Ελέν, η άγνωστη αδελφή που η Σιμόν ντε Μποβουάρ «έλιωσε» κυριολεκτικά [εικόνες]

Η Ελέν ντε Μποβουάρ έζησε μια ζωή στη σκιά της διάσημης αδελφής της και πέθανε άγνωστη και άσημη, παρότι ήταν πολύ καλή ζωγράφος.

Το μουσείο Wurth, στο Στρασβούργο, της αφιερώνει φέτος, για πρώτη φορά, μια μεγάλη έκθεση.


Εξάλλου, δεν είναι τυχαίο. Η Ελέν ντε Μποβουάρ (1910-2001), παρότι γεννήθηκε στο Παρίσι, έμεινε περίπου 40 χρόνια σε μια ανακαινισμένη φάρμα στο χωριό Goxwiller, στην Αλσατία, που ήταν και το τελευταίο της ατελιέ.

Ολη της τη ζωή ζωγράφιζε και σχεδίαζε ή έκανε γκραβούρες. Φοίτησε σε σχολή τέχνης και διαφήμισης και διοργάνωσε την πρώτη της έκθεση το 1936, στην γκαλερί Bongrand, στο Παρίσι. Ο Πικάσο την είχε επισκεφθεί και εκτίμησε ότι η δουλειά της ήταν «πρωτότυπη».


Η συνέχεια ήταν πιο πολύπλοκη. Η Ελέν παντρεύτηκε τον Lionel de Roulet, έναν πρώην μαθητή του Ζαν Πολ Σαρτ, ο οποίος έγινε διπλωμάτης και αναγκάστηκε να τον ακολουθήσει στα διάφορα πόστα του, στην Πορτογαλία, στην Αυστρία, στο Μαρόκο, στην Ιταλία.


Η διάσημη αδελφή της Σιμόν ντε Μποβουάρ δεν είδε ποτέ με καλό μάτι τον γάμο της με τον Lionel de Roulet. Την θεωρούσε πολύ συμβατική, πολύ μπουρζουά. Ωστόσο, η αδελφή της κάνει τα πάντα για την πλησιάσει. Το 1971, όπως και η Σιμόν, υπέγραψε το Μανιφέστο των 343, συμμετείχε στην ίδρυση του φεμινιστικού κινήματος SOS Femmes Solidarité, ζωγράφιζε θέματα για την απελευθέρωση των γυναικών.


Μετά τον θάνατο της Σιμόν ντε Μποβουάρ και την δημοσίευση των επιστολών της στον Ζαν Πολ Σαρτρ, ή στον εραστή της Nelson Algren, ο κόσμος σκοτείνιασε για την Ελέν ντε Μποβουάρ. Εκεί ανακάλυψε την περιφρόνηση που είχε η μεγάλη της αδελφή για την ζωγραφική της. Ενα απόσπασμα:
«Τραγικό απόγευμα στο Salon de Mai με την αδελφή μου και τον σύζυγό της de Roulet. Ηταν σαν να αποδείκνυα στον εαυτό μου ότι και και οι άλλοι ζωγράφοι της ηλικίας της είναι τόσο κακοί όσο εκείνη -και είναι αλήθεια!».


Η βιογράφος της Σιμόν ντε Μποβουάρ, Claudine Monteil, και φίλη των δύο αδελφών, εξηγεί σε βιβλίο της αυτό το μαχαίρωμα:
«Η Σιμόν, όπως εξάλλου και ο Σαρτρ, είχαν πολύ επικριτικό βλέμμα στους άλλους. Κατά κάποιο τρόπο η Σιμόν προστάτευε και αγαπούσε την αδελφή της, αλλά με τον όρο να μείνει πάντα η μικρή Πουπέτ».


«Πουπέτ» ήταν το παρατσούκλι της Ελέν ντε Μποβουάρ, η οποία δεν αγαπούσε ολόκληρο το όνομά της - Henriette Hélène Bertrand de Beauvoir. Εξάλλου η Σιμόν ήταν μεγαλύτερη και απασχόλησε περισσότερο το ενδιαφέρον των γονέων. Αποφοίτησαν και οι δύο από καθολικό σχολείο των καλών οικογενειών.


Αλλά όπως η Σιμόν έκανε την επανάστασή της και σπούδασε φιλοσοφία, έτσι και η Ελέν, μετά το λύκειο σπούδασε σε ένα τεχνικό λύκειο μελέτη γκραβούρας. Παράλληλα σπούδασε σχέδιο σε ατελιέ ζωγράφων στο Μονπαρνάς.


Εζησε κυριολεκτικά στη σκιά της αδελφής της και έκανε παρέα μαζί της ή με τους φίλους της. Ετσι γνώρισε και τον σύζυγό της Lionel de Roulet, μαθητή του Σαρτρ. Εξάλλου η Σιμόν ήταν αυτή που πλήρωσε το πρώτο ατελιέ ζωγραφικής στην αδελφή της, στο 5ο διαμέρισμα του Παρισιού.


«Εκεί, με μια σίγουρη κίνηση, εγκατέστησε τα πινέλα της, το καβαλέτο της και ετοίμαζε τους πίνακές της. Η αληθινή ζωή ξεκινούσε».


Η Ελέν ντε Μποβουάρ έφυγε στο εξωτερικό πριν τον Πόλεμο και έκανε εκθέσεις στο Βερολίνο, το Μιλάνο, την Φλωρεντία και τη Βενετία. Οταν το ζεύγος επέστρεψε στο Παρίσι, στη δεκαετία του ‘60, εγκαταστάθηκε στη μητέρα ντε Μποβουάρ, Φρανσουάζ. Λίγο αργότερα, όταν ο σύζυγός της διορίστηκε στο Συμβούλιο της Ευρώπης, στο Στρασβούργο, το ζευγάρι εγκαταστάθηκε οριστικά στο Goxwiller.


Στην Αλσατία, η Ελέν ντε Μποβουάρ ένιωσε αποκομμένη από τη ζωή και τη δραστηριότητα του Παρισιού. Ιδρυσε, τότε, έναν ξενώνα για κακοποιημένες γυναίκες και κατήγγειλε την καταπίεση των γυναικών στους πίνακές της. Με το έργο της ήθελε να δείξει ότι είναι δύσκολο για μια γυναίκα ζωγράφο να κυριαρχήσει σε μια ανδροκρατούμενη κοινωνία και πληγώθηκε βαριά όταν κυκλοφόρησε το διάσημο βιβλίο της αδελφής της «Το δεύτερο φύλο» στο οποίο η Σιμόν ντε Μποβουάρ δεν υπερασπίζεται τις γυναίκες καλλιτέχνες και χρησιμοποιεί συχνά υποτιμητικούς όρους.


Στη δεκαετία του 1970 η καριέρα της Ελέν ντε Μποβουάρ πήρε παγκόσμια διάσταση και έκανε εκθέσεις σε Τόκιο, Νέα Υόρκη, Πράγα, Βοστώνη, Μεξικό κλπ. Ο Ζαν Πολ Σαρτ την τίμησε κάνοντας τον πρόλογο σε μια έκθεσή της :
«Η Ελέν ντε Μποβουάρ ανακάλυψε έγκαιρα ότι κατασκευάζοντας έργα αποτυγχάνουμε να κατανοήσουμε την ουσία των πραγμάτων. Αλλά αγαπάει πολύ τη φύση για να εγκαταλείψει την έμπνευσή της... Στους πίνακες της Ελέν ντε Μποβουάρ υπάρχει χαρά, και μια αγωνία παράλληλα που προέρχεται από εικόνες χωρίς προφανές περίγραμμα ...Οπως σε ένα ποίημα οι λέξεις χρησιμεύουν για να κατανοήσεις την σιωπή, αποκαλύπτοντας στον αναγνώστη το άπιαστο, έτσι και στα έργα της Ελέν ντε Μποβουάρ, τα χρώματα και οι μορφές είναι το αντίθετο της απουσίας του κόσμου που εκείνη κάνει να υπάρχει...».


Η Ελέν ντε Μποβουάρ πέθανε το 2001, στο χωριό Goxwiller, σχετικά φτωχή. Το σπίτι και πολλοί πίνακές της ξαναβρήκαν ζωή χάρη σε ένα ζεύγος πλούσιων Γερμανών που αγαπούσαν την αδελφή της, αγόρασαν και ανακαίνισαν την φάρμα.
Με τα χρόνια μάλιστα, το ζεύγος των Γερμανών ανακάλυψε και ένα στοκ από γκραβούρες της Ελέν, τις οποίες όλοι είχαν ξεχάσει, και τις αγόρασαν.

Μετά τον θάνατο του Σαρτρ, το 1980, η Ελέν έμεινε για ένα διάστημα στο Παρίσι για να στηρίξει την αδελφή της. Η Ελέν έμαθε ότι πέθανε η Σιμόν ντε Μποβουάρ ενώ βρισκόταν στις ΗΠΑ, στις 14 Απριλίου 1986. Η Σιμόν την είχε αποκληρώσει και η Ελέν δεν είχε κανένα δικαίωμα στα προσωπικά αντικείμενα της αδελφής της ή στο έργο της. Εκανε τότε έναν πίνακα πένθους με τίτλο «Πορτρέτο της Σιμόν με κόκκινο σακάκι», το οποίο τοποθέτησε σε εμφανές σημείο στη φάρμα του Goxwiller.

Η Ελέν ντε Μποβουάρ δεν απέκτησε παιδιά και για την κηδεία της φρόντισαν ο θετός γιός του συζύγου της και η εξαδέλφη της Κατρίν.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ