Χωρίς κάποια δραματική ανατροπή των δεδομένων, στις 8 Σεπτεμβρίου ο Φρανσουά Μπαϊρού δεν θα λάβει ψήφο εμπιστοσύνης, και τότε ο Εμανουέλ Μακρόν θα βρεθεί, πάλι, απέναντι σε δύσκολες αποφάσεις.
Αφού ο Φρανσουά Μπαϊρού έπαιξε τα ρέστα του, ρισκάροντας να χάσει την εμπιστοσύνη της Εθνοσυνέλευσης, ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν μάλλον θα κληθεί να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά, όμως οι επιλογές του θα είναι οι εξής, λιγοστές:
- Ο διορισμός ενός νέου πρωθυπουργού
- Η συγκρότηση κυβέρνησης τεχνοκρατών
- Η διάλυση της Εθνοσυνέλευσης
Μιας και από το 2022 έχει διορίσει ήδη τέσσερις πρωθυπουργούς (Ελιζαμπέτ Μπορν, Γκαμπριέλ Ατάλ, Μισέλ Μπαρνιέ και Φρανσουά Μπαϊρού), αναλυτές αναρωτιούνται ποιο άλλο στέλεχος μπορεί να χρίσει πρωθυπουργό και να καταφέρει σε ό,τι απέτυχαν οι προηγούμενοι: Να πείσει δηλαδή τις άλλες πτέρυγες της Εθνοσυνέλευσης προς την κατεύθυνση της συνεννόησης για μια δύσκολη δημοσιονομική προσαρμογή.
Ο Μακρόν θα μπορούσε να αναθέσει εκ νέου στον Μπαϊρού τον σχηματισμό κυβέρνησης, όμως το πρόβλημα θα παρέμενε ακέραιο εφόσον το σχέδιο του προϋπολογισμού έμενε ως έχει.
Μια άλλη λύση για τον Μακρόν θα ήταν να αναθέσει την πρωθυπουργία σε κάποιο άλλο πρόσωπο εμπιστοσύνης του ιδίου και του Ματινιόν, όπως στον υπουργό Άμυνας Σεμπαστιάν Λεκορνί. «Όμως, η κατάσταση θα παρέμενε η ίδια εφόσον αυτός ο πρωθυπουργός δεν παρουσίαζε έναν ριζικά διαφορετικό προϋπολογισμό», εκτιμά ο πολιτικός επιστήμονας Βενσάν Μαρτινί.
Απομένει η επιλογή ενός πρωθυπουργού προερχόμενου από την Αριστερά. «Όμως, πιθανότατα είναι πολύ αργά», καθώς οι θέσεις των κομμάτων γίνονται πιο άκαμπτες όσο πλησιάζουν οι προεδρικές εκλογές του 2027, θεωρεί ο Ματιέ Γκαλάρ, διευθυντής έρευνας στο ινστιτούτο δημοσκοπήσεων Ipsos.
Υπάρχει, επίσης, η λύση της κυβέρνησης τεχνοκρατών, που θα φέρει λίγη περισσότερη σταθερότητα, ενόψει και των μέτρων απομείωσης του χρέους που θα πρέπει να επιβάλει.
Όσο για το ενδεχόμενο προκήρυξης νέων βουλευτικών εκλογών, το πρόσφατο παρελθόν δεν τον δικαίωσε. Η τελευταία διάλυση της Εθνοσυνέλευσης έγινε πριν από μόλις 14 μήνες, τον Ιούνιο του 2024, μετά τη σαρωτική ήττα του κόμματος Μακρόν στις ευρωεκλογές. Από τις βουλευτικές εκλογές που ακολούθησαν προέκυψε ένα κατακερματισμένο Κοινοβούλιο, κυβερνήσεις μειοψηφίας και το εν εξελίξει πολιτικό χάος.
Το «παλεύει» ο Μπαϊρού, αλλά δύσκολα θα κρατηθεί
Πάντως, από το περιβάλλον του Μπαϊρού προκύπτει πως ο πρωθυπουργός δεν παραδίδει τα όπλα, παρά τις «κλειστές πόρτες» που έχει απέναντί του.
«Το αποτέλεσμα είναι γνωστό εκ των προτέρων, εκτός αν βρει, μέσα στις επόμενες δέκα ημέρες, έναν δρόμο που θα οδηγεί σε πραγματική διαπραγμάτευση με τις πολιτικές δυνάμεις» οι οποίες θέλουν «να ξηλώσουν ένα μέρος του σχεδίου του προϋπολογισμού», σημείωσε ο Μαρτινί.
Ο Μπαϊρού φαίνεται αποφασισμένος να επικεντρώσει τις προσπάθειές του ώστε να μεταπείσει τους Σοσιαλιστές, των οποίων οι έδρες αρκούν για να τον κρατήσουν στην εξουσία.
Σε ομιλία του σε θερινό πανεπιστήμιο είπε ότι οι βουλευτές έχουν στη διάθεσή τους «13 ημέρες για να πουν αν θα ταχθούν με το χάος ή την υπευθυνότητα».
Ο Γάλλος πρωθυπουργός επανέλαβε ότι τα υψηλότερα εισοδήματα θα κληθούν να καταβάλουν μια «συγκεκριμένη προσπάθεια» στον προϋπολογισμό του 2026 και πρότεινε να ανατεθεί στα συνδικάτα η διαχείριση της ασφάλισης γήρατος εφόσον η Εθνοσυνέλευση του επιτρέψει να συνεχίσει το έργο του.
Η αντιπολίτευση απορρίπτει τις δημοσιονομικές περικοπές
Τόσο η αντιπολίτευση όσο και η κοινή γνώμη απορρίπτουν το σχέδιο δημοσιονομικών περικοπών, ύψους περίπου 44 δισ. ευρώ. Μετά και το κάλεσμα σε κινητοποιήσεις στις 10 Σεπτεμβρίου, ο πρωθυπουργός έπαιξε το τελευταίο του χαρτί τη Δευτέρα, ανακοινώνοντας ότι θα ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης δύο ημέρες νωρίτερα: στις 8 του μηνός.
Ήδη από τη Δευτέρα δεν αφήνουν σχεδόν κανένα περιθώριο αισιοδοξίας για την κυβέρνηση, η οποία στερείται πλειοψηφίας από τη συγκρότησή της, τον Δεκέμβριο. Εάν δεν υπάρξει κάποια δραματική αλλαγή των δεδομένων, η αντιπολίτευση διαβεβαιώνει ότι η Γαλλία θα μείνει ουσιαστικά χωρίς κυβέρνηση, σε δύο εβδομάδες.
Οικονομικές αναταράξεις λόγω της πολιτικής αστάθειας
Αυτή η πολιτική αστάθεια, κάτι πρωτόγνωρο για την Ε' Γαλλική Δημοκρατία, που εγκαθιδρύθηκε το 1958 ακριβώς για να μπει ένα τέλος στο «βαλς των κυβερνήσεων», προκλήθηκε από τη διάλυση της Εθνοσυνέλευσης, τον Ιούνιο του 2024, από τον πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν, μετά την ήττα του κόμματός του στις ευρωεκλογές.
Οι βουλευτικές εκλογές που ακολούθησαν οδήγησαν στον σχηματισμό μιας Εθνοσυνέλευσης διαιρεμένης σε τρία μπλοκ: συμμαχία της Αριστεράς, Μακρονιστές και Δεξιά, Ακροδεξιά. Κανένα από αυτά τα μπλοκ δεν διαθέτει απόλυτη πλειοψηφία.
Η αστάθεια μπορεί να οδηγήσει και σε οικονομικές αναταράξεις. Ένδειξη της ανησυχίας που επικρατεί είναι το ότι το Χρηματιστήριο του Παρισιού έκλεισε με πτώση 1,70% σήμερα, με μεγάλες χαμένες τις τράπεζες, που διακρατούν μεγάλο μέρος των κρατικών ομολόγων.

Το δημόσιο χρέος της Γαλλίας ανέρχεται στο 114% του ΑΕΠ της, είναι δηλαδή το τρίτο μεγαλύτερο στην ευρωζώνη, μετά από εκείνα της Ελλάδας και της Ιταλίας.
Οίκος αξιολόγησης Scope: Η κατάρρευση της κυβέρνησης η πιο πιθανή έκβαση
Ο οίκος αξιολόγησης Scope, σύμφωνα με το πρακτορείο Reuters, προβλέπει ότι η κατάρρευση της γαλλικής κυβέρνησης είναι η πιο πιθανή έκβαση της τρέχουσας πολιτικής αναταραχής στη χώρα, και προφανώς μια τέτοια εξέλιξη θα έχει αρνητικές επιπτώσεις στο πιστωτικό της προφίλ.
Προσπαθώντας να κατευνάσει τις ανησυχίες, ο υπουργός Οικονομικών Ερίκ Λομπάρ διαβεβαίωσε ότι η Γαλλία «σήμερα δεν απειλείται από καμία παρέμβαση, ούτε του ΔΝΤ, ούτε της ΕΚΤ, ούτε κανενός άλλου διεθνούς οργανισμού».