Η ηθοποιός και ακτιβίστρια Τζέιν Φόντα επανέφερε σε λειτουργία την Επιτροπή για την Πρώτη Τροπολογία, που είχε δημιουργηθεί αρχικά από τον πατέρα της, Χένρι Φόντα, το 1947, με στόχο την υπεράσπιση της ελευθερίας της έκφρασης.
Η κίνηση αυτή ανακοινώθηκε την Τετάρτη 1 Οκτωβρίου και η διάσημη ηθοποιός συνέκρινε την εποχή της διοίκησης Τραμπ με την περίοδο ΜακΚάρθι, τη δεκαετία του 1950, όταν αμερικανοί πολίτες στοχοποιούνταν για τις πολιτικές πεποιθήσεις και δραστηριότητές τους.
Η πρωτοβουλία της 87χρονης Τζέιν Φόντα έχει ήδη τη στήριξη περισσότερων από 550 προσωπικοτήτων της ψυχαγωγίας και του κινηματογράφου, ανάμεσά τους η Μπάρμπρα Στρέιζαντ, Μπίλι Αϊλις, Μπεν Στίλερ, Τζέιμι Λι Κέρτις, Μάικλ Κίτον, Νατάλι Πόρτμαν, Πέδρο Πασκάλ, Σπάικ Λι και Γούπι Γκόλντμπεργκ. Η Φόντα τόνισε ότι «η ικανότητα να κρίνεις, να αμφισβητείς, να διαμαρτύρεσαι και να σατιρίζεις αυτούς που βρίσκονται στην εξουσία» αποτελεί θεμέλιο λίθο της αμερικανικής δημοκρατίας.
Η επανεκκίνηση της επιτροπής έρχεται σε μια περίοδο αυξημένης έντασης γύρω από την ελευθερία του λόγου στις ΗΠΑ, με φόντο τις παρεμβάσεις της κυβέρνησης Τραμπ. Σύμφωνα με το Guardian, πρόσφατα καταγράφηκαν πιέσεις προς την Ομοσπονδιακή Επιτροπή Επικοινωνιών (FCC) ώστε να στραφεί εναντίον δημοσιογράφων και εκπομπών, όπως εκείνης του Τζίμι Κίμελ, με αφορμή σατιρικά σχόλιά του κατά του Αμερικανού προέδρου.
Η Τζέιν Φόντα, γνωστή για την ακτιβιστική της δράση από την εποχή του πολέμου στο Βιετνάμ, επιχειρεί να ξαναζωντανέψει ένα ιστορικό εργαλείο αντίστασης απέναντι στη λογοκρισία. Η ίδια υποστηρίζει ότι οι σημερινές πιέσεις θυμίζουν τις «μαύρες λίστες» της δεκαετίας του ’50, τονίζοντας ότι «η μάχη για την ελευθερία της έκφρασης δεν τελειώνει ποτέ».
Σε βίντεο που ανάρτησε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, η ηθοποιός τόνισε ότι η ανταπόκριση στο κάλεσμά της δείχνει πως η βιομηχανία της ψυχαγωγίας είναι έτοιμη να αντισταθεί στον αυταρχισμό και να υπερασπιστεί τις θεμελιώδεις ελευθερίες. «Είμαστε καλλιτέχνες, δημιουργοί. Η ελευθερία της έκφρασης είναι ουσιώδης για τη δουλειά μας», είπε, προσθέτοντας ότι οι καλλιτέχνες δεν μπορούν απλώς να παρακολουθούν αμέτοχοι τα γεγονότα. «Δεν πρόκειται για σταδιακή κύλιση στον ολοκληρωτισμό, αλλά για ταχεία συγκέντρωση εξουσίας, γι’ αυτό πρέπει να κινηθούμε γρήγορα», κατέληξε.