Μπροστά σε ένα πλήθος οπαδών του στο Μίτσιγκαν, ο Ντόναλντ Τραμπ καυχήθηκε ότι η θητεία του μετράει ήδη «τις 100 πιο επιτυχημένες πρώτες ημέρες» στην ιστορία των ΗΠΑ.
Ήταν άλλη μια ομιλία-επίδειξη μεγαλομανίας, έπαρσης, αυτοαναφορικότητας και ύβρεων, όπως μας έχει συνηθίσει ο Αμερικανός πρόεδρος. Με τους ίδιους πάντα εχθρούς: τον «κοιμισμένο» Τζο, τα «ψευδόμενα» μίντια, τους δικαστές «κομουνιστές», τους δυτικούς συμμάχους που «μάς έκλεψαν στο εμπόριο», τον επικεφαλής της FED Τζερόμ Πάουελ που «δεν κάνει πολύ καλή δουλειά», την ιδεολογία woke, την αιολική ενέργεια κλπ. Τα κλασικά τραμπικά κόλπα πάντα σε κυκλοφορία.
Καυχήθηκε, φυσικά, για την νέα «χρυσή εποχή» που -υποτίθεται- θα φέρει στην οικονομία με την πολιτική προστατευτισμού, καθώς και για τις απελάσεις παράνομων μεταναστών. Το πλήθος των συγκεντρωμένων στο Μίτσιγκαν φώναζε εν χορώ «ΗΠΑ! ΗΠΑ!» την ώρα που το βίντεο wall έδειχνε ταλαιπωρημένους μετανάστες με χειροπέδες ενώ τους ξύριζαν τα κεφάλια. Μια από τις συμβούλους του, η Μάργκο Μάρτιν, ανέβηκε στη σκηνή φωνάζοντας: «Τραμπ και το 2028, σας λέει;», νύξη για μια υποθετική τρίτη θητεία, την οποία το αμερικανικό σύνταγμα απαγορεύει.
Ωστόσο, η πραγματικότητα άλλα καταγράφει. Πλέον ο πρόεδρος των ΗΠΑ εμπνέει λιγότερο σεβασμό -εντός και εκτός συνόρων- και περισσότερη ανησυχία ή δυσφορία. Η υπόσχεση που έδωσε στις 20 Ιανουαρίου, όταν έλεγε κατηγορηματικά ότι «από σήμερα η χώρα μας θα γίνει ξανά επιτυχημένη και σεβαστή σε όλο τον κόσμο, θα γίνουμε ζηλευτοί σε όλον τον πλανήτη», βρίσκεται στον αέρα.
Ποτέ η Αμερική, στην σύγχρονη πολιτική ιστορία της, δεν γνώρισε 100 πρώτες ημέρες τόσο φρενήρεις και χαοτικές, κατά κοινή ομολογία. Ο Τραμπ, ο οποίος κληρονόμησε από τον Μπάιντεν μια σχετικά υγιή οικονομία, ώθησε την Αμερική σε έναν άφρονα και σαματατζίδικο εμπορικό πόλεμο που προκάλεσε μόνο αβεβαιότητα στο εξωτερικό και φόβους στο εσωτερικό για ύφεση και άνοδο του πληθωρισμού. Απαξίωσε μεθοδικά τους συμμάχους του και έθεσε βίαια τέλος στη διεθνή βοήθεια που ήταν κρίσιμη για τις φτωχότερες χώρες του πλανήτη. Στην Ουκρανία έκανε ολική στροφή, υιοθετώντας τη ρητορική της Μόσχας, αλλά αποδεικνύεται αδύναμος να καθορίσει τη συνέχεια του πολέμου τον οποίο υποτίθεται θα σταματούσε σε 24 ώρες. Επίσης, η σιωπή του σχετικά με τη συνεχιζόμενη διένεξη στη Γάζα είναι ανησυχητική.
Σε ένα πρόσφατο υπουργικό συμβούλιο αντιμετώπισε το ενδεχόμενο ύφεσης της αμερικανικής οικονομίας, λόγω δασμών που επέβαλε, με τη γνωστή του ελαφράδα. «Ίσως τα παιδιά να έχουν δύο κούκλες αντί για δέκα και ίσως οι δύο κούκλες να κοστίσουν μερικά δολάρια παραπάνω», είπε. Ούτε λέξη για τους αριθμούς που δείχνουν συνολική υποχώρηση του ΑΕΠ της χώρας [-0,3%] ενώ η αμερικανική οικονομία ήταν ακόμη ισχυρή στα τέλη του 2024 [+2,4%].
Χρειάστηκαν δηλαδή μόνο εκατό ημέρες στον Τραμπ ώστε να φθείρει σοβαρά τη διεθνή εικόνα της χώρας του, να βρεθεί σε εμπορικό πόλεμο με ολόκληρο τον πλανήτη και να σπείρει χάος στο εσωτερικό των ΗΠΑ, όπου η οικονομία ταλανίζεται, οι θεσμοί κακοποιούνται και το δίκαιο ερμηνεύεται κατά το δοκούν. Ακόμη και στην παράνομη μετανάστευση, που πέτυχε να μειώσει δραστικά επί ημερών του, εφάρμοσε μεθόδους για να απελάσει όσους κρίνει ανεπιθύμητους καταπατώντας στοιχειώδεις αρχές δικαίου.
Πλέον τα διεθνή μέσα μιλούν για «εκατό μέρες ενός μοναρχικού παραληρήματος που συνδιάζεται με θεμελιώδη ανικανότητα», [The Guardian]. «Η έννοια της εξουσίας για εκείνον είναι μια απόκλιση προς τον αυταρχισμό», έγραψαν οι New York Times. Ο Γάλλος Ζακ Ατταλί, πιο πληθωρικός, συνέκρινε τις εκατό μέρες Τραμπ με τις απαρχές του χιτλερισμού: «Και επί Χίτλερ όλα άρχισαν από την προπαγάνδα, τα fake news, τις δημαγωγικές υποσχέσεις στις μεσαίες τάξεις, την υπόδειξη φαντασιακών εχθρών, το σταμάτημα ορισμένων επιστημονικών ερευνών, το κυνήγι των ασθενέστερων και των μεταναστών, την αμφισβήτιση των δικαστικών αποφάσεων», έγραψε στο προσωπικό του μπλογκ [attali.com].
Όλες οι δημοσκοπήσεις πλέον συγκλίνουν στην απότομη φθορά και πτώση της δημοτικότητας του Αμερικανού προέδρου. Σύμφωνα με Washington Post, New York Times και ABC News, μόνο 39% των Αμερικανών συμφωνούν με τον τρόπο που ασκεί την εξουσία. Η απάντησή του ήταν στα γνωστά, εξωφρενικά πλαίσια: Κατηγόρησε τα παραπάνω μεγάλα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης ότι είναι «άρρωστα» και δήλωσε ότι θα βρεθούν στο στόχαστρο μιας έρευνας για «εκλογική νοθεία»!
Πολλοί θεωρούν ελάχιστα πιθανό ο Αμερικανός πρόεδρος να μάθει από τα λάθη των πρώτων 100 ημερών. Εκτιμούν ότι ούτε το Ρεπουμπλικανικό κόμμα -που δείχνει μια ανεξήγητη δουλικότητα- αναμένεται άμεσα να αντιδράσει. Αντίθετα, οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει ο Τραμπ φαίνεται πως θα τον ωθήσουν σε μεγαλύτερες ακρότητες. Για όσο τουλάχιστον ακόμη μπορεί να υπολογίζει στην εκλογική του βάση, που τον στήριξε στις χειρότερες στιγμές της πολιτικής του καριέρας.
Εμπεδώνεται πάντως η εκτίμηση ότι η πολιτική του συνολικά οδεύει σε αποτυχία. Ήδη διαψεύδονται όσοι ήλπιζαν ότι ο Αμερικανός δισεκατομμυριούχος θα ενέπνεε και θα εξήγαγε ένα παγκόσμιο κίνημα αποκαθήλωσης των κεντρώων δυνάμεων υπέρ των λαϊκιστών της ακροδεξιάς. Το πρώτο μάθημα ήρθε από τους Φιλελεύθερους του Κάρνεϊ στον Καναδά που παρότι υπολείπονταν ως 25 μονάδες στις δημοσκοπήσεις κέρδισαν καθαρά τις εκλογές. Ενώ ο συντηρητικός υποψήφιος, θερμός οπαδός του τραμπισμού, δεν βγήκε ούτε βουλευτής στην περιφέρειά του. Έρχονται και οι εκλογές στην Αυστραλία που θα δείξουν κατά πόσον όντως υποχωρεί το κίνημα MAGA. Πολλές δημοκρατίες στη Δύση βιώνουν τα ίδια προβλήματα που επανέφεραν τον Τραμπ στην εξουσία, από το υψηλό κόστος διαβίωσης και τη στεγαστική κρίση μέχρι το μεταναστευτικό. Αλλά ο Τραμπ σταδιακά παύει να αποτελεί πρότυπο για τους απανταχού λαϊκιστές. Ευτυχώς.