17 ώρες πτήση για τη Μέρκελ για ένα «γεύμα εργασίας» με τον Τραμπ στην Ουάσιγκτον

Σε μια αμφίβολης αποτελεσματικότητας αποστολή η Άνγκελα Μέρκελ έφθασε στην Ουάσιγκτον, όπου θα συναντηθεί το απόγευμα για μόλις δυόμιση ώρες με τον Ντόναλντ Τραμπ.

Η υποδοχή στη Γερμανίδα καγκελάριο δεν θα είναι τόσο εγκάρδια όσο αυτή που επεφύλαξε ο Αμερικανός πρόεδρος στον Εμμανουέλ Μακρόν με τις αβρότητες να περιορίζονται στο ελάχιστο. Χημεία τους δεν υπάρχει, είναι άλλωστε χαρακτηριστικό ότι μέχρι τον περασμένο Μάρτιο είχαν πέντε μήνες να μιλήσουν στο τηλέφωνο.

Τα σημεία σύγκλισης είναι ελάχιστα είτε τα θέματα αφορούν στο ΝΑΤΟ -ο Ντόναλντ Τραμπ ζητά επιτακτικά από το Βερολίνο να αυξήσει τις αμυντικές του δαπάνες- είτε στο εμπόριο και τους αμερικανικούς δασμούς στον εισαγόμενο χάλυβα και αλουμίνιο- είτε στη συμφωνία του 2015 για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, από την οποία θέλει να αποχωρήσει ο Τραμπ, είτε στην κατάσταση στη Συρία ή στην κόντρα για τον αγωγό Nordstream 2 από τη Ρωσία.

«Οι Αμερικανοί μας θεωρούν αναξιόπιστους εταίρους σε κάποιους σημαντικούς τομείς», λέει ο Γιαν Τέχαου, διευθυντής του ευρωπαϊκού προγράμματος στο German Marshall Fund των ΗΠΑ, επικαλούμενος το θέμα του Ιράν, του εμπορίου και των αμυντικών δαπανών. «Είναι διαφορετικές οι προσεγγίσεις των δύο πλευρών σε θέματα πολιτικής και υπάρχει έλλειψη χημείας μεταξύ των δύο ηγετών σε προσωπικό επίπεδο».

Η Άνγκελα Μέρκελ δεν έχει, ωστόσο, άλλη επιλογή από το να προσπαθήσει να περιορίσει τις αβαρίες, έστω κι αν η αποστολή της είναι εξαιρετικά δύσκολη.

«Αγκάθια» οι δασμοί, το Ιράν, οι αμυντικές δαπάνες και ο αγωγός Νord Stream2

  • Το πρόβλημα για την καγκελάριο είναι ότι η Γερμανία χρειάζεται τις ΗΠΑ, ειδικά όσον αφορά στο εμπόριο. Οι γερμανικές εξαγωγές στις ΗΠΑ είναι μεγαλύτερες από ό,τι σε οποιαδήποτε άλλη χώρα – περύσι μόνον άγγιξαν τα 112 δισ. ευρώ. Τα αυτοκίνητα και τα μηχανήματα που πουλά η Γερμανία στις ΗΠΑ είναι από τους σημαντικότερους κινητήριους μοχλούς της οικονομίας της και κατ’ επέκταση της Ευρώπης. Αλλά κατά πόσον η Μέρκελ θα καταφέρει να αποτρέψει έναν εμπορικό πόλεμο ΕΕ-ΗΠΑ είναι εξαιρετικά αμφίβολο καθώς η Ουάσιγκτον φαίνεται να έχει ήδη πάρει τις αποφάσεις της. Σύμφωνα με κύκλους της καγκελαρίας, η γερμανική κυβέρνηση εκτιμά ότι τελικά οι ΗΠΑ από την 1η Μαΐου θα επιβάλουν νέους τελεωνειακούς δασμούς στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου από την ΕΕ. Σε αυτή την περίπτωση δεν αποκλείεται να κλιμακωθεί η εμπορική διαμάχη ΕΕ-ΗΠΑ.
  • Αποτελέσματα δεν αναμένεται ούτε όσον αφορά στο θέμα του Ιράν. Η καγκελάριος κι οι Ευρωπαίοι θέλουν να μεταπείσουν τον Τραμπ να μην καταγγείλει τη συμφωνία του 2015 για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης, την οποία ο Αμερικανός πρόεδρος θεωρεί εξαιρετικά «κακή», φοβούμενοι ότι θα οδηγήσει σε μια νέα κούρσα πυρηνικών εξοπλισμών. Αλλά ήδη χθες ο Γάλλος πρόεδρος Μακρόν εξέφρασε την άποψη πως ο Τραμπ πιθανότατα θα αποσύρει τη χώρα του από αυτή τη συμφωνία.
  • Σημείο τριβής είναι και το αμερικανικό αίτημα για αύξηση των γερμανικών αμυντικών δαπανών από 1,2% σήμερα, στο 2% επί του ΑΕΠ, που είναι και ο στόχος που έχει θέσει το ΝΑΤΟ. Η καγκελάριος θα παραπέμψει μεν στις αυξήσεις που προβλέπονται στον τρέχοντα προϋπολογισμό όπως και στην οικονομική βοήθεια που παρέχει η Γερμανία για την ανοικοδόμηση και τη σταθεροποίηση κρατών που πλήττονται από πολιτική αστάθεια. Αλλά μάλλον αυτά τα επιχειρήματα δεν πρόκειται να πείσουν τον Ντόναλντ Τραμπ.
  • Μεγάλο αγκάθι είναι και η έντονη αντίθεση της Ουάσιγκτον στην κατασκευή του αγωγού Nord Stream 2 στη Βόρεια Θάλασσα για τη μεταφορά φυσικού αερίου από τη Ρωσία στη Γερμανία, που όπως θεωρεί η αμερικανική κυβέρνηση θα υπονομεύσει την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης. Τα περιθώρια της καγκελαρίου να ανταποκριθεί στο αμερικανικό αίτημα είναι περιορισμένα. Η άδεια για την υλοποίηση του σχεδίου έχει ήδη εκδοθεί, ενώ η λειτουργία του αγωγού θα είναι προς το συμφέρον της Γερμανίας επειδή πρόκειται να συμβάλει στην κάλυψη των ενεργειακών αναγκών της χώρας.

Η βασικότερη πρόκληση για τη Μέρκελ είναι ότι προσέρχεται στις συνομιλίες με τον Τραμπ από θέση αδυναμίας, αφού η ασφάλεια και η ευημερία της Ευρώπης εξακολουθεί να εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις ΗΠΑ, σημειώνει το Politico: «Κι έτσι η καγκελάριος -όσο απρόθυμη κι αν είναι- δεν έχει πολλά περιθώρια από το να κάνει βήματα προσέγγισης προς τον Αμερικανό πρόεδρο, αν δεν θέλει να φύγει με άδεια χέρια»...

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ