«Θέλω να μαγειρέψω για τον Βαμβακάρη και τον Ντοστογιέφσι»: Αποχαιρετώντας τη σπουδαιότερη Ελληνίδα μαγείρισσα και ερευνήτρια - iefimerida.gr

«Θέλω να μαγειρέψω για τον Βαμβακάρη και τον Ντοστογιέφσι»: Αποχαιρετώντας τη σπουδαιότερη Ελληνίδα μαγείρισσα και ερευνήτρια

NEWSROOM IEFIMERIDA.GR

Τα βιβλία τις με τις συγκλονιστικές μέσα στην απλότητα και τη σοφία συνταγές της βρίσκονται στα περισσότερα σπίτια της χώρας, ενώ τα χιλιάδες άρθρα της σε περιοδικά γαστρομίας φυλάσσονται ευλαβικά σε αρχεία. Η Ευη Βουτσινά, η σπουδαία της ελληνικής γαστρονομίας και της σχετικής αρθρογραφίας έφυγε προχθές το βράδυ προκαλώντας θλίψη σε ένα ευρύ, μεγάλο κοινό.

Εχει ενδιαφέρον να την γνωρίσει κανείς και μέσα από τον τρόπο με τον οποίο περιέγραφε και η ίδια τον εαυτό της. «Γεννήθηκα στην πόλη της Λευκάδας το 1950 και μεγάλωσα ανάμεσα στις αλυκές και στον αιωνόβιο ελαιώνα, στο γαλάζιο φως του Ιονίου. Πιστεύω ότι η μαγειρική είναι ποιητική διαδικασία και μέσα απ' αυτήν επιδιώκω την ισορροπία μου σ' αυτό τον κόσμο. Επίσης πιστεύω με πάθος αυτό που λέει ο Μικρός Πρίγκιπας του Antoine de Saint-Exupéry, ότι 'μόνο με την καρδιά βλέπεις καλά. Την ουσία δεν τη βλέπουν τα μάτια'. Τώρα, μετά από τόσα χρόνια, μπορώ με βεβαιότητα να πω ότι ναι. Μπορεί κανείς να μαγειρέψει τα καλύτερα με όνειρα και συγκινήσεις και σας προτείνω να δοκιμάσετε.»
Είναι χαρακτηριστικό πως σε πρόλογο βιβλίου της έγραφε πως θέλει «να μαγειρέψει για τον Θεόδωρο Ντοστογιέφσκι, τους Μπιτλς, τον Μάρκο Βαμβακάρη και τον Βαν Γκογκ» .

Aπομυθωποιώντας τα στερεότυπα περί γκουρμέ έλεγε πρόσφατα σε συνέντευξη της στη LifO: «Γκουρμέ θεωρώ οποιασδήποτε κατηγορίας πιάτο είναι πολύ καλά, σωστά μαγειρεμένο, το τρως και λες "μμμμ...". Μπορεί να είναι και χόρτα τσιγαριστά. Δεν με νοιάζει τι είναι, φτάνει να είναι τόσο καλά μαγειρεμένο. Έχει συνδυαστεί το γκουρμέ με τα φουαγκρά και τα τέτοια, αλλά για μένα σημαίνει άλλο πράγμα». Μιλώντας για την αξία των απλών τροφών και κυρίως των υλικών που δίπλα μας φυτρώνουν και προσφέρει η φύση, σημείωνε στην ίδια συνέντευξη «Στην Ήπειρο, που έχουν κάτι μανιτάρια απίστευτα, οι γριές έφτιαχναν μανιταρόπιτα και μανιταρόσουπα. Δεν τα θεωρούσαν λουξ, ήταν ένα χόρτο, όπως και τα άλλα άγρια που έβγαιναν και τα μάζευαν. Ο θείος μου ήταν χομπίστας ψαράς. Ψάρευε κι έφερνε στο σπίτι μας κάτι αστακούς και κωλοχτύπες που η μάνα μου έκανε με μακαρόνια για να φτουρήσουν και δεν μας έκανε και ιδιαίτερη αίσθηση, δεν είχαμε ιδέα ότι τρώμε αστακομακαρονάδα. Σιγά την γκλαμουριά. Το ότι έχουμε ονομάσει τα πράγματα και τα αξιολογούμε ανάλογα με την οικονομική τους αξία και όχι τη γευστική μας έχει καταβαραθρώσει ως ανθρώπους, ως προσωπικότητες. Βλέπετε σε τι χάλια είμαστε; Δυστυχείς, επειδή δεν έχουμε χαβιάρι! Δεν περιφρονώ την κρίση που υπάρχει και τη δυσκολία - πιστεύω ότι δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα από το να είσαι άνεργος. Είχαμε μάθει να περιφρονούμε τα ταπεινά, ζητώντας τη χλιδή. Περάσαμε όμως κατοχές και προσφυγιά, με ανθρώπους που άρχισαν πάλι από την αρχή κι επιβίωσαν και πρόκοψαν. Η γιαγιά μου έμενε σε χωριό και μας έφτιαχνε φαγητό από το τίποτα. Άναβε τη φωτιά, έβαζε νερό, λίγη ντομάτα, λάδι, αλάτι, πιπέρι, άνοιγε δυο φύλλα, τα έκοβε λωρίδες σαν ταλιατέλες, τους έριχνε αλεύρι, τις άφηνε πάνω στο πλαστήρι λίγο να στεγνώσουν, μετά τις έριχνε μέσα στην κατσαρόλα κι έφτιαχνε ένα φαΐ σούζουμο, ούτε σούπα ούτε στεγνό. Με δύο φύλλα είχε φαΐ. Λάχανα, ψάρια φρέσκα και παστά δεν άφησαν τον κόσμο να πεινάσει ούτε στην Κατοχή.»

Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο 
ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ
Tο iefimerida.gr δημοσιεύει άμεσα κάθε σχόλιο. Ωστόσο δεν υιοθετούμε τις απόψεις αυτές καθώς εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Σχόλια με ύβρεις διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ