Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπέντζαμιν Νετανιάχου έσπευσε να καταδικάσει την αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους από πολλούς ιστορικούς συμμάχους της χώρας του.
Ωστόσο, οι επιλογές του ίσως είναι πιο περιορισμένες απ’ ό,τι θα ήθελε να πιστέψουν εκείνοι που τον στηρίζουν.
Ο Νετανιάχου έχει απειλήσει μεν με προσάρτηση κατεχόμενων Παλαιστινιακών εδαφών και ανάληψη διμερούς δράσης κατά χωρών που μετέχουν στο κύμα αναγνώρισης παλαιστινιακού κράτους, αλλά όπως σημειώνει σε ανάλυσή του ο Guardian, μια επίσημη διεκδίκηση τμήματος ή ολόκληρης της Δυτικής Όχθης θα έθετε σε κίνδυνο τις Συμφωνίες του Αβραάμ, την ιστορική συμφωνία που εξομάλυνε τις σχέσεις του Ισραήλ με περιφερειακές δυνάμεις – των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων (ΗΑΕ) συμπεριλαμβανομένων - και αποτέλεσε το μεγαλύτερο επίτευγμα στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής του Ντόναλντ Τραμπ στην πρώτη θητεία του, αλλά και σημαντικό επίτευγμα για τον ίδιο τον Νετανιάχου.
Τα ΗΑΕ, ένας από τους σημαντικότερους εταίρους των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή, έχουν ήδη χαρακτηρίσει «κόκκινη γραμμή» μια προσάρτηση της Δυτικής Όχθης από το Ισραήλ, ενώ η κατάρρευση των Συμφωνιών του Αβραάμ θα ενείχε υψηλό κίνδυνο αποξένωσης του σημαντικότερου υποστηρικτή του Νετανιάχου, του Τραμπ.
Το δίλημμα της διμερούς απάντησης στις χώρες που αναγνωρίζουν παλαιστινιακό κράτος
Το Ισραήλ επέλεξε να απαντήσει διμερώς στην Ιρλανδία, τη Νορβηγία και την Ισπανία όταν αναγνώρισαν τον περασμένο χρόνο παλαιστινιακό κράτος, μεταξύ άλλων ανακαλώντας τους πρεσβευτές του από τις χώρες αυτές.
Μια αντίστοιχη κίνηση τώρα, που τόσοι πολλοί σημαντικοί σύμμαχοί του έκαναν το ίδιο, θα ήταν πολύ πιο περίπλοκη και θα μπορούσε να προκαλέσει στο Ισραήλ μεγαλύτερη ζημιά από την επίτευξη των στόχων του, σημειώνουν Ισραηλινοί πρώην διπλωμάτες,
Μια τέτοια κίνηση θα επιτάχυνε την πορεία του Ισραήλ προς την κατάσταση της απομονωμένης «σούπερ Σπάρτης» , την οποία ανέφερε την περασμένη εβδομάδα ο Νετανιάχου υποστηρίζοντας ότι η χώρα του θα πρέπει να αποκτήσει οικονομική αυτάρκεια για να αντιμετωπίσει τις προσπάθειες απομόνωσής της, πρόταση, ωστόσο, που απέσυρε μετά την κατακραυγή που προκάλεσε και τις προειδοποιήσεις για τον οικονομικό της αντίκτυπο.
«Νομίζω ότι είναι τόσο δύσκολο το δίλημμα για τον Νετανιάχου, που αποφάσισε να το αναβάλει. Δεν υπάρχει περίπτωση το Ισραήλ να μην απαντήσει και δεν υπάρχει περίπτωση το Ισραήλ να απαντήσει με έξυπνο τρόπο. Το υπουργικό συμβούλιο είναι αναγκασμένο να συζητήσει ποιο λάθος θα πρέπει να κάνει», δήλωσε ο Άλον Λίελ, πρώην διπλωμάτης που διετέλεσε γενικός πρόξενος του Ισραήλ στη Νότια Αφρική.
Συνάντηση Νετανιάχου με Τραμπ
Η εβραϊκή πρωτοχρονιά χθες και σήμερα Τρίτη, η οποία συμπίπτει με τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη, έδωσε στον Νετανιάχου την ευκαιρία να πάρει μια ανάσα, ενώ εξετάζει τις επιλογές του.
Ο Νετανιάχου μεταβαίνει στις ΗΠΑ για τη Γ.Σ. του ΟΗΕ και όπως είπε, η απάντησή του στην αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους από τη Βρετανία, τη Γαλλία κι άλλες χώρες θα δοθεί μετά τη συνάντησή του με τον, Ντόναλντ Τραμπ, αφού προηγουμένως ο τελευταίος θα συναντηθεί με Άραβες ηγέτες στη Νέα Υόρκη.
Πριν από την αναχώρησή του ο Νετανιάχου συγκάλεσε συνεδρίαση του ισραηλινού υπουργικού συμβουλίου ασφαλείας, προκειμένου να συζητήσουν πιθανές αντιδράσεις στην αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους, ανέφεραν ισραηλινά ΜΜΕ.Και σε μια προφανή ένδειξη των ανησυχιών για τους κινδύνους που θα ενείχε μια προσάρτηση κατεχόμενων Παλαιστινιακών εδαφών, δεν προσκλήθηκαν οι δύο πιο ένθερμοι υποστηρικτές αυτής της προσέγγισης,.οι ακροδεξιοί υπουργοί Ιταμάρ Μπεν Γβιρ και Μπεζαλέλ Σμότριτς.
Οι νομικοί μπελάδες του Νετανιάχου
Πέρα από την ανησυχία για το μέλλον των Συμφωνιών του Αβραάμ, που ο Τραμπ και ο Τζο Μπάιντεν ήλπιζαν να επεκταθεί για να συμπεριλάβει και τη Σαουδική Αραβία, πολλοί συγγενείς και σύμμαχοι του Ρεπουμπλικανού προέδρου των ΗΠΑ έχουν οικονομικούς δεσμούς στη Μέση Ανατολή.
Ωστόσο, οι εσωτερικές πολιτικές πιέσεις που δέχεται ο Ντανιάχου λόγω της δίκης του για διαφθορά και λόγω των επερχόμενων εκλογών μπορεί να υπερτερούν των ανησυχιών για μια κόντρα με τον Τραμπ, όπως εκτιμά ένας άλλος Ισραηλινός πρώην διπλωμάτης, ο Άλον Πίνκας.
«Προ διετίας ή τριετίας ο Νετανιάχου δεν θα τολμούσε να προσαρτήσει τίποτε. Αλλά ο Νετανιάχου του Σεπτεμβρίου του 2025 είναι αποκομμένος από την πραγματικότητα και σε μια οξεία φάση αυταπάτης ότι αναδιαμορφώνει τον περιφερειακό χάρτη. Φοβάται τις εκλογές, φοβάται τη δίκη του. Αν όλα αυτά δείχνουν προς την κατεύθυνση μιας μερικής προσάρτησης [κατεχόμενων παλαιστινιακών εδαφών] ίσως όντως να κάνει κάτι», πρόσθεσε ο Πίνκας.
«Επιβράβευση της τρομοκρατίας»
Εντός του Ισραήλ ο πολιτικός κόσμος αντιδρά με οργή προς τις χώρες που προχώρησαν στην αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους εμμένοντας παράλληλα στην άποψη ότι η κίνηση αυτή είναι μια άσχετη χειρονομία προς ένα κενό σύμβολο.
Πολιτικοί από όλο το φάσμα, από την ακροδεξιά μέχρι τον κεντροαριστερό ηγέτη Γιαΐρ Γκολάν, έχουν καταδικάσει την αναγνώριση του παλαιστινιακού κράτους ως «επιβράβευση της τρομοκρατίας».
Αλλά μολονότι ένα κυρίαρχο παλαιστινιακό κράτος παραμένει περισσότερο μια ιδέα παρά μια πραγματικότητα, η αναγνώριση έχει βαθιές νομικές και διπλωματικές επιπτώσεις. Η αναγνώριση από τη Βρετανία έχει μάλιστα ιδιαίτερο διπλωματικό και ιστορικό βάρος λόγω του ρόλου που είχε παίξει στη διαμόρφωση των βάσεων για τη δημιουργία του κράτους του Ισραήλ με τη διακήρυξη Μπάλφουρ του 1917.