Δικηγόρος του Τραμπ: Εγώ αποφασίζω αν ο πρόεδρος θα μιλήσει στον ειδικό ανακριτή

Ο Τζον Ντόουντ, δικηγόρος του Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε στο CNN ότι ο ίδιος, είναι ένας από τους ανθρώπους που θ’ αποφασίσουν εάν ο Αμερικανός πρόεδρος θα καταθέσει ενώπιον του ειδικού ανακριτή Ρόμπερτ Μιούλερ.

“Εγώ θ’ αποφασίσω για το αν ο πρόεδρος θα μιλήσει στον ειδικό ανακριτή. Δεν έχω αποφασίσει ακόμη,” δήλωσε χαρακτηριστικά ο Ντόουντ.

Προηγούμενα, πηγές είχαν δηλώσει στο CNN ότι ο Μιούλερ έχει εκδηλώσει ενδιαφέρον για μία κατάθεση του Τραμπ, ενώ ο Αμερικανός πρόεδρος δήλωσε προχθές ότι θα ήθελε να του δώσει ένορκη κατάθεση. Η δήλωση του Ντόουντ ακολούθησε την διατύπωση της πρόθεσης του Τραμπ να καταθέσει ενόρκως. Παράλληλα, είχαν προηγηθεί σχόλια της νομικής ομάδας του Λευκού Οίκου σχετικά με την έρευνα του Μιούλερ, αλλά και την συνέχιση των διαπραγματεύσεων γύρω από μία κατάθεση του προέδρου.

Στην περίπτωση αποτυχίας των διαπραγματεύσεων, ο Μιούλερ θα επιδιώξει την έκδοση κλήσης για την υποχρεωτική κατάθεση του προέδρου, ενώπιον σώματος ενόρκων.

Σε ενημερωτικό σημείωμα που δημοσιοποίησαν οι δικηγόροι του Τραμπ, αναφέρεται ότι 20 στελέχη του Λευκού Οίκου, συμπεριλαμβανομένων κι οκτώ μελών του νομικού γραφείου του Λευκού Οίκου έχουν δώσει εθελοντικές καταθέσεις στις έρευνες που διεξάγονται για ενδεχόμενη εμπλοκή της Ρωσίας στις προεδρικές εκλογές του 2016. Σύμφωνα με την ίδια ενημέρωση πρόκειται για ένα πλαίσιο προσπάθειας συνεργασίας του Λευκού Οίκου, που “δεν έχει προηγούμενο.”

Πηγές που έχουν λάβει γνώση του θέματος δήλωσαν στο CNN ότι ο ειδικός ανακριτής έχει παραδώσει στους δικηγόρους του Τραμπ λίστα με τα πιθανά ζητήματα για τα οποία και θα ερωτηθεί ο πρόεδρος. Στα ζητήματα αυτά, άμεσου ενδιαφέροντος για την έρευνα του Μιούλερ, συμπεριλαμβάνεται οτιδήποτε αφορά στον ισχυρισμό ότι ο πρόεδρος Τραμπ ζήτησε από τον (τότε) διευθυντή του FBI, Τζέιμς Κόμεϊ να εγκαταλείψει την έρευνα του πρώην Συμβούλου Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ Μάικλ Φλιν. Επίσης, ο ειδικός ανακριτής ενδιαφέρεται να μάθει για το ξέσπασμα του Τραμπ στα διευθυντικά στελέχη της κοινότητας των αμερικανικών υπηρεσιών πληροφοριών κι αναφορικά με την διεξαγωγή της έρευνας για την Ρωσία.

Τόσο ο Κόμεϊ, όσο κι ο υπουργός Δικαιοσύνης Τζεφ Σέσιονς έχουν δώσει κατάθεση στον Μιούλερ, όπως και πρώην ή εν ενεργεία στελέχη. Μεταξύ αυτών, ο Διευθυντής της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών Νταν Κόατς, αλλά κι ο πρώην Προσωπάρχης του Λευκού Οίκου Ρέινς Πρίμπους, σύμφωνα με προηγούμενα ρεπορτάζ του CNN.

Ο Κόμεϊ κατέθεσε στην Επιτροπή για τις Υπηρεσίες Πληροφοριών της Γερουσίας τον Ιούνιο του 2017 σχετικά με την έρευνα για την Ρωσία, αλλά και την αποπομπή του. Μετά την κατάθεση αυτή, ο πρόεδρος Τραμπ δήλωσε ότι θα ήθελε να δώσει ένορκη κατάθεση σχετικά με τους ισχυρισμούς του Κόμεϊ. Ωστόσο, στις αρχές του μήνα ο Αμερικανός πρόεδρος εμφανίστηκε λιγότερο δεσμευτικός έναντι ενός τέτοιου ενδεχόμενου τονίζοντας ότι θα καθορίσει την στάση του, ανάλογα με την πορεία της κατάστασης. “Όταν δεν υπάρχει συνωμοσία και κανένας δεν έχει εντοπίσει οποιαδήποτε συνωμοσία σε κάποιο επίπεδο, δεν φαίνεται πιθανό ότι θα υπάρξει κάποια κατάθεση,” δήλωσε ο Τραμπ πιεζόμενος από δημοσιογραφικές ερωτήσεις.

Από την άλλη μεριά και υπό την δημοσιοποίηση περισσότερων στοιχείων αναφορικά με την έρευνα του ειδικού ανακριτή, ο Τραμπ δήλωσε την Τετάρτη, ότι “προσβλέπει” να συνομιλήσει με τον Μιούλερ.

Ο Μιούλερ τέθηκε επικεφαλής της έρευνας του FBI τον περασμένο Μάιο, μετά την αιφνιδιαστική αποπομπή του Κόμεϊ από τον πρόεδρο Τραμπ. Ο ειδικός ανακριτής διερευνά το ενδεχόμενο συνωμοσίας μεταξύ της προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ και της Ρωσίας, αλλά και το ενδεχόμενο παρεμπόδισης του έργου της δικαιοσύνης από τον πρόεδρο Τραμπ ή στελέχη του Λευκού Οίκου, με αφορμή την αποπομπή του Κόμεϊ. Παράλληλα, ο Μιούλερ έχει και εισαγγελικά καθήκοντα για την απαγγελία κατηγοριών μέσω της απόφασης ειδικού σώματος ενόρκων (grand jury).

Για την ίδια υπόθεση, διενεργούν έρευνες τρεις επιτροπές του Κογκρέσου (Επιτροπή για τις Υπηρεσίες Πληροφοριών στην Βουλή των Αντιπροσώπων, Επιτροπή για τις Υπηρεσίες Πληροφοριών στην Γερουσία, Επιτροπή Δικαιοσύνης της Γερουσίας). Οι έρευνες αυτές έχουν ως στόχο την ενημέρωση της αμερικανικής κοινής γνώμης.

ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ