Έξαλλοι είναι υπουργοί της κυβέρνησης του Ισραήλ με τη γενική εισαγγελέα που κρίνει παράνομο τον διορισμό νέου επικεφαλής στην υπηρεσία πληροφοριών της χώρας, επικαλούμενοι τον πόλεμο εναντίον της Χαμάς.
Την περασμένη εβδομάδα ο Μπέντζαμιν Νετανιάχου έκανε γνωστό πως θα τοποθετήσει στην κεφαλή της Σιν Μπετ -της υπηρεσίας πληροφοριών του Ισραήλ- τον υποστράτηγο Νταβίντ Ζίνι.
Η κίνηση αυτή έγινε παρά την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου της χώρας, σύμφωνα με την οποία η αποπομπή του προηγούμενου επικεφαλής, Ρονέν Μπαρ, ήταν παράνομη.
Η γενική εισαγγελέας Γκαλί Μπααράβ-Μιάρα, εκ της θέσης της, τοποθετήθηκε δημόσια σχετικά με τη νομιμότητα του διορισμού, λέγοντας πως αυτός είναι «άκυρος και παράνομος», καθώς «αγνοήθηκαν οι αποφάσεις στην επιλογή [του Ανώτατου Δικαστηρίου] και οι νομικές οδηγίες».

Μετά από αυτή τη θεσμική παρέμβαση, ο υπουργός Επικοινωνιών Σλόμο Κάρχι, που ανήκει στο κόμμα Λικούντ του Νετανιάχου, είπε πως «η προσπάθεια αποτροπής ενός πρωθυπουργού από τον διορισμό ενός επικεφαλής της Σιν Μπετ κατά τη διάρκεια πολέμου βλάπτει την εθνική ασφάλεια» και πως η γενική εισαγγελέας «θα πρέπει να οδηγηθεί στη δικαιοσύνη αμέσως μετά την απομάκρυνσή της».
Ο Κάρχι ισχυρίζεται ότι η νομική γνώμη της Μπαχάραβ-Μιάρα «αντιβαίνει πλήρως στο νόμο, τη δημοκρατία και την κοινή λογική» και δεν θα πρέπει να ληφθεί υπόψιν, μιλώντας μάλιστα για «σύγκρουση συμφερόντων», επειδή η κυβέρνηση έχει ξεκινήσει την περίπλοκη διαδικασία απόλυσής της. «Ο Νταβίντ Ζίνι πρέπει να διοριστεί με τον έναν ή τον άλλον τρόπο», προσέθεσε.
Ο υπουργός Παιδείας Γιόαβ Κις κατηγόρησε επίσης τη γενική εισαγγελέα ότι θέτει σε κίνδυνο την εθνική ασφάλεια, αποκαλώντας την «πολιτική παίκτρια με μοναδικό σκοπό την ανατροπή της κυβέρνησης» και απαιτώντας να προχωρήσει ο διορισμός του Ζίνι.
Ο ακροδεξιός υπουργός Εθνικής Ασφάλειας Ιταμάρ Μπεν Γκβιρ επανέλαβε την έκκλησή του για την απομάκρυνση της Μπαχαράβ-Μιάρα, και ο υφυπουργός Άλμογκ Κόεν προχώρησε ένα βήμα παραπέρα, λέγοντας ότι έχει πει στον Νετανιάχου ότι εάν ο Ζίνι δεν διοριστεί, θα παραιτηθεί από την κυβέρνηση λόγω της αποτυχίας αντιμετώπισης του «σιωπηλού πραξικοπήματος» από τη γενική εισαγγελέα.