«Μήπως τελικά το καλοκαίρι διαρκεί πολύ;»

«Θα πάρω άδεια μετά τον Δεκαπενταύγουστο», μας ανακοίνωσε έντρομη. «Δηλαδή, όπως τα υπολόγισα, έχω ακόμα μπροστά μου δύο μήνες, ή δέκα εβδομάδες, ή αλλιώς, εβδομήντα μέρες... Γιατί να κρατάει τρεις μήνες το καλοκαίρι;».

Προσπαθούσα να την παρηγορήσω: «Μπορείς να φεύγεις όμως τα σαββατοκύριακα...».

«Με τι λεφτά;», μου απάντησε. «Ξέρεις πόσο κοστίζει η βενζίνη; Εχεις δει που έχουν φτάσει τα εισιτήρια στα καράβια; Οπου και να πάω, θα χρειαστεί κάπου να μείνω. Εχεις δει τις τιμές ακόμα και στα ενοικιαζόμενα δωμάτια;».

Την έβρισκα λίγο υπερβολική αλλά κατά βάθος είχε δίκιο. Σκεφτόμουν τότε που ήμασταν παιδιά -άλλες εποχές, άλλη ζωή, όταν μετά το σχολείο, κλείναμε και αμπαρώναμε το σπίτι, μαζεύαμε τα μπογαλάκια μας και ξεκινούσαμε για διακοπές. Στο νησί, στο χωριό πάνω στη θάλασσα, στο εξοχικό. Κάθε χρόνο ακολουθούσαμε την ίδια ιεροτελεστία. Και κάθε φορά είχαμε την ίδια ανυπομονησία, να βάλουμε τα μαγιό, να μας αλείψει την πλάτη με αντηλιακό η μαμά, να μας βάλει και λίγο παραπάνω στο πρόσωπο, στη μύτη -για να μην καούμε, να πάρουμε και όλα τα υπόλοιπα -κουβαδάκια, βατραχοπέδια, μάσκες. Να φουσκώσουμε το στρώμα, να νοικιάσουμε ποδήλατο στη θάλασσα, να κάνουμε κανό -κάποιοι πήγαιναν και για ψάρεμα, με πετονιά....

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου της Μυρτώς Λοβέρδου στο Bovary.gr

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ καλοκαίρι διακοπές

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ