Νέες Ταινίες: Το δέντρο της ζωής κι οι φονιάδες της Αργεντινής

Ο Terence Malick σου τρίβει στη μούρη τη βιρτουζιτέ του με το χρυσοφοινικομένο Δέντρο της Ζωής και τα καβλάκια του Marcos Efron σου παίρνουν τ’ αυτιά με τις τσιρίδες τους στο Και Ξαφνικά Σκοτάδι.

Πιτσιρίκι ψάχνει τη διαδρομή της ενηλικίωσής του ανάμεσα στη σκληράδα του πατέρα του και την τρυφερότητα της μητέρας του, αλλά η ζωή δεν είναι παρά μια πορδή στο απέραντο μεγαλείο του σύμπαντος, σου λέει ο Terrence Malick στο ακραιφνώς ιμπρεσιονιστικό παραλλήρημα υψηλής αισθητικής που δίχασε ακραία τις Κάνες, όταν έκανε τα αποκαλυπτήριά του πριν μιάμιση βδομάδα μπροστά σε κριτικούς που το περίμεναν εδώ κι ενάμιση χρόνο σαν το Άγιο Δισκοπότηρο του σινεμά. Διχασμός λογικός, δεδομένου του μεγέθους των προσδοκιών που είχε χτίσει η προσμονή αφ’ ενός, και απ’ την άλλη ταιριαστός με μια ταινία που προσπαθεί να παντρέψει τον θρησκειακό μηδενισμό με την θρησκοληπτική λατρεία του μεγαλείου του κόσμου που μας περιβάλει και της αδιασαφήνιστης σοφίας που τον κυβερνά. Η ιστορία μιας οικογένειας στις μεσοδυτικές πολιτείας των ΗΠΑ στη δεκαετία των ‘50s και ο ξαφνικός θάνατος ενός απ’ τους γιούς της, γίνεται ο κανβάς πάνω στον οποίο θα συνθέσει την δική του παραβολή για την απώλεια, ένας σκηνοθέτης που απ’ την αρχή της καριέρας του πασχίζει να αναδείξει την εικόνα ως το απόλυτο αφηγηματικό εργαλείο του σινεμά, κόντρα στην πλοκή με τη μυθιστορηματική καταγωγή.

Μπλέκοντας κατακερματισμένες σκηνές σε μια διαισθητική υπαρξιακή αναζήτηση που πιάνει τα πράγματα απ’ την αρχή του Χρόνου και τα φτάνει μέχρι τη χώρα του Επέκεινα, ο Malick τραβά ευθείες αναφορές στη φιλμογραφία του Kubrick και το εικονικότερο των δημιουργημάτων του, το 2001: Η Οδύσσεια του Διαστήματος, για να κορυφώσει τη διαδρομή του σε ένα σινεμά που δεν το παρακολουθείς τόσο, όσο το νιώθεις --κι άμα καις και καμιά φούντα, ακόμα καλύτερα. Το τι νιώθεις, είναι ένα άλλο θέμα, με τον Malick να σου τρίβει στη μούρη και τις θεοκεντρικές αφετηρίες του εκτός απ’ τις εικονοπλαστικές του ικανότητες. Όμως η θέση του για την αναγωγή της πατρικής φιγούρας σε ύψος θεϊκής οντότητας, οι συμβουλές της οποίας παίρνουν το βάρος Ευαγγελίου (κομπλέ με την αυστηρότητα και την αποτομάρα που απαιτεί οποιοδήποτε σύνολο κανόνων για μια αποτελεσματική ζωή), έχουν ένα κάποιο ενδιαφέρον, έστω κι αν το καμουφλάρισμα της απλοϊκότητάς του με τριζάτα γυαλιστερές εικόνες διαδημιστικών και ντοκιμαντέρ, και τόνους φλου αρτιστίκ μεγαλοσχημοσύνης, κάνουν το σύνολο ελαφρά ανυπόφορο. Το μεγαλύτερο φάουλ έρχεται στον αχταρμά του φινάλε, όταν ο Malick αποφασίζει ν’ απεικονίσει ρεαλιστικά τα μεταφυσικά και κυριολεκτικά τα μεταφορικά, μπλέκοντας αναστάσεις και μετά θάνατον καθάρσεις, σε ένα υστερικό θρησκευτικό τριπάκι που αποκαλύπτει όχι μόνο την δικαιολογημένη άγνοια του σκηνοθέτη μπροστά στα ερωτήματα που θέτει, αλλά δυστυχώς και την απροθυμία του να την παραδεχτεί φιλότιμα, αντί να σου πουλάει φλύαρες φιγούρες ευγλωττίας, χωρίς να ξέρει τι ακριβώς λέει.

Απ’ την άλλη, ακριβώς αυτό που θέλει λέει ο Marcos Efron, με την ιστορία καβλοράπανων που πάνε Αργεντινή για ξέφρενες διακοπές ακολασίας και η μια τους καταλήγει στα δίχτυα σαδιστικής μαστροπίας. Ξαναπιάνοντας το μέτριο ομότιτλο βρετανικό θρίλερ του 1970, ο Efron προσπαθεί να βρει διαβατήριο για σοβαρότερες χολιγουντιανές δουλειές και τιγκάρει την εικόνα του με καραμπινάτες παραπομπές από Hostel μέχρι Texas Chainsaw Massacre. Εν τέλει, παραδίδει ένα μέτριο αμερικάνικο αντίγραφο, που ποντάρει στην εκκωφαντική ατμοσφαιρικότητα του επιβλητικού περιβάλλοντος της ανεξέλεγκτης νοτιοαμερικάνικης βλάστησης, για να σε μεταφέρει σ’ ένα κόσμο σκοτεινής απρόβλεπτης αγριάδας. Όμως, όπως και με τις όλο υποσχέσεις καμπύλες των διαβόητα ημίγυμνων Amber Heard και Odette Yustman που σου ανοίγουν το μάτι με τα μπικινάκια τους, όσο σου βουλώνουν τ’ αυτά με τις τσιρίδες τους, έτσι κι η ταινία είναι όλο λάδι κι από τηγανίτα τίποτα στο σενάριο, πέραν εκείνης της βασανιστικής σκηνής βασανισμού που χώθηκε τελείως αβασάνιστα, έτσι για να’χει και λίγο ζουμί το trailer.

Στις αίθουσες αυτή τη βδομάδα κυκλοφορεί και η αμερικανική εκδοχή του Das Experiment (2001), με τον ευφάνταστο τίτλο The Experiment και τους Adrien Brody και Forest Whitaker ως δολώματα αναγνωρισιμότητας, να φτάνουν στα ίδια συμπεράσματα με το πρωτότυπο, βασισμένο στο αληθινό πείραμα όπου εθελοντές χωρίζονται σε ομάδες κρατουμένων και φυλάκων και μπαίνουν σε καμεροστόλιστο κρατητήριο για να ελέγξουν τη σχέση εξουσίας-βίας.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ