Στο μικροσκόπιο της κυβέρνησης του Ντόναλντ Τραμπ μπαίνουν τα αρχεία άνω των 55 εκατομμυρίων κατόχων βίζας για πιθανές παραβιάσεις των κανόνων μετανάστευσης που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε ανάκληση και απέλαση.
Με την κυβέρνηση Τραμπ να επεκτείνει την καταστολή της μετανάστευσης, το Υπουργείο Εξωτερικών δήλωσε ότι όλοι οι αλλοδαποί που κατέχουν επί του παρόντος έγκυρες βίζες των ΗΠΑ υπόκεινται σε «συνεχή έλεγχο» για οποιαδήποτε ένδειξη ότι θα μπορούσαν να μην είναι επιλέξιμοι, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που έχουν ήδη γίνει δεκτοί στη χώρα. Σε περίπτωση που προκύψουν τέτοια στοιχεία, η βίζα θα ανακληθεί και, εάν ο κάτοχος της βίζας βρίσκεται στις ΗΠΑ, θα υπόκειται σε απέλαση.
«Το Υπουργείο Εξωτερικών ανακαλεί βίζες κάθε φορά που υπάρχουν ενδείξεις πιθανής μη επιλεξιμότητας, οι οποίες περιλαμβάνουν στοιχεία όπως τυχόν ενδείξεις υπέρβασης της επιτρεπόμενης διάρκειας παραμονής, εγκληματικής δραστηριότητας, απειλών για τη δημόσια ασφάλεια, συμμετοχής σε οποιαδήποτε μορφή τρομοκρατικής δραστηριότητας ή παροχής υποστήριξης σε τρομοκρατική οργάνωση», δήλωσε εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ.
Η κυβέρνηση Τραμπ εντείνει την καταστολή της μετανάστευσης στις ΗΠΑ
To νέο μέτρο της κυβέρνησης Τραμπ περιλαμβάνει επίσης τις τουριστικές βίζες. Εάν προκύψουν νέα στοιχεία κατά την αναθεώρηση, η βίζα μπορεί να ανακληθεί και το άτομο να απελαθεί. Το πώς ακριβώς μπορεί να εφαρμοστεί μια τόσο πολύπλοκη διαδικασία σε αυτή την κλίμακα παραμένει ασαφές προς το παρόν. Ωστόσο, προβλέπονται επίσης ρητά στοιχεία για τη συμπεριφορά των ανθρώπων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Το 2024, το Υπουργείο Εξωτερικών εξέδωσε περίπου έντεκα εκατομμύρια προσωρινές βίζες, εκ των οποίων, σύμφωνα με την Washington Post, περίπου το 77% εκδόθηκε σε επαγγελματίες ταξιδιώτες και τουρίστες. Περίπου το 7% αφορούσε σε φοιτητές ή παρόμοιες ομάδες. Ο αριθμός των 55 εκατομμυρίων υποδηλώνει ότι προσμετρήθηκαν και άτομα που δεν βρίσκονται επί του παρόντος στις ΗΠΑ αλλά έχουν βίζες πολλαπλών εισόδων.
Είχε προηγηθεί την Τρίτη ανακοίνωση της κυβέρνησης Τραμπ την Τρίτη ότι θα αναζητήσει «αντιαμερικανικές» απόψεις, μεταξύ άλλων και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, κατά την αξιολόγηση των αιτήσεων ατόμων που επιθυμούν να ζήσουν στις Ηνωμένες Πολιτείες.