«Πήρα κι εγώ βραβείο μοντάζ»: Το ανέκδοτο της Ακαδημίας Κινηματογράφου

Εκτός από αφορμή για ανέκδοτο της βραδιάς, η τριπλή ισοψηφία στην κατηγορία του μοντάζ στη χθεσινοβραδινή τελετή ήταν και τρανταχτός δείκτης της σημαντικότερης παθογένειας της Ακαδημίας.

Η Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου έδωσε χθες τα δεύτερα ετήσια βραβεία της, αναδεικνύοντας θριαμβευτή τον Μαχαιροβγάλτη του Γιάννη Οικονομίδη, δεύτερη στα βραβεία τη Χώρα Προέλευσης του Σύλλα Τζουμέρκα, και τρίτο με απόσταση τον Σωτήρη Γκορίτσα με το Απ' τα Κόκαλα Βγαλμένα. Οι τρεις ταινίες, μάλιστα, μοιράστηκαν εξίσου το βραβείο μοντάζ, για το οποίο ήταν και οι μόνες υποψήφιες. Ας δούμε όμως πώς φτάσαμε ως εκεί.

Γνήσιο τέκνο του κινήματος των Κινηματογραφιστών στην Ομίχλη, το οποίο προσπάθησαν να αποποιηθούν οι εμπνευστές της επί τη ανακοινώση της γέννεσής της, η ΕΑΚ ιδρύθηκε τον Νοέμβρη του 2009 με στόχο την ανάδειξη του ελληνικού κινηματογράφου και του δυναμικού του με διάφορες δράσεις, αλλά με πρώτο και κύριο μέλημά της την ανάληψη της ευθύνης, της πρωτοβουλίας και της επιμέλειας κινηματογραφικών βραβείων, όπως το διατύπωναν τότε.

Άλλωστε, η ανυποληψία στην οποία είχαν εκπέσει τα Κρατικά Βραβεία Ποιότητας, τα ανώτατα ως τότε κινηματογραφικά βραβεία της χώρας, που είχαν εκφυλιστεί σε ένα πανηγύρι αρτηριοσκλήρυνσης και διαβλητότητας (κυρίως επειδή η απονομή τους αποφασιζόταν από μια «επιτροπή σοφών» που αριθμούσε 50 εκλεκτούς της εκάστοτε διοίκησης του Υπουργείου Πολιτισμού), ήταν ένας απ’ τους βασικούς λόγους που είχαν ωθήσει σημαντική μερίδα των ενεργών κινηματογραφιστών της χώρας να μποϋκοτάρουν το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, αποσύροντας τις ταινίες τους από το ελληνικό του τμήμα, σε μια προσπάθεια να πιέσουν το Υπουργείο Πολιτισμού να φέρει στο φως το περιβόητο κινηματογραφικό νομοσχέδιο που υποσχόταν επί εξαετίας.

Αφαιρώντας όλες τις πολιτικές χροιές και τα παιχνίδια εξουσίας που παιζόταν και παίζονται γύρω της, η ίδρυση της Ακαδημίας ήταν και είναι ένα ελπιδοφόρο σημάδι για μια καλύτερη εποχή για τα της εθνικής κινηματογραφίας. Μόνο ως τέτοια μπορεί κανείς καλοπροαίρετα να δει, τη θεσμική συνένωση των ενεργών δυνάμεων ενός επαγγελματικού χώρου που τουλάχιστον ως τότε νοσούσε στο σκορποχώρι του.

Πλην όμως, επειδή όπως με εξαιρετική ευστοχία σημείωσε στην χθεσινοβραδινή τελετή ο Κωνσταντίνος Τζούμας «ως άνθρωπος που δεν κάνει σινεμά, απορώ πώς υπάρχουν άνθρωποι που κάνουν σινεμά σε μια χώρα που, εν πάσει περιπτώσει, αυτό δεν αποτελεί προτεραιότητα», ο δρόμος της Ακαδημίας προς την καθιέρωση ως αξιόπιστο συνομιλητή της Πολιτείας και των λοιπόν θεσμικών δυνάμεων για θέματα κινηματογράφου, δεν είναι στρωμένος με ροδοπέταλα.

Όπως άφησε να εννοηθεί κι ο υφυπουργός Πολιτισμού, Τηλέμαχος Χυτήρης στον χαιρετισμό του απ’ τη σκηνή της χθεσινής βραδιάς, η Ακαδημία έχει δρόμο ακόμη για να εδραιωθεί, ή τουλάχιστον αυτό απαιτεί η παρούσα πολιτική συγκυρία. Κι όσο κι αν ο πρόεδρός της, Τάσος Μπουλμέτης, διατεινόταν ότι «στείλαμε τον Κυνόδοντα στα Όσκαρ» (ασχέτως αν οι μόνοι που μπορούν να «στείλουν» μια ταινία οπουδήποτε, είναι οι ίδιοι άνθρωποι που την έφτιαξαν, με τον κόπο και το στομάχι που απαιτεί κάτι τέτοιο στη χώρα μας), ένας οργανισμός που μετράει μόλις δύο έτη ύπαρξης, δεν μπορεί να απαιτεί κανένα κύρος πέρα απ’ αυτό που ο ίδιος δημιουργεί για τον εαυτό του.

Είναι λοιπόν απορίας άξιον, πόση επίγνωση των περιστάσεων έχουν, πόσο συνειδητοποιημένες και συσπειρωμένες είναι οι δυνάμεις του οργανισμού αυτού, όταν σχεδόν το 50% των μελών του απέχει από τη σημαντικότερη των μέχρι τώρα δράσεών του. Αυτό το επίπεδο έφτασε η αποχή των μελών της Ακαδημίας κατά τη διαδικασία ανάδειξης των φετινών υποψηφιοτήτων, όπως είχε αποκαλύψει μέλος της. Και κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι δεν ήταν ανάλογη η αποχή στην ψηφοφορία των νικητών, αφού αφενός τα στοιχεία αυτά δεν είναι ανακοινώσιμα, κι αφετέρου η συμμετοχή δεν είναι υποχρεωτική.

Η χαμηλή συμμετοχή, σε συνδυασμό με την μονή ψήφο του κάθε εκλέκτορα (σε αντίθεση με τις πολλαπλές, κλιμακούμενης βαρύτητας επιλογές), είχαν σαν αποτέλεσμα οι λίστες των υποψηφιοτήτων να έχουν περισσότερες ισοψηφίες κι απ’ τις εκλογές του Πάπα στoυς Ιλλουμινάτι. Και όλο αυτό κορυφώθηκε στον χθεσινοβραδινό παροξυσμό χειροκροτημάτων και γιούχας που ξέσπασε όταν ανακοινώθηκε η τριπλή ισοψηφία στην (βασικότατη) κατηγορία του μοντάζ. Σκέψου δηλαδή: από τρεις υποψήφιους τίτλους, νικητές αναδείχθηκαν... και οι τρεις!

Μήπως όμως, εκτός από ανέκδοτο της βραδιάς, το περιστατικό θα πρέπει να αποτελέσει και εφαλτήριο προβληματισμού και βελτιώσεων στις διαδικασίες της Ακαδημίας, αν θέλει την αξιοπιστία της να την κερδίσει με έργα, αντί απλώς να γίνει το καινούριο καλοπαίδι του χωριού;

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ