Οι τελευταίες εξελίξεις στο μέτωπο της Μέσης Ανατολής επιβεβαιώνουν αυτό που εξ αρχής επεσήμαναν οι πιο ψύχραιμοι αναλυτές στο δυτικό κόσμο: ότι ο πόλεμος δεν μπορεί να τελειώσει δίχως τη δημιουργία ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους.
Όταν το Ισραήλ δέχθηκε την τρομοκρατική επίθεση της Χαμάς, ακόμη και οι πιο φανατικοί υποστηρικτές των Παλαιστινίων στη Δύση του αναγνώρισαν το δικαίωμα στην αυτοάμυνα και στάθηκαν ανοιχτά στο πλευρό του. Πρώτοι από όλους οι Αμερικανοί - με κυβέρνηση Δημοκρατικών και πρόεδρο τον Μπάιντεν - και μαζί τους όλη η Ευρώπη, η Μεγάλη Βρετανία και ο Καναδάς. Η εξάρθρωση της Χαμάς ήταν ο εξ αρχής αποδεκτός στόχος της Ισραηλινής επέμβασης.
Από τις 7 Οκτωβρίου του 2023, που έγινε η τρομοκρατική επίθεση μέχρι σήμερα έχουν περάσει σχεδόν δυο χρόνια. Μέσα σε αυτό το χρονικό διάστημα το Ισραήλ σκότωσε τον αρχηγό της Χαμάς, κατάφερε καίριο πλήγμα στην Χεζμπολάχ και πέτυχε και μια στρατηγική νίκη έναντι του Ιράν - με τη βοήθεια των ΗΠΑ - καθυστερώντας το πυρηνικό του πρόγραμμα. Παρά ταύτα, στην Γάζα, που μαίνεται ο πόλεμος, η πολιτική Νετανιάχου οδηγεί το Ισραήλ σε προφανές στρατηγικό αδιέξοδο.
Ας δούμε τα στοιχεία που συνθέτουν αυτό το αδιέξοδο:
Πρώτον, ο Νετανιάχου ξεκίνησε τον πόλεμο για να εξαρθρώσει την Χαμάς αλλά δυο χρόνια μετά η τρομοκρατική οργάνωση παραμένει ζωντανή - άλλωστε αυτή είναι και η δικαιολογία που χρησιμοποιεί ο Νετανιάχου για τη συνέχιση ενός πολέμου που η συντριπτική πλειοψηφία της διεθνούς κοινότητας και ένα σημαντικό μέρος των ίδιων των Ισραηλινών του ζητούν να τερματίσει.
Δεύτερον, αυτό που ξεκίνησε ως δικαίωμα σε αυτοάμυνα με στόχο την εξάρθρωση της Χαμάς οδήγησε σε μια εκατόμβη νεκρών αμάχων - ανάμεσα τους και χιλιάδων μικρών παιδιών - που προκαλεί τον αποτροπιασμό της διεθνούς κοινής γνώμης και έχει οδηγήσει και στην έκδοση εντάλματος σύλληψης του Ισραηλινού πρωθυπουργού από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο. Ποιος μπορεί πραγματικά να πιστέψει ότι σε μια λωρίδα γης που ζουν 2,5 εκατομμύρια άνθρωποι μια επιχείρηση ισοπέδωσης με βομβαρδισμούς αμάχων, καταστροφή υποδομών και λιμοκτονία, δεν θα προκαλέσει και νέες γενιές τρομοκρατών;
Τρίτον, η πορεία που ακολουθεί ο Νετανιάχου τον οδηγεί σε ολοένα και πιο ανοιχτή σύγκρουση με τους περισσότερους από τους αρχικούς υποστηρικτές του Ισραήλ. Ξεκινώντας από την αυτοάμυνα, τους είχε όλους στο πλευρό του. Περνώντας στις σφαγές αμάχων και στην ισοπέδωση της Γάζας έχασε πολλούς. Τώρα, που μιλά πλέον ανοιχτά για προσάρτηση της Γάζας, χάνει πολύ περισσότερους και αντιμετωπίζει βαθύ ρήγμα ακόμη και μέσα στον ίδιο τον Ισραηλινό στρατό.
Το Ισραήλ είναι μια στρατιωτικά πανίσχυρη χώρα, με δυτικό προσανατολισμό και τεράστιες δυνατότητες στην Οικονομία, στην Τεχνολογία, στην Επιστήμη. Βρίσκεται σε μια ευαίσθητη περιοχή που το υποχρεώνει να είναι διαρκώς με το δάχτυλο στη σκανδάλη. Η πρόσφατη ιστορία έχει αποδείξει ότι η ισχύς του είναι τέτοια που μπορεί να κερδίσει κάθε μάχη. Αυτό, όμως, δεν αρκεί. Δεν έχει τελικά νόημα να κερδίζεις τον πόλεμο, όταν δεν είσαι σε θέση να χαράξεις μια στρατηγική που θα σου εξασφαλίσει - ή έστω θα σε βοηθήσει να επιδιώξεις - την ειρήνη. Το αδιέξοδο της στρατηγικής Νετανιάχου είναι ακριβώς αυτό. Η ιδέα ότι μπορεί να προκαλεί ανθρωπιστική καταστροφή και τελικά να προσαρτήσει την Γάζα τον φέρνει πλέον σε σύγκρουση με τη συντριπτική πλειοψηφία της διεθνούς κοινότητας. Το γεγονός ότι εξακολουθεί να έχει τη στήριξη του Τραμπ, δεν αρκεί. Κανένας πολιτικός δυτικής δημοκρατικής χώρας δεν μπορεί να θεωρείται εσαεί βέβαιος σύμμαχος εάν δεν έχει εξασφαλίσει την υποστήριξη της κοινής γνώμης. Ήδη το Ισραήλ χάνει με γοργούς ρυθμούς τη υποστήριξη των Δημοκρατικών στις ΗΠΑ, πράγμα αδιανόητο μέχρι πρόσφατα. Επίσης αδιανόητο ότι έχει ήδη χάσει την υποστήριξη της Μεγάλης Βρετανίας. Και βέβαια της Γαλλίας, της Ισπανίας και του Καναδά που ετοιμάζονται να αναγνωρίσουν παλαιστινιακό κράτος. Η ιδέα της «πλήρους κατάληψης» - ουσιαστικά, δηλαδή, της προσάρτησης - της Γάζας, είναι σύμπτωμα ενός στρατηγικού αδιεξόδου που οδηγεί το Ισραήλ σε έναν πόλεμο δίχως τέλος.