Deutsche Bank: Η Ελλάδα μπορεί να έχει όφελος 26 δισ. ευρώ από νέα αναδιάρθρωση χρέους

Μια διαφορετική εκτίμηση για τα οφέλη που μπορεί να έχει η Ελλάδα από μια νέα αναδιάρθρωση του χρέους κάνει η κεντρική γερμανική τράπεζα.Σύμφωνα με έκθεση της Deutsche Bank, η οποία δημοσιεύθηκε στις 11 Φεβρουαρίου, είναι λάθος να αξιολογείται το ελληνικό χρέος με βάση τον στόχο μείωση του λόγου χρέους/ΑΕΠ έως το 2022.

Αντιθέτως προτείνει να μετρηθεί με όρους καθαρής παρούσας αξίας κάτι που σε συνδυασμό με επιμήκυνση της περιόδου αποπληρωμής και μείωση επιτοκίων θα αποφέρει οφέλη στη χώρα.

Οπως αναφέρει το capital, ως προς τον στόχο μείωσης του λόγου χρέους/ΑΕΠ έως το 2022, μια αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους με επιμήκυνση της περιόδου αποπληρωμής και μείωση επιτοκίων θα έχει περιορισμένο όφελος. Και αυτό, διότι τα διμερή δάνεια που έχει λάβει η Ελλάδα και τα δάνεια από το EFSF έχουν ήδη μέση διάρκεια ωρίμανσης 17 και 30 ετών αντίστοιχα, ενώ και η πληρωμή τόκων για τα δάνεια του EFSF έχει «παγώσει» για διάστημα 10 ετών.

Επομένως, περαιτέρω «χαλάρωση» αυτών των όρων είναι απίθανο να καταφέρει να μειώσει τον λόγο χρέους/ΑΕΠ έως το 2022. Ωστόσο, σχολιάζει η Deutsche Bank, αυτή είναι μία μάλλον στενή ερμηνεία της βιωσιμότητας του χρέους, και προσθέτει ότι θα ήταν προτιμότερο να «μετρηθεί» ενδεχόμενο όφελος για την Ελλάδα με υπολογισμό της μείωσης του ελληνικού χρέους σε όρους καθαρής παρούσας αξίας (NPV).

Υπάρχει, επομένως, η δυνατότητα για περαιτέρω επιμήκυνση της ωρίμανσης του ελληνικού χρέους, ενώ τα περιθώρια μείωσης των επιτοκίων είναι περιορισμένα για τα δάνεια από το EFSF, αντιθέτως τα διμερή δάνεια επιβαρύνονται με επιτόκιο ίσο με τον τρίμηνο Euribor πλέον περιθωρίου 50 μονάδων βάσης, και το περιθώριο αυτό θα μπορούσε ακόμα και να μηδενιστεί.

Το κέρδος για την Ελλάδα, από μια τέτοια μείωση, σε συνδυασμό με επέκταση κατά 20 χρόνια της περιόδου αποπληρωμής, θα ισοδυναμεί με μείωση €26 δισ. ευρώ στο χρέος (πάντα σε όρους NPV), ήτοι 14% του ονομαστικού ΑΕΠ του 2013. Αυτό, βέβαια, με την υπόθεση ότι το ελληνικό ΑΕΠ θα κινείται έως το 2018 με τον τρόπο που προβλέπει το ΔΝΤ, και θα συνεχίσει να αναπτύσσεται με ρυθμό 4,75% μετά το 2018, και υποθέτοντας ότι το κόστος αναχρηματοδότησης αν δεν γινόταν επιμήκυνση θα ήταν 5%.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ