων κρατικών δαπανών. Τι σημαίνει πρακτικά αυτή η διαφορά; Ότι το 2024 δημιουργήθηκε ένας «κουμπαράς»
περίπου 2,9 δισ ευρώ, που μπορεί να αξιοποιηθεί ως το 2028.
Ήδη, για το 2025 έχουν εξαγγελθεί πρόσθετες παρεμβάσεις περίπου 1,3 δισ ευρώ, για το 2026 έχει “κλειδώσει” άλλο 1 δισ ευρώ (έτσι δεν παραβιάζονται οι ετήσιες «οροφές» δαπανών), ενώ για το 2027 απομένουν τουλάχιστον άλλα 600 εκ ευρώ. Γιατί “τουλάχιστον”; Κατ’ αρχάς, υπάρχουν ακόμα “ουρές” από τα μέτρα κατά της φοροδιαφυγής, που μπορούν να αποδώσουν τουλάχιστον 200- 300 εκ ευρώ ακόμα. Η πιο γενναία “ένεση” σε αυτόν τον “κουμπαρά” μπορεί να γίνει, όμως, από την εξαίρεση αμυντικών δαπανών. Ήδη το ΥΠΕΘΟ περιμένει 100 εκατ. ευρώ για φέτος και άλλα 500 εκ για το 2026, ανεβάζοντας έτσι τον λογαριασμό του “κουμπαρά” πάνω από τα 3,5 δισ ευρώ ως το 2027- 2028.