Η Λόρα Ντόσον, μητέρα δύο παιδιών από το Λονδίνο, πέθανε την Κυριακή 29 Ιουνίου, λίγους μόλις μήνες μετά τη διάγνωση με καρκίνο του εντέρου σταδίου 3, τον Μάρτιο του 2024
Δημοσίευμα της Daily Mail, που αναδημοσιεύει το People, τονίζει πως είχε προηγηθεί μια περίοδος όπου η γυναίκα υπέφερε από φούσκωμα και έντονη κόπωση, συμπτώματα που θεώρησε ότι σχετίζονταν με ορμονικές αλλαγές. Όταν όμως ο πόνος έγινε αφόρητος και δεν μπορούσε να κινηθεί, μεταφέρθηκε εσπευσμένα στο νοσοκομείο.
Εκεί οι γιατροί αφαίρεσαν μια απόφραξη στο έντερο και η βιοψία αποκάλυψε την ύπαρξη καρκίνου σταδίου 3, ο οποίος είχε ήδη εξαπλωθεί σε γειτονικούς λεμφαδένες, όπως εξηγεί ο οργανισμός Cancer Research UK.
Τον Αύγουστο του 2024, η Λόρα έλαβε καλά νέα με καθαρή τομογραφία μετά από κύκλο χημειοθεραπείας. Ωστόσο, τον Σεπτέμβριο έγινε γνωστό ότι ο καρκίνος είχε επιστρέψει και είχε κάνει μεταστάσεις.
«Ήταν συγκλονιστικό», δήλωσε ο σύζυγός της, Μπεν Ντόσον. «Το μάθαμε τον Σεπτέμβριο και ήταν απλώς σπαρακτικό».
Σταμάτησε τις θεραπείες για να είναι κοντά στην οικογένειά της μέχρι το τέλος
Καθώς η κατάσταση της Λόρα χειροτέρευε, επέλεξε να σταματήσει τη θεραπεία της τον Μάιο, ώστε να περάσει τις τελευταίες της μέρες κοντά στην οικογένειά της. Λίγο πριν τον θάνατό της μεταφέρθηκε σε μονάδα ανακουφιστικής φροντίδας.
Σε δηλώσεις της πριν φύγει από τη ζωή, η Λόρα είχε αναφερθεί στην αλλαγή που βίωσε λόγω της ασθένειας: «Μερικές από τις πιο ευτυχισμένες μέρες της ζωής μου ήταν τις τελευταίες εβδομάδες».
«Ως κοινωνία, αποφεύγουμε να μιλάμε για τον θάνατο και έτσι ενισχύουμε την αρνητική του εικόνα. Όμως δεν είναι πάντα επώδυνος ή τρομακτικός — δεν χρειάζεται να είναι έτσι».
«Όλοι μέσα μας ξέρουμε ότι κάποτε θα πεθάνουμε. Ο καρκίνος με ανάγκασε να το αποδεχτώ. Από τότε έζησα πιο έντονα από ποτέ -και αυτό είναι ένα δώρο.»
Ο Μπεν και η Λόρα είχαν δύο γιους: τον 17χρονο Τζέικομπ και τον 15χρονο Θίο. Όπως εξήγησε ο σύζυγός της, πάντα μιλούσαν ανοιχτά στα παιδιά τους για την κατάσταση της μητέρας τους.
«Δεν τους κρύψαμε ποτέ τίποτα. Θέλαμε να είναι προετοιμασμένοι και να νιώθουν ότι μπορούν να μας εμπιστεύονται — αυτό μας βοήθησε πολύ σαν οικογένεια.»
Ο Μπεν κατέληξε λέγοντας ότι η Λόρα δεν άφησε ποτέ την ασθένεια να την καταβάλει: «Άλλοι βλέπουν το ποτήρι μισογεμάτο ή μισοάδειο. Η Λόρα ήταν ευγνώμων απλώς που είχε ένα ποτήρι - και ήθελε να το μοιραστεί με όλους».