Η νέα φάση των διπλωματικών προσπαθειών για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία είναι γεγονός, μετά την τηλεφωνική επικοινωνία του Ντόναλντ Τραμπ με τον Βλαντίμιρ Πούτιν.
Ένα νέο κεφάλαιο στις διπλωματικές προσπάθειες για την εξεύρεση ειρηνευτικής λύσης στον πόλεμο Ρωσίας-Ουκρανίας εγκαινίασε η μακρά τηλεφωνική επικοινωνία που είχαν ο πρόεδρος των ΗΠΑ και ο Ρώσος πρόεδρος.
Η συνομιλία, που διήρκεσε περίπου δυόμισι ώρες, χαρακτηρίστηκε από τον Αμερικανό ηγέτη «παραγωγική» και φαίνεται να αποτέλεσε το πρώτο βήμα για μια συνάντηση κορυφής στη Βουδαπέστη, με στόχο να διερευνηθεί η δυνατότητα τερματισμού του πολέμου που μαίνεται από το 2022.
Όπως δήλωσε και ο ίδιος στην ανάρτησή του με τη λήξη της τηλεφωνικής κλήσης, «συμφωνήσαμε ότι θα πραγματοποιηθεί συνάντηση των συμβούλων υψηλού επιπέδου την επόμενη εβδομάδα. Οι αρχικές συναντήσεις των Ηνωμένων Πολιτειών θα διευθύνονται από τον υπουργό Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο, μαζί με διάφορα άλλα άτομα που θα οριστούν. Ο τόπος της συνάντησης δεν έχει ακόμη καθοριστεί. Ο πρόεδρος Πούτιν και εγώ θα συναντηθούμε στη συνέχεια σε έναν συμφωνημένο τόπο, στη Βουδαπέστη της Ουγγαρίας, για να δούμε αν μπορούμε να θέσουμε τέλος σε αυτόν τον ''άδοξο'' πόλεμο μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας».
Λίγες ώρες αργότερα, όπως μεταδίδει το SkyNews, μιλώντας στον Λευκό Οίκο, ο Αμερικανός πρόεδρος ανέφερε ότι πιθανότατα θα συναντηθεί με τον Ρώσο ομόλογό του μέσα στις επόμενες δύο εβδομάδες. Δήλωσε, επίσης, ότι θα ενημερώσει τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι για τη συνομιλία του με τον Πούτιν κατά τη συνάντησή τους αύριο.
Η επικοινωνία πραγματοποιήθηκε έπειτα από μήνες ψυχρότητας μεταξύ των δύο πλευρών και σε μια στιγμή που ο Τραμπ επιχειρεί να κεφαλαιοποιήσει τη διπλωματική επιτυχία της εκεχειρίας στη Γάζα.
Ο Αμερικανός πρόεδρος, εμφανώς ενισχυμένος διεθνώς, φέρεται αποφασισμένος να επιδιώξει ανάλογο αποτέλεσμα και στην Ουκρανία, ένα ζήτημα που αποτελεί προεκλογική του δέσμευση και βασικό άξονα της εξωτερικής του πολιτικής.
Το παρασκήνιο με τους Tomahwk -Γιατί πήρε τηλέφωνο ο Πούτιν;
Σύμφωνα με όσα δήλωσε το Κρεμλίνο, η πρωτοβουλία για την τηλεφωνική επικοινωνία προήλθε από τον Πούτιν, γεγονός που δείχνει ότι το Κρεμλίνο αναζητεί δίαυλο επικοινωνίας με την Ουάσιγκτον.
Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της συνομιλίας, ο Ρώσος πρόεδρος προειδοποίησε τον Τραμπ ότι η παροχή πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς τύπου Tomahawk στην Ουκρανία θα επιδείνωνε τις σχέσεις ΗΠΑ-Ρωσίας και θα υπονόμευε κάθε ειρηνευτική διαδικασία. Σε αυτήν τη δήλωση μπορεί ίσως να βρει κανείς την απάντηση στο κίνητρο της πρωτοβουλίας του Ρώσου προέδρου να επικοινωνήσει με τον Αμερικανό ηγέτη.
Η αναφορά στους Tomahawks δεν ήταν τυχαία. Λίγες μέρες νωρίτερα, ο Τραμπ είχε δηλώσει ότι εξετάζει την αποστολή τέτοιων πυραύλων στην Ουκρανία, εάν η Ρωσία δεν επιδείξει διάθεση συνεργασίας.
«Αν αυτός ο πόλεμος δεν πρόκειται να διευθετηθεί, θα τους στείλω Tomahawks» είχε πει χαρακτηριστικά στους δημοσιογράφους, τονίζοντας ωστόσο ότι «η Ρωσία δεν το χρειάζεται αυτό».
Το μήνυμα ήταν σαφές από τον Τραμπ. Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι διατεθειμένες να χρησιμοποιήσουν την πίεση των εξοπλισμών ως μοχλό για την επιστροφή της Μόσχας στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Ο Πούτιν τελικά κάλεσε τον Τραμπ μία μόλις μέρα πριν από τη συνάντησή του με τον Ζελένσκι στην Ουάσιγκτον, την Παρασκευή, κατά την οποία, όπως έχει δηλώσει ο Ουκρανός πρόεδρος, θα τεθεί στο τραπέζι των συνομιλιών το ζήτημα των Tomahawk.
Μετά το τέλος της επικοινωνίας με τον Πούτιν, ο Τραμπ ανήρτησε στην πλατφόρμα του Truth Social ότι η συνομιλία του με τον Ρώσο πρόεδρο ήταν «πολύ παραγωγική».
Συνομίλησαν για δυόμισι ώρες -Θα τα πουν από κοντά στη Βουδαπέστη
«Ο πρόεδρος Πούτιν συνεχάρη εμένα και τις Ηνωμένες Πολιτείες για το μεγάλο επίτευγμα της ειρήνης στη Μέση Ανατολή, κάτι που, όπως είπε, ήταν όνειρο για αιώνες. Πιστεύω ότι η επιτυχία στη Μέση Ανατολή θα βοηθήσει στις διαπραγματεύσεις μας για τον τερματισμό του πολέμου Ρωσίας-Ουκρανίας», σημείωσε ο Τραμπ.
Στο ίδιο μήνυμα, ο Αμερικανός πρόεδρος ανέφερε ότι ο Πούτιν «ευχαρίστησε τη Μελάνια Τραμπ για την ενασχόλησή της με τα παιδιά» και πως οι δύο πλευρές συζήτησαν εκτενώς και για το μέλλον του εμπορίου μεταξύ Ρωσίας και Ηνωμένων Πολιτειών μετά τον πόλεμο.
Από ρωσικής πλευράς, το Κρεμλίνο επιβεβαίωσε την τηλεφωνική επικοινωνία και ταυτόχρονα υπογράμμισε ότι «η παροχή όπλων μεγάλου βεληνεκούς στην Ουκρανία θα έθετε σε κίνδυνο την ειρηνευτική διαδικασία».
Όπως προαναφέρθηκε, συμφωνήθηκε η συνάντηση ανώτερων αξιωματούχων το επόμενο διάστημα και στη συνέχεια συνάντηση κορυφής στη Βουδαπέστη.
Η Βουδαπέστη επελέγη, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, λόγω της «ουδέτερης» στάσης που τηρεί ο πρωθυπουργός της Ουγγαρίας Βίκτορ Όρμπαν απέναντι στη Μόσχα. Ο Όρμπαν χαιρέτισε τα σχέδια της συνάντησης με ανάρτησή του στο Χ, χαρακτηρίζοντάς την «σπουδαία είδηση για τους φιλειρηνικούς ανθρώπους του κόσμου».
Ο Αμερικανός πρόεδρος αναμένεται να ενημερώσει τον Ουκρανό ομόλογό του για το περιεχόμενο της συνομιλίας κατά τη συνάντησή τους στο Οβάλ Γραφείο.
Ο Λευκός Οίκος, μέσω της εκπροσώπου Καρολάιν Λέβιτ, δήλωσε ότι «ο πρόεδρος θεωρεί πως σημειώθηκε πρόοδος» και ότι είναι «δυνατή ακόμη και μια συνάντηση Πούτιν-Ζελένσκι».
Mπροστά σε νέο κεφάλαιο οι διαπραγματεύσεις για την Ουκρανία
Αναλυτές επισημαίνουν ότι η συνάντηση Πούτιν-Τραμπ ενδέχεται να μην οδηγήσει άμεσα σε συγκεκριμένη συμφωνία, αλλά αποτελεί μια σπάνια ευκαιρία επανεκκίνησης των διαύλων επικοινωνίας μεταξύ Ουάσιγκτον και Μόσχας, που είχαν μπει στον πάγο από τον περασμένο Αύγουστο.
Παρά τα εμπόδια, η προοπτική μιας συνάντησης κορυφής στη Βουδαπέστη έχει δημιουργήσει ελπίδες αλλά και ανησυχία. Οι αισιόδοξοι βλέπουν μια ιστορική ευκαιρία για αποκλιμάκωση. Οι πιο ρεαλιστές, ωστόσο, προειδοποιούν ότι η Ρωσία δύσκολα θα δεχθεί ουσιαστικές υποχωρήσεις.
Όπως και να έχει, εάν η επικείμενη συνάντηση στη Βουδαπέστη οδηγήσει έστω σε προσωρινή κατάπαυση του πυρός ή σε συμφωνία ανθρωπιστικών διαδρόμων, θα μπορούσε να θεωρηθεί σημαντικό βήμα και μια ακόμη διπλωματική επιτυχία του «ειρηνοποιού» Τραμπ.
Εάν, όμως, αποδειχθεί ακόμη μια αποτυχημένη απόπειρα διαλόγου, ο πόλεμος στην Ουκρανία κινδυνεύει να παραταθεί χωρίς ορατό τέλος και ο Τραμπ να βρεθεί εκτεθειμένος.
Σε κάθε περίπτωση, τα βλέμματα του πλανήτη, μετά τη Γάζα, στρέφονται τώρα ξανά στην Ουκρανία. Το ερώτημα είναι κατά πόσο θα παραμείνουν εκεί αυτήν τη φορά.