«Την πόλη πολλοί εμίσησαν το χωριό ουδείς», θα μπορούσαμε να πούμε παραφράζοντας το γνωστό ρητό. Πόσω μάλλον όταν μιλάμε για χωριά γύρω από τον Παρνασσό.
Και αυτό γιατί ένα αστικό κέντρο με εντατικούς ρυθμούς μπορεί να προσφέρει πολλές παροχές στους κατοίκους του, όχι όμως αυτό που πάντα αναζητούν, έστω και για λίγο, ως διέξοδο και μικρή απόδραση: την αυθεντική εμπειρία του ελληνικού χωριού. Και αυτή η τάση άρχισε να γίνεται εμφανής τα τελευταία χρόνια, καθώς πολλά μικρά και όχι αμιγώς τουριστικά χωριά στις παραπαρνάσιες περιοχές άρχισαν να αποκτούν όλο και μεγαλύτερη επισκεψιμότητα και κυρίως για τους Αθηναίους, που περίπου σε δύο ώρες αντικρίζουν μια εικόνα πάντα γοητευτική: ο επισκέπτης φτάνει σ’ ένα ορεινό χωριό στους πρόποδες του Παρνασσού, αναπνέει καθαρό αέρα, ακούει τον ήχο του νερού που κυλά, γεύεται τοπικά προϊόντα και ζει -έστω και πρόσκαιρα- με ρυθμούς που θυμίζουν άλλη εποχή.
Το σενάριο αυτό πλέον εξελίσσεται σε δυναμική τάση, προωθώντας την τουριστική ανάπτυξη σε πολλές περιοχές γύρω από τον Παρνασσό – από τη Φθιώτιδα και τη Βοιωτία ως τη Φωκίδα – μέσα στο πλαίσιο του μοντέλου της αειφορίας και της βιώσιμης τουριστικής εμπειρίας. Μια διαφορετική τουριστική εμπειρία, μακριά από την κοσμικότητα και τα γνωστά πολυσύχναστα θέρετρα, που διαρκεί όλους τους μήνες του χρόνου, με τις υψηλότερες πληρότητες να καταγράφονται από το Φθινόπωρο μέχρι την Άνοιξη.
Η Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας σημειώνει, σύμφωνα με τον περιφερειάρχη Φάνη Σπανό, συνεχώς αυξανόμενες επιδόσεις στον τουρισμό τα τελευταία χρόνια. Αυτό δεν οφείλεται μόνο στην ελκυστικότητα του φυσικού τοπίου, αλλά κυρίως στη στρατηγική που βασίζεται στην προώθηση εναλλακτικών μορφών τουρισμού, στην αξιοποίηση κάθε εποχής του χρόνου και στη σύνδεση των εμπειριών με την τοπική παραγωγή και τον πολιτισμό.
«Καταγράφουμε εξαιρετικές επιδόσεις, ακριβώς επειδή στοχεύουμε σε εναλλακτικές μορφές τουρισμού και αναδεικνύουμε προορισμούς όπως είναι οι παραπαρνάσσιες περιοχές της Φθιώτιδας, της Βοιωτίας και της Φωκίδας. Εφαρμόζουμε κάθε χρόνο στοχευμένο πρόγραμμα τουριστικής προβολής και παράλληλα επενδύουμε σε μεγάλες διοργανώσεις, όπως το Ράλλυ Ακρόπολις. Στα τέλη Ιουνίου, η καρδιά του παγκόσμιου μηχανοκίνητου αθλητισμού θα χτυπά στα δικά μας χώματα», τονίζει ο κ.Σπανός μιλώντας στο Αθηναϊκό και Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Η Αντιπεριφερειάρχης Τουρισμού Στερεάς Ελλάδας, Φανή Παπαθωμά, επισημαίνει τη μοναδικότητα της περιοχής: «Γύρω από τον ορεινό όγκο του Παρνασσού είναι ανεπτυγμένη μια συστάδα χωριών απαράμιλλης φυσικής ομορφιάς. Μιλάμε για έναν Εθνικό Δρυμό, όπου ο επισκέπτης μπορεί να ζήσει αυθεντικές εμπειρίες: από την πεζοπορία στο δάσος και στον ποταμό Κηφισό, μέχρι τη χαλάρωση κάτω από τα πλατάνια και τη γευστική εμπειρία των γνήσιων τοπικών προϊόντων».
«Σε μισή ώρα από το χιονοδρομικό στη θάλασσα»
Η Δαύλεια ξεχωρίζει με την ιδιαίτερη αρχιτεκτονική της που θυμίζει νησί, τα γάργαρα νερά της και τοπία που προσφέρουν δροσιά και γαλήνη. Η Άνω Τιθορέα, χτισμένη πάνω από το φαράγγι του Παρνασσού, προσφέρει τρεις μοναδικές πεζοπορικές διαδρομές – η μία οδηγεί στις σπηλιές του Οδυσσέα Ανδρούτσου. Στην Αμφίκλεια, οι επισκέπτες μπορούν να ζήσουν την εμπειρία του αγροτουρισμού σε φάρμες και να επισκεφτούν κτήματα με άλογα, ενώ στη Σουβάλα (Πολύδροσος), ο επισκέπτης αφουγκράζεται τη γαλήνη στη “σκιά” του βουνού.«Σε μισή ώρα βρίσκεσαι είτε στο χιονοδρομικό κέντρο, είτε στον Όσιο Λουκά – μνημείο UNESCO, και πάλι σε μισή ώρα στη θάλασσα, στον Κορινθιακό, σε μέρη όπως η Αντίκυρα και τα Άσπρα Σπίτια. Όλα είναι γύρω-γύρω», τονίζει η κ.Παπαθωμά.
Η Αγόριανη (Επτάλοφος) είναι ήδη ένας δημοφιλής προορισμός, όπως και η Ελάτεια, γνωστή για τα φεστιβάλ και τα πολιτιστικά event που γίνονται το καλοκαίρι.
«Δεν μιλάμε μόνο για την περιοχή του Παρνασσού αλλά και για τον Ελικώνα, όπου κερδίζουν όλο και περισσότερο έδαφος χωριά όπως το Κυριάκι αλλά και το Ζερίκι όπου το χειμώνα σχηματίζεται μια υπέροχη λίμνη που λειτουργεί ως αποταμιευτήρας νερού», υπογραμμίζει η κ.Παπαθωμά και προσθέτει: «Από την Αρβανίτσα και το Ζερίκι μέχρι την Αγόριανη (Επτάλοφος) και την Ελάτεια, η επισκεψιμότητα αυξάνεται, όχι με όρους μαζικού τουρισμού, αλλά με σεβασμό στον τόπο, τη φύση και την τοπική κοινωνία. Η Στερεά Ελλάδα αναδεικνύεται σε πρότυπο περιοχής που επενδύει στην ποιότητα, την αυθεντικότητα και τη βιωσιμότητα. Δεν είναι τυχαίο ότι σε πρόσφατη έρευνα βρέθηκε πρώτη στη σχέση ποιότητας – τιμής και στην κατηγορία της φιλικότητας των κατοίκων».
Η τουριστική δραστηριότητα απλώνεται πια σε όλο το χρόνο και δεν περιορίζεται μόνο στη χειμερινή περίοδο. Οι ντόπιοι αναπτύσσουν δράσεις που συνδέουν τον τουρισμό με την τοπική παραγωγή: αγροκτήματα με ζώα, τυροκομεία που παράγουν φορμαέλα και τυροκαυτερή από ντόπια υλικά, οικοτουριστικές επιχειρήσεις που προσφέρουν την εμπειρία της καθημερινότητας του χωριού.«Δεν είναι μόνο τα ρακόμελα στα καφενεία και τα τοπικά κρασιά, είναι οι άνθρωποι, η φιλοξενία και η αυθεντικότητα. Δεν είναι τουρισμός του Σαββατοκύριακου, είναι επιλογή ζωής για πολλούς», εξηγεί η κ.Παπαθωμά.
Ο Γιώργος Κοροδήμος, που δραστηριοποιείται στον τομέα υπαίθριων τουριστικών δραστηριοτήτων, εξηγεί ότι η περιοχή έχει πλέον αναπτύξει οργανωμένες προτάσεις για κάθε είδους επισκέπτη: «Προσφέρουμε οργανωμένες πεζοπορικές και πολιτιστικές διαδρομές με γαστρονομία, επισκέψεις σε κτήματα, φαράγγια, καταρράκτες και ταβέρνες μέσα στο δάσος με κεφαλληνιακή ελάτη. Ο τουρισμός είναι για όλους: οικογένειες, ηλικιωμένους, αθλητές. Οι ξένοι τουρίστες προτιμούν περισσότερο τους Δελφούς ενώ οι Έλληνες πλέον ανακαλύπτουν και την Τιθορέα, την Αμφίκλεια και την Αρβανίτσα». Η τουριστική άνθηση της Ρούμελης δεν είναι τυχαία: αξιοποιεί κάθε εποχή, συνδυάζει βουνό και θάλασσα, και ενισχύεται από την αυθεντικότητα, την φιλοξενία και την ποιότητα των εμπειριών που προσφέρει.
Όπως επισημαίνει ο κ.Κοροδημος, παρατηρείται μια μεταστροφή. «Οι Έλληνες μετά την πανδημία αναζητούν την ηρεμία, την επαφή με τη φύση. Πεζοπορικές και πολιτιστικές διαδρομές, γαστρονομία, ποδήλατο, φαράγγια, καταρράκτες. Είναι ένα σύστημα εμπειριών. Ο Παρνασσός δεν είναι μόνο σκι. Είναι ένα σύνολο εναλλακτικών διαδρομών, πιστοποιημένων και προσβάσιμων για όλες τις ηλικίες».Όπως φαίνεται, ο Αθηναίος δεν ανεβαίνει πια στο χωριό μόνο για μια "απόδραση". Επιστρέφει για να ξαναβρεί κάτι πολύ πιο ουσιαστικό: έναν τρόπο ζωής που συνδέεται με τον τόπο, τους ανθρώπους και τη φύση — όλες τις εποχές του χρόνου.