Η εμπορική πολιτική του Τραμπ έχει προκαλέσει μια έντονη αντιπαράθεση μεταξύ ΗΠΑ και Ευρώπης, καθοριστική για τις δύο πλευρές και τις μελλοντικές τους σχέσεις.
Η σύγκρουση έχει βαθιές ρίζες, που σχετίζονται όχι μόνο με την οικονομία, αλλά και με τις εκατέρωθεν πολιτικές στρατηγικές αλλά και τις ευρύτερες διεθνείς σχέσεις.
Ο μεν Τραμπ δείχνει αποφασισμένος να προχωρήσει στην πολιτική για την οποία είχε προειδοποιήσει την Ευρώπη, η ΕΕ όμως πιάνεται για άλλη μια φορά απροετοίμαστη και αποδεικνύει ότι βρίσκεται σε κρίση στρατηγικής. Κι αυτό παρά τις προειδοποιήσεις Ντράγκι - Λέτα και το αναπτυξιακό σχέδιο που επέχουν βάλει στο τραπέζι εδώ και ενάμιση χρόνο.
Η κλιμάκωση της έντασης μεταξύ ΗΠΑ και Ευρώπης άρχισε το 2018, όταν ο Τραμπ ανακοίνωσε την επιβολή δασμών σε εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου, επικαλούμενος την προστασία της εθνικής ασφάλειας. Αυτή η κίνηση πυροδότησε μια σειρά αντιδράσεων από χώρες-μέλη της Ε.Ε., οι οποίες προχώρησαν σε αντίμετρα εις βάρος αμερικανικών προϊόντων.
Η κατάσταση επιδεινώθηκε όταν οι ΗΠΑ επέβαλαν δασμούς σε αεροσκάφη της Airbus, ισχυριζόμενες ότι οι ευρωπαϊκές επιδοτήσεις στην εταιρεία παραβιάζουν τους κανόνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ). Η Ευρώπη αντέτεινε ότι οι δασμοί αυτοί είναι άδικοι και ανταγωνιστικοί, και ότι πλήττουν τις ευρωπαϊκές οικονομίες.
Η εμπορική αντιπαράθεση έχει σημαντικές συνέπειες για τις επιχειρήσεις και τους πολίτες και των δύο πλευρών του Ατλαντικού. Στις ΗΠΑ, οι δασμοί αύξησαν το κόστος παραγωγής σε ορισμένους τομείς, όπως η αυτοκινητοβιομηχανία, που εξαρτάται από ευρωπαϊκά εξαρτήματα. Οι καταναλωτές είδαν την αύξηση των τιμών στα προϊόντα που επηρεάστηκαν από τους δασμούς, ενώ οι εξαγωγείς αντιμετώπισαν προκλήσεις στην αγορά της Ε.Ε.
Από την άλλη πλευρά, οι ευρωπαϊκές χώρες που εξάγουν προϊόντα στις ΗΠΑ, όπως η Γαλλία και η Γερμανία, είδαν τις πωλήσεις τους να μειώνονται. Οι δασμοί δεν πλήττουν μόνο τις μεγάλες εταιρείες, αλλά και τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, που συχνά δεν διαθέτουν τους πόρους για να απορροφήσουν τις αυξήσεις κόστους. Η κατάσταση αυτή οδηγεί σε αβεβαιότητα στην αγορά και σε μειωμένη ανάπτυξη. Πόσο μάλλον όταν η ευρωπαϊκή βιομηχανία καλείται να γίνει πιο «ανταγωνιστική» την ώρα επιβαρύνεται με τριπλάσια τιμή ενέργειας (φυσικό αέριο και ρεύμα) σε σύγκριση με την Αμερική.
Η σύγκρουση αυτή έχει προφανώς πολιτική διάσταση. Ο Τραμπ, με την πολιτική του «America First», προσπαθεί να ενισχύσει την αμερικανική βιομηχανία και να κερδίσει την υποστήριξη των ψηφοφόρων που αισθάνονται ότι η παγκοσμιοποίηση έχει πλήξει τα συμφέροντά τους. Αντίστοιχα, οι ευρωπαϊκές χώρες προσπαθούν να διατηρήσουν μια κοινή στάση απέναντι στους δασμούς και να προστατεύσουν τα συμφέροντά τους, για τα οποία όμως δεν έχουν ξεκάθαρη αντίληψη και ολοκληρωμένη στρατηγική. Η διαφορά, λοιπόν, είναι ότι ο Τραμπ κινείται βάσει στρατηγικής, έχοντας στο πίσω μέρος του μυαλού του ένα αναπτυξιακό σχέδιο, βασισμένο στη δύναμη της Αμερικής, ενώ η ΕΕ παραμένει αμήχανη και περιορίζεται στην επικείμενη αύξηση των αμυντικών δαπανών χωρίς ένα παράλληλο σχέδιο ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας και στήριξης των επιχειρήσεων. Κινδυνεύει, έτσι, μέσα από τις επιπτώσεις του εμπορικού πολέμου του Τραμπ να χάσει βασικές κατακτήσεις της, όπως το κοινωνικό κράτος και η εγκαθίδρυση μιας πραγματικά κοινής αγοράς.
Η έκβαση της σύγκρουσης εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, όπως οι πολιτικές εξελίξεις στις ΗΠΑ, οι στρατηγικές που θα ακολουθήσουν οι ευρωπαϊκές χώρες και, βέβαια, οι διεθνείς οικονομικές συνθήκες. Αν ο Τραμπ καταφέρει να επιτύχει τους στόχους του, μπορεί να θεωρηθεί νικητής, ενισχύοντας την εικόνα του στο εσωτερικό των ΗΠΑ και κάνοντας μια ακόμη επίδειξη δύναμης, όπως αυτή στο ΝΑΤΟ, μετά την παρέμβασή του στη σύγκρουση Ισραήλ - Ιράν. Ωστόσο, αν οι δασμοί οδηγήσουν σε οικονομική ύφεση, οι πολίτες και οι επιχειρήσεις θα είναι οι μεγάλοι χαμένοι, κι αυτό δεν θα αφήσει ανεπηρέαστη ούτε την Αμερική.
Από την άλλη πλευρά, οι ευρωπαϊκές χώρες που θα καταφέρουν να διατηρήσουν τις εξαγωγές τους και να βρουν εναλλακτικές αγορές μπορεί να βγουν κερδισμένες. Ωστόσο, η αβεβαιότητα που προκαλεί η σύγκρουση μπορεί να οδηγήσει σε μακροχρόνιες συνέπειες για την παγκόσμια οικονομία.
Συνολικά, το μπρα-ντε-φερ Τραμπ - Ευρώπης για τους δασμούς δεν είναι απλώς μια οικονομική διαμάχη, αλλά και μια μάχη για την επιρροή και την πολιτική κυριαρχία, με συνέπειες που εκτείνονται πέρα από τις ακτές του Ατλαντικού.