Η κλιμακούμενη αντιπαράθεση Ινδίας - Πακιστάν έχει πυροδοτήσει παγκόσμια ανησυχία για το ενδεχόμενο ενός καταστροφικού πολέμου μεταξύ των δύο πυρηνικών δυνάμεων.
Και μολονότι οι πιθανότητες κλίνουν υπέρ της αποκλιμάκωσης, οι δύο τελευταίες εβδομάδες ανέδειξαν την αυξανόμενη, επικίνδυνη αστάθεια στις σχέσεις μεταξύ της Ινδίας και του Πακιστάν, που οδηγήθηκαν τέσσερις φορές σε σύγκρουση μετά τον διαχωρισμό τους το 1947, αλλά υπογράμμισαν και την ανάγκη να λύσουν τις διαφορές τους και να καταπιαστούν με τις αιτίες που πυροδοτούν τη σύγκρουση, όπως σημειώνει σε ανάλυσή του ο Economist.
Ινδικοί πύραυλοι έπληξαν στις 6 Μαΐου το Πακιστάν και το ελεγχόμενο από αυτό τμήμα του Κασμίρ, που διεκδικούν οι δύο χώρες, σε αντίποινα για την τρομοκρατική επίθεση με τους 26 νεκρούς της 22ας Απριλίου στο ελεγχόμενο από το Νέο Δελχί τμήμα του Κασμίρ. Η Ινδία υποστηρίζει ότι τρομοκράτες από το Πακιστάν ευθύνονται για την επίθεση, ενώ το Ισλαμαμπάντ το αρνείται και λέει ότι κατέρριψε αρκετά ινδικά πολεμικά αεροσκάφη, ενώ απειλεί με περαιτέρω πλήγματα.
Οι δύο πλευρές ανταλλάσσουν βολές πυροβολικού στα de facto σύνορα του Κασμίρ, με αποτέλεσμα να σκοτώνονται άμαχοι, την ώρα που η διεθνής κοινότητα αρκείται σε εκκλήσεις προς την Ινδία και το Πακιστάν για αποκλιμάκωση.
Αλλάζει η σύγκρουση Ινδίας - Πακιστάν
Μολονότι ανάλογα επεισόδια έχουν συμβεί αρκετές φορές από την αρχή του 21ου αιώνα, οι όροι της σύγκρουσης αλλάζουν, λέει ο Economist, καθώς το Πακιστάν βιώνει μια οικονομική κρίση, ο στρατός του υπό τον σκληροπυρηνικό στρατηγό Ασίμ Μουνίρ διαβρώνει τη δημοκρατία, ενώ το Ισλαμαμπάντ ανέχεται την παρουσία ισλαμιστικών ομάδων, περιλαμβανομένης της Lashkar-e-Taiba, που έχει ιστορικό ωμών επιθέσεων κατά Ινδών. Άλλοι τρομοκράτες, περιλαμβανομένων εκείνων που δρουν από το Αφγανιστάν, σκότωσαν πέρυσι πάνω από 1.600 Πακιστανούς σε 444 επιθέσεις.
Την ίδια ώρα, η Ινδία καταγράφει άνοδο, με το ΑΕΠ της να είναι πλέον δεκαπλάσιο του Πακιστάν και πενταπλάσιο απ’ ό,τι το 2000.
Οι όροι της σύγκρουσης αλλάζουν και λόγω των οπλικών συστημάτων νέας τεχνολογίας, με την Ινδία να αυξάνει τις αμυντικές δαπάνες από το 2019, έχοντας αγοράσει μαχητικά αεροσκάφη από τη Γαλλία και drones, την ώρα που το Πακιστάν προμηθεύτηκε πολεμικά αεροσκάφη και πυραύλους από την Κίνα.
Ταυτόχρονα, μετά την αποκλιμάκωση του πολέμου κατά της τρομοκρατίας και την ανάληψη του ελέγχου του Αφγανιστάν από τους Ταλιμπάν, οι ΗΠΑ και η Ευρώπη δεν δίνουν πλέον τόση προσοχή στο Πακιστάν, την απρόθυμη συνεργασία του οποίου εξασφάλιζαν κάποτε με χιούμορ, δωροδοκίες και απειλές.
Οι υποκείμενες αιτίες της κόντρας
Ο συνδυασμός της αστάθειας στο Πακιστάν, της κούρσας εξοπλισμών με την Ινδία και της σχετικής αδιαφορίας των Δυτικών κυβερνήσεων είναι επικίνδυνος, σημειώνει στην ανάλυσή του ο Economist, αλλά υπάρχει ακόμη δυνατότητα αποφυγής ενός Αρμαγεδδώνα.
Ακόμη κι αν αποτραπεί ένας ολοκληρωτικός πόλεμος αυτή τη φορά, νέες εντάσεις θα ελλοχεύουν όσο δεν αντιμετωπιστούν οι υποκείμενες αιτίες της σύγκρουσης. Η Ινδία θα πρέπει, τονίζει το βρετανικό περιοδικό, να τερματίσει την καταπίεση, την καταστολή της ελευθερίας του λόγου και την καταπάτηση ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο τμήμα του Κασμίρ που ελέγχει, κι όπου ο πληθυσμός είναι στην πλειοψηφία του μουσουλμανικός.
Αλλά το μεγαλύτερο πρόβλημα πηγάζει από την ανοχή που επιδεικνύει το Πακιστάν στις ομάδες των ισλαμιστών, που εδώ και καιρό θεωρούσε ως έναν ασύμμετρο μοχλό πίεσης. Μολονότι δεν έχει αποδειχθεί η εμπλοκή του Πακιστάν στο μακελειό της 22ας Απριλίου, την ευθύνη ανέλαβε μια ομάδα που συνδέεται με τη Lashkar-e-Taiba, αν και στη συνέχεια το διέψευσε υποστηρίζοντας ότι χάκερς εξαπέλυσαν κυβερνοεπίθεση σε λογαριασμούς της στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Ο ρόλος των μεγάλων δυνάμεων και της διεθνούς διπλωματίας
Η αντίδραση του Ντόναλντ Τραμπ ήταν μέχρι τώρα χλιαρή και περιορίστηκε σε μια έκκληση σε Ινδία και Πακιστάν να σταματήσουν τις εχθροπραξίες. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ προσφέρθηκε να βοηθήσει, με τον Economist να υποδεικνύει στην Ουάσιγκτον ότι θα πρέπει να καλέσει την κυβέρνηση του Πακιστάν να κλείσει τα στρατόπεδα τρομοκρατών και να καθίσει στο εδώλιο τους ηγέτες τους. Παράλληλα, διεθνείς οργανισμοί, που ασκούν ακόμη επιρροή στο Ισλαμαμπάντ, όπως το ΔΝΤ, θα πρέπει να ζητήσουν από την πακιστανική κυβέρνηση να κάνει περισσότερα.
Ανάλογες πιέσεις στο Πακιστάν θα πρέπει να ασκήσει και η Κίνα, που έχει εξελιχθεί στον ισχυρότερο προστάτη του, αλλά και οι χώρες του Κόλπου, όπως η Σαουδική Αραβία, το Κατάρ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, που έχουν φιλικές σχέσεις μαζί του εδώ και χρόνια, αν και τα οικονομικά τους συμφέροντα ευθυγραμμίζονται τώρα περισσότερο με την Ινδία», γράφει ο Economist. Και καταλήγει σημειώνοντας ότι με λίγη τύχη ο τελευταίος κύκλος βίας μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν θα αποκλιμακωθεί, «αλλά αργά ή γρήγορα η τύχη θα εξαντληθεί».