Κουτεντάκης: Δεν χρησιμοποιούμε τον όρο καθαρή έξοδο -Οι πιστωτές θα αποφασίσουν για την προληπτική γραμμή στήριξης

Με την πλευρά των στελεχών της κυβέρνησης που κάνουν λόγο για αναγκαία εφαρμογή των προσυμφωνημένων μέτρων τάχθηκε ο επικεφαλής του γραφείου προϋπολογισμού της Βουλής Φραγκίσκος Κουτεντάκης.

Μιλώντας στην επιτροπή του κοινοβουλίου ο κ Κουτεντάκης ανέφερε πως η εφαρμογή των συγκεκριμένων μέτρων είναι θέμα αξιοπιστίας για την ελληνική κυβέρνηση.

Θέμα αξιοπιστίας η εφαρμογή του μέτρου της μείωσης των συντάξεων

«Η μείωση των συντάξεων το 2019 και η μείωση του αφορολόγητου το 2020 είναι μέτρα που νομοθετήθηκαν προληπτικά. Από την άλλη μεριά, όμως, αυτά τα μέτρα έχουν συμφωνηθεί, έχουν νομοθετηθεί αυτά τα μέτρα. Άρα, τίθεται ένα θέμα - να το πω - αξιοπιστίας, εάν γίνει κάποια αλλαγή και τελικά, δεν εφαρμοστούν αφορά τα μέτρα».
Μάλιστα πήρε αποστάσεις και από τα σενάρια που αφήνουν κυβερνητικά στελέχη για την εφαρμογή 13ης σύνταξης προκειμένου να μειωθούν οι απώλειες από την μείωση των συντάξεων.

Ποτέ δεν είπαμε ότι μετά τον Αύγουστο τα πράγματα θα είναι χαλαρά

«Σε καμία περίπτωση δεν υπαινίσσεται η έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού ότι θα υπάρχει γενικότερη χαλαρότητα» μετά τον Αύγουστο. «Η οποιαδήποτε συζήτηση για το αν θα πρέπει να εισαχθούν μόνιμα μέτρα κοινωνικής προστασίας ή μόνιμες φοροαπαλλαγές, ανάλογα πώς θέλει να τον διανείμει κανείς αυτόν τον δημοσιονομικό χώρο, θα πρέπει να στηρίζεται σε ένα σχεδιασμό. Δεν έχει νόημα να κόψεις ένα φόρο για ένα χρόνο και να τον ξαναβάλεις στον επόμενο».

Για την προληπτική γραμμή στήριξης θα πρέπει να αποφασίσουν οι πιστωτές

Για το περίφημο θέμα της προληπτικής γραμμής στήριξης ο κ Κουτεντάκης έριξε στην πλευρά των πιστωτών την «ευθύνη» για το αν η χώρα μετά την έξοδο από το μνημόνιο κινηθεί με αυτο το εργαλείο ή όχι.

«Στο θέμα αυτό, σημασία έχει τι λένε οι πιστωτές. Αυτοί που θα αναλάβουν να εγγυηθούν για την πιστωτική γραμμή και, αυτήν τη στιγμή, επίσημα τουλάχιστον, δεν έχουν εκφράσει καμία τέτοια πρόθεση. Δεύτερον, ούτε η ελληνική κυβέρνηση, ούτε και η αξιωματική αντιπολίτευση, από όσο γνωρίζω, έχουν εκφράσει πρόθεση για κάτι τέτοιο. Το θέμα είναι ότι αυτό εξαρτάται από αυτούς που θα χρηματοδοτήσουν και θα εγγυηθούν για αυτήν την γραμμή. Από τη στιγμή που αυτοί δεν το βάζουν στο τραπέζι κι ούτε η κυβέρνηση, ούτε η αξιωματική αντιπολίτευση το ζητούν, δεν θεωρούμε ότι είναι πολύ πιθανό σενάριο. Από εκεί και πέρα, δεν μπορεί να αποκλείσει κανείς τίποτα, γενικότερα στην Οικονομία».

Δεν χρησιμοποιούμε τον όρο καθαρή έξοδο

Ωστόσο όταν ρωτήθηκε για την περίφημη καθαρή έξοδο ανέφερε ότι το γραφείου προϋπολογισμού της Βουλής δεν χρησιμοποιεί την συγκεκριμένη ορολογία.
Η λέξη «καθαρή» έχει ένα απροσδιόριστο περιεχόμενο του τι σημαίνει ή τι καταλαβαίνει κανείς. Το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής δεν χρησιμοποιεί την λέξη «καθαρή» στην Έκθεσή του, γιατί δεν έχει σαφές περιεχόμενο. Αυτό που είναι σαφές είναι, ότι το πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής, το πλαίσιο εποπτείας που συνόδευε αυτό το πρόγραμμα θα τελειώσει και από εκεί και πέρα, αναμένεται να προκύψει ένα νέο πλαίσιο εποπτείας. Τι θα ελέγχουν, πόσο συχνά θα το ελέγχουν και ούτω καθεξής, αυτό το πλαίσιο δεν είναι λεπτομερές και πρέπει να καθοριστεί στο επόμενο διάστημα».

Για την αύξηση των επιτοκίων των ελληνικών ομολόγων μετά την κρίση στην Ιταλία ο κ. Κουτεντάκης εμφανίστηκε προσεκτικός «Δεν μπορεί κανείς να προβλέψει πού θα καταλήξουν τα πράγματα . Οπωσδήποτε, είναι μια πολιτική κρίση που δημιουργεί οικονομικές διαταραχές σε όλη την ευρωζώνη. Το ύψος των επιτοκίων στα ελληνικά ομόλογα παρουσίασε το 2017 μια πολύ σημαντική μείωση, από το Φεβρουάριο και μετά έχει σταθεροποιηθεί και πρόσφατα, με τα γεγονότα στην Ιταλία, έχει αρχίσει να ανεβαίνει. Θα δούμε πού θα καταλήξει, γιατί δεν ξέρουμε ποιες θα είναι οι εξελίξεις στην Ιταλία».

Είναι αναγκαία η πολιτική συναίνεση για να λειτουργήσουν οι μεταρρυθμίσεις

Ενδιαφέρον είχε η τοποθέτηση του επικεφαλής του γραφείου προϋπολογισμού της Βουλής για την ανάγκη συναίνεσης των πολιτικών δυνάμεων σε βάθος χρόνου προκειμένου να λειτουργήσουν τα μέτρα που εφαρμόζονται

«Χρειάζονται στρατηγικές που να επεκτείνονται σε μεγάλο χρόνο. Αυτό σημαίνει, ότι κάποιου είδους συναίνεση μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων, πάνω σε γενικές κατευθύνσεις τουλάχιστον, θα πρέπει σιγά-σιγά να διαμορφωθεί, για τον απλούστατο λόγο, ότι χρειάζεται ένα σχέδιο επίλυσης προβλημάτων που θα πρέπει να επεκτείνεται σε μια δεκαετία. Αν αλλάζει κάθε τρία ή τέσσερα χρόνια, δεν θα λειτουργήσει".

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ