«Η ανάγκη για κοινή ευρωπαϊκή στρατηγική δεν είναι πια επιλογή — είναι μονόδρομος. Όσο η Ευρώπη καθυστερεί, τόσο ενισχύεται η αποσταθεροποίηση στις χώρες-πύλες εισόδου και η Ελλάδα δεν μπορεί να παραμείνει μόνη της στον ρόλο του «προμαχώνα».
Στον απόηχο των συνομιλιών του Πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, με την Ιταλίδα Πρωθυπουργό, Τζόρτζια Μελόνι, ο Νίκος Σπανός, Ναύαρχος Λ.Σ. (ε.α.) και πρώην Διευθυντής Λιμένων και Λιμενικής Αστυνομίας, αναφέρεται μέσω του iefimerida.gr στη στρατηγική αναγκαιότητα για ένα νέο ευρωπαϊκό πλαίσιο αντιμετώπισης της μετανάστευσης που δεν θα περιορίζεται σε ρητορικές διακηρύξεις, αλλά θα περιλαμβάνει συντονισμένες επιχειρησιακές δράσεις στα εξωτερικά σύνορα, θεσμική θωράκιση και υποστήριξη των χωρών πρώτης γραμμής και ανάληψη κοινών ευθυνών για τη διαχείριση, την υποδοχή και την επανένταξη των μετακινούμενων πληθυσμών.
«Οι ροές μεταναστών υπερβαίνουν τις δυνατότητες της Ελλάδας»
Σήμερα, όπως λέει, η μεταναστευτική κρίση εξελίσσεται με ανησυχητικά αυξανόμενη ένταση, προσλαμβάνοντας πλέον χαρακτηριστικά διαρκούς πίεσης και αποκτώντας πολύπλευρες γεωπολιτικές, ανθρωπιστικές και επιχειρησιακές προεκτάσεις. Δεν πρόκειται πια για ένα παροδικό φαινόμενο, αλλά για μια σταθερή και εξελισσόμενη πρόκληση που επηρεάζει άμεσα την ασφάλεια, τη συνοχή και την κοινωνική σταθερότητα ολόκληρης της Ευρώπης.
Η Ελλάδα, ως χώρα πρώτης υποδοχής και εξωτερικό θαλάσσιο σύνορο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, φέρει το βάρος της πρώτης γραμμής. «Οι ροές μεταναστών, εντεινόμενες λόγω συρράξεων, πολιτικής αστάθειας, φτώχειας και κλιματικής πίεσης σε περιοχές της Ασίας, της Αφρικής και της Μέσης Ανατολής, φθάνουν στα ελληνικά νησιά και στις θαλάσσιες ζώνες ευθύνης του Λιμενικού Σώματος σε αριθμούς που υπερβαίνουν πλέον τα όρια των διαθέσιμων επιχειρησιακών και διοικητικών δυνατοτήτων», εξηγεί ο κ. Σπανός.
Ενίσχυση του έργου του λιμενικού σε τέσσερις κρίσιμους τομείς
Στο πλαίσιο αυτό τονίζει ότι για να μπορεί το λιμενικό να επιχειρεί σε διαρκή συνθήκη κρίσης – όχι περιστασιακά, αλλά καθημερινά, με την πίεση να γίνεται εντονότερη και πιο σύνθετη, απαιτείται ριζική και στοχευμένη ενίσχυση σε τέσσερις κρίσιμους τομείς:
- Ανανέωση και ενίσχυση του στόλου και του τεχνολογικού εξοπλισμού, με σύγχρονα σκάφη, μέσα επιτήρησης, drone, αισθητήρες θερμικής απεικόνισης και ηλεκτρονικά εργαλεία συντονισμού, που να ανταποκρίνονται στις νέες προκλήσεις πολλαπλής απειλής στα θαλάσσια σύνορα.
- Συστηματική επένδυση στην εκπαίδευση, ψυχολογική θωράκιση και θεσμική υποστήριξη του ανθρώπινου δυναμικού. Οι άνδρες και οι γυναίκες του Σώματος χρειάζονται συνεχή επιμόρφωση σε σύγχρονες τακτικές, διεθνές δίκαιο, μεταναστευτικά πρωτόκολλα, διαχείριση κρίσεων και ανθρωπιστικούς κανόνες εμπλοκής.
- Ίδρυση και θεσμοθέτηση ενός μόνιμου ευρωπαϊκού μηχανισμού άμεσης επιχειρησιακής και υλικοτεχνικής συνδρομής στα κράτη-μέλη πρώτης γραμμής, όπως η Ελλάδα, η Ιταλία και η Ισπανία. Η ευθύνη δεν μπορεί να παραμένει συγκεντρωμένη σε λίγες χώρες, όταν το πρόβλημα είναι κοινό.
- Νομική και θεσμική αναβάθμιση της συνεργασίας με την FRONTEX και τους υπόλοιπους ευρωπαϊκούς φορείς. Αυτό σημαίνει περισσότερες κοινές επιχειρήσεις, άμεση ανταλλαγή πληροφοριών, ενιαία πρωτόκολλα δράσης και ευρωπαϊκή ισχύς επί του πεδίου.
«Η Ελλάδα δεν μπορεί να σηκώνει μόνη της την Ευρώπη»
Ο κ. Σπανός δηλώνει ότι «η Ελλάδα δεν μπορεί —και δεν πρέπει— να σηκώνει μόνη της την ευθύνη των θαλασσίων συνόρων της Ευρώπης. Η μεταναστευτική πίεση δεν είναι εθνικό πρόβλημα, αλλά ευρωπαϊκή δοκιμασία συνοχής και αλληλεγγύης. Οτιδήποτε λιγότερο από έναν δίκαιο επιμερισμό ευθυνών, ισοδυναμεί με θεσμική εγκατάλειψη των κρατών-μελών πρώτης γραμμής».
Αναφερόμενος, μάλιστα, στους άνδρες και τις γυναίκες του Λιμενικού Σώματος σημειώνει ότι «δεν είναι απλώς υπάλληλοι του κράτους, είναι άγρυπνοι φρουροί των θαλασσίων συνόρων μας, οι αφανείς ήρωες που, μέρα και νύχτα, στέκονται ανάμεσα στον ανθρωπισμό και το χάος, ανάμεσα στην ευθύνη και την εγκατάλειψη, ανάμεσα στη ζωή και στον θάνατο. Η Πολιτεία, η Ευρωπαϊκή Ένωση και η κοινωνία των πολιτών δεν έχουν την πολυτέλεια να σιωπούν ή να αναβάλλουν. Οφείλουν να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων με συγκεκριμένες αποφάσεις, θεσμικές παρεμβάσεις και πράξεις ενίσχυσης και αναγνώρισης».