Μια σκιώδης ομάδα πίσω από τον Τζο Μπάιντεν διαδραμάτιζε καθοριστικό ρόλο στην πολιτική του Λευκού Οίκου, σύμφωνα με το νέο βιβλίο που κυκλοφορεί και έγραψαν δύο δημοσιογράφοι του CNN και του Axios.
Ένα νέο βιβλίο με τίτλο «Original Sin» φέρνει στο φως μια διαφορετική εκδοχή για τον τρόπο με τον οποίο ασκήθηκε η εξουσία στον Λευκό Οίκο κατά τη διάρκεια της προεδρίας του Τζο Μπάιντεν. Σύμφωνα με τους συγγραφείς, μια μικρή, στενή ομάδα -αποκαλούμενη από κάποιους και ως «πολιτικό γραφείο», λάμβανε τις κρίσιμες αποφάσεις, συχνά κρατώντας ακόμη και υπουργούς μακριά από τον ίδιο τον τότε πρόεδρο.
Οι σκιώδης ομάδα στον Λευκό Οίκο
Οι συγγραφείς Άλεξ Τόμσον Axios του και Τζέικ Τάπερ του CNN υποστηρίζουν ότι, καθώς η υγεία και η γνωστική επάρκεια του πρώην προέδρου Μπάιντεν παρουσίαζαν πτώση, η πραγματική εξουσία συγκεντρωνόταν σε αυτό το ανεπίσημο «πολιτικό γραφείο». Ανάμεσά τους ήταν βετεράνοι της πολιτικής όπως οι Μάικ Ντόνιλον, Στιβ Ριτσέτι, Μπρους Ριντ, Ρον Κλάιν αλλά και μέλη της οικογένειας όπως η πρώην πρώτη κυρία, Τζιλ Μπάιντεν και ο γιος του πρώην προέδρου, Χάντερ Μπάιντεν
Ο Ντόνιλον, μακροχρόνιος έμπιστος του Μπάιντεν, διατηρούσε μεγάλη επιρροή ως ανώτερος σύμβουλος και θεωρείτο ο άνθρωπος πίσω από τις βασικές στρατηγικές. Μάλιστα, κατά την προεκλογική εκστρατεία του 2024, φέρεται να έλαβε απολαβές 4 εκατομμυρίων δολαρίων. Ο Ριτσέτι, σύμβουλος του προέδρου και παλιός γνώριμος από τη θητεία του στην κυβέρνηση Κλίντον, διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο σε πολιτικά και νομοθετικά ζητήματα, φτάνοντας στο σημείο να καλεί δημοσιογράφους για να διαψεύσει φήμες για την υγεία του προέδρου.
Ο Ριντ, αναπληρωτής προσωπάρχης, θεωρούνταν «ειδήμων της πολιτικής» και ήταν υπεύθυνος για την εσωτερική πολιτική, ενώ ο Ρον Κλάιν, πρώην προσωπάρχης, διατήρησε επιρροή στον πρόεδρο ακόμα και μετά την αποχώρησή του από τον Λευκό Οίκο, σύμφωνα με τους συγγραφείς του βιβλίου.
«Πέντε άνθρωποι διοικούσαν τη χώρα και ο Τζο Μπάιντεν ήταν στην καλύτερη περίπτωση ένα ανώτερο μέλος του διοικητικού συμβουλίου», δήλωσε στους συγγραφείς μια πηγή που γνωρίζει τα εσωτερικά του Λευκού Οίκου.
Όπως αναφέρει η New York Post, το βιβλίο-βόμβα εξηγούσε ότι, ανεξάρτητα από τους επίσημους τίτλους, «στην πράξη, ο Ριντ ήταν ο πραγματικός σύμβουλος εσωτερικής πολιτικής, ο Ντόνιλον ήταν ο πραγματικός πολιτικός διευθυντής, ο Ρατσέτι ήλεγχε τις Νομοθετικές Υποθέσεις και ο Κλάειν ήλεγχε λίγο από όλα».
Ο ρόλος της οικογένειας Μπάιντεν στον Λευκό Οίκο
Επιπλέον, το βιβλίο τονίζει τον ρόλο της οικογένειας Μπάιντεν στη διακυβέρνηση. Η Τζιλ Μπάιντεν προσπάθησε να προστατεύσει τον σύζυγό της από λάθη, ενώ ο γιος του Χάντερ θεωρήθηκε βασικός παράγοντας πίεσης για να παραμείνει ο πατέρας του στην εκλογική κούρσα. Σύμφωνα με συμβούλους, η προσωπική πίεση που δέχθηκε ο πρόεδρος από τις οικογενειακές δυσκολίες φέρεται να επιτάχυνε τη γνωστική του φθορά.
Όπως σημειώνει το βιβλίο, το Πολιτικό Γραφείο είχε απορρίψει με σθένος και είχε μειώσει τις ανησυχίες σχετικά με την ηλικία και τη διανοητική οξύτητα του πρώην προέδρου. Οι σύμβουλοι είχαν γενικά δει «τις ανησυχίες για την ηλικία του Μπάιντεν απλώς ως ένα πολιτικό τρωτό σημείο, όχι ως σοβαρό περιορισμό», υποστηρίζει το βιβλίο.
Το «πολιτικό γραφείο», σύμφωνα με το βιβλίο, κρατούσε υπουργούς και υπαλλήλους του Λευκού Οίκου μακριά από τον πρόεδρο και προχωρούσε σε σημαντικές αποφάσεις -όπως οικονομικά πακέτα- χωρίς να υπάρχει συνεννόηση με καθοριστικά πρόσωπα, όπως η υπουργός Οικονομικών Τζάνετ Γέλεν. Το μοντέλο διοίκησης αυτό απείχε από εκείνο του πρώην προέδρου Ομπάμα, ο οποίος συνήθιζε να συζητά με αναπληρωτές και βοηθούς μεσαίου επιπέδου.
Τέλος, το βιβλίο αναδεικνύει και φαινόμενα όπως συγγενείς και φίλοι των βασικών μελών του «πολιτικού γραφείου» που φέρονται να έλαβαν καίριες θέσεις στη διοίκηση. Η ανιψιά του Ντόνιλον βρέθηκε στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας, η κόρη του Ριντ στον προγραμματισμό του προέδρου, ενώ και τα παιδιά του Ριτσέτι εργάστηκαν σε κυβερνητικούς ρόλους.
Παρά τις διαψεύσεις από συμμάχους του Μπάιντεν, οι συγγραφείς επιμένουν ότι το σκιώδες «πολιτικό γραφείο» έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη διακυβέρνηση της χώρας κατά την προεδρία Μπάιντεν, με τον ίδιο τον πρόεδρο να έχει μειούμενη άμεση συμμετοχή, αλλά να παραμένει, όπως λένε, «ενήμερος και με κάποια εξουσία».