Μια υπόθεση διεθνών διαστάσεων έχει προκαλέσει παγκόσμια ανησυχία, έπειτα από την αποκάλυψη ότι γενετικό υλικό από έναν Δανό δότη σπέρματος, ο οποίος φέρει μια επικίνδυνη παθογόνο μετάλλαξη στο ογκοκατασταλτικό γονίδιο TP53, χρησιμοποιήθηκε για τη γέννηση περίπου 200 παιδιών σε 14 χώρες.
Από αυτά, 18 παιδιά έχουν γεννηθεί στην Ελλάδα, φέρνοντας το ζήτημα στο προσκήνιο της δημόσιας υγείας και της επιστημονικής κοινότητας της χώρας.
Η έρευνα για τον εντοπισμό και την παρακολούθηση των περιστατικών βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, με 11 οικογένειες στην Ελλάδα να βιώνουν στιγμές αγωνίας. Σύμφωνα με τον καθηγητή Αιματολογίας-Ογκολογίας του νοσοκομείου Παίδων «Αγία Σοφία», Αντώνη Καττάμη, τα μέχρι τώρα δεδομένα είναι τραγικά, καθώς ένα από τα παιδιά που γεννήθηκαν από το σπέρμα του συγκεκριμένου δότη έχει ήδη αποβιώσει, ενώ νοσεί με καρκίνο και το αδερφάκι του. Η οικογένεια αυτή είχε αποκτήσει συνολικά τρία παιδιά με το γενετικό υλικό του Δανού δότη.
Το περιστατικό αυτό, όπως επισημαίνουν ειδικοί επιστήμονες, καταδεικνύει ότι ακόμη και τα πιο αυστηρά πρωτόκολλα ασφαλείας δεν είναι σε θέση να εξαλείψουν πλήρως τον κίνδυνο. Παράλληλα, επαναφέρει επιτακτικά τη συζήτηση για τον καθορισμό του μέγιστου αριθμού παιδιών που επιτρέπεται να γεννηθούν από έναν και μόνο δότη, τονίζοντας την ανάγκη για θέσπιση ενιαίων και αυστηρών διεθνών κανόνων προς διασφάλιση της μέγιστης δυνατής προστασίας για γονείς και παιδιά.
Για να ρίξει φως σε αυτή τη σοβαρή υπόθεση που έχει θορυβήσει την Ευρώπη, το ΑΠΕ-ΜΠΕ συνομίλησε με την ομότιμη καθηγήτρια Γενετικής της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ, Jan Traeger-Συνοδινού, πρώην διευθύντρια του Εργαστηρίου Ιατρικής Γενετικής και τακτικό μέλος της Εθνικής Αρχής Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής (2021-2024). Στόχος της συζήτησης ήταν να διευκρινιστούν οι πραγματικοί κίνδυνοι, τα όρια των γενετικών ελέγχων και τα ρυθμιστικά κενά που φανέρωσε η υπόθεση του δότη με τη μετάλλαξη στο γονίδιο TP53.
Η καθηγήτρια αναλύει το ισχύον πλαίσιο στην Ελλάδα σχετικά με τους ελέγχους των δοτών και τον επιτρεπόμενο αριθμό χρήσεων των γαμετών, διευκρινίζοντας ταυτόχρονα γιατί, παρά την ύπαρξη πρωτοκόλλων, ο κίνδυνος εμφάνισης μιας σπάνιας γενετικής πάθησης δεν μπορεί ποτέ να εκμηδενιστεί.
«Πρώτα απ' όλα, αυτή η υπόθεση είναι εξαιρετικά δυσάρεστη για όλες τις οικογένειες που έχουν επηρεαστεί. Παράλληλα, αναδεικνύει ορισμένους από τους κινδύνους της εξωσωματικής γονιμοποίησης (IVF), που σχετίζονται: α) με τη μετάδοση γενετικών νοσημάτων στους απογόνους και β) με το πόσες φορές επιτρέπεται να χρησιμοποιηθούν τα γαμετικά κύτταρα ενός δότη», αναφέρει η κυρία Traeger- Συνοδινού.
Η Σημασία της Παραλλαγής στο Γονίδιο TP53
«Η παραλλαγή στο συγκεκριμένο ογκογονίδιο χαρακτηρίζεται ως «παθογόνος» βάσει των κριτηρίων της ACMG (Αμερικανικό Κολλέγιο Ιατρικής Γενετικής). Η μετάλλαξη προέκυψε αυτόματα κατά την εμβρυϊκή ανάπτυξη του δότη και δεν βρίσκεται σε όλα τα κύτταρά του (μωσαϊκισμός). Ωστόσο, εκτιμάται ότι περίπου το 20% των κυττάρων του -συμπεριλαμβανομένων των σπερματοζωαρίων- φέρει την παραλλαγή. Κατά συνέπεια, οποιοδήποτε παιδί προκύψει μετά από διαδικασία IVF, με «επηρεασμένο» σπερματοζωάριο θα κληρονομήσει την παραλλαγή σε όλα του τα κύτταρα, γεγονός που συνεπάγεται πολύ υψηλό κίνδυνο εμφάνισης πολλών τύπων καρκίνου, όπως π.χ. στο σύνδρομο Li-Fraumeni. Ακόμη και ο ίδιος ο δότης έχει αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου κάποια στιγμή στη ζωή του».
Ερωτηθείσα εάν η συγκεκριμένη μετάλλαξη θα μπορούσε να είχε ανιχνευθεί προληπτικά, η καθηγήτρια Jan Traeger-Συνοδινού απαντά: «Η τυπική πηγή DNA για γενετικό έλεγχο είναι τα λευκά αιμοσφαίρια από δείγμα ολικού αίματος. Όλες οι διαγνωστικές πλατφόρμες έχουν ρυθμιστεί να ανιχνεύουν παραλλαγές σε επίπεδο περίπου 50%, με κατώτατο όριο ευαισθησίας γύρω στο 30%. Συνεπώς, οι συνηθισμένες εξετάσεις DNA δεν έχουν την ευαισθησία να ανιχνεύσουν τη συγκεκριμένη παραλλαγή στο TP53. Σε πρακτικό επίπεδο, τόσο υψηλή ευαισθησία δεν απαιτείται - οι κλινικά σημαντικοί μωσαϊκισμοί είναι εξαιρετικά σπάνιοι. Ο συγκεκριμένος δότης αποτελεί εξαιρετικά ασυνήθη περίπτωση, και δεν είναι ρεαλιστικό να εφαρμόζονται τόσο εξειδικευμένες εξετάσεις στην καθημερινή πρακτική».
Το πλαίσιο των γενετικών ελέγχων για τους δότες γαμετών
Οι έλεγχοι που απαιτούνται καθορίζονται από το νομικό πλαίσιο κάθε χώρας, αν και είναι σε μεγάλο βαθμό εναρμονισμένοι σε όλη την Ευρώπη. Οι ελάχιστες απαιτήσεις περιλαμβάνουν κλινική και ψυχολογική αξιολόγηση, αποκλεισμό βασικών λοιμώξεων και γενετικό έλεγχο, ο οποίος μπορεί να είναι περιορισμένος (όπως στο Ηνωμένο Βασίλειο που εστιάζει μόνο στην κυστική ίνωση) ή πιο εκτενής.
Στην Ελλάδα, ο υποχρεωτικός έλεγχος περιλαμβάνει εξετάσεις για:
- Φορεία μεσογειακής και δρεπανοκυτταρικής αναιμίας
- Φορεία κυστικής ίνωσης (με κάλυψη ≥99% των παθολογικών παραλλαγών)
- Κλασικό καρυότυπο
- Φορεία νωτιαίας μυϊκής ατροφίας (γονίδιο SMN1)
- Φορεία μη συνδρομικής κώφωσης (γονίδιο GJB2, κονεξίνη)
- Για δότριες: έλεγχο φορείας συνδρόμου εύθραυστου Χ (Fragile-X).
«Το ζευγάρι μπορεί να επιλέξει εκτενέστερο γενετικό έλεγχο, αλλά πάντοτε παραμένει ένα μικρό υπολειπόμενο ρίσκο για εξαιρετικά σπάνιες νόσους», αναφέρει, στη δημοσιογράφο του ΑΠΕ-ΜΠΕ, Έφη Φουσέκη, η Jan Traeger- Συνοδινού. Σημειώνει επίσης, ότι «τα περισσότερα γενετικά νοσήματα μεταδίδονται ως αυτοσωματικά υπολειπόμενα, με κίνδυνο 25% όταν και οι δύο γονείς είναι φορείς (π.χ. κυστική ίνωση, μεσογειακή αναιμία). Άλλα είναι φυλοσύνδετα υπολειπόμενα (μεταδίδονται από μητέρα-φορέα σε γιους με κίνδυνο 50%). Τα αυτοσωματικά επικρατή νοσήματα προκαλούν συνήθως νόσο στον ενήλικα φορέα-οπότε ένα τέτοιο άτομο δεν θα γινόταν δεκτό ως δότης». Ο συνιστώμενος μοριακός έλεγχος στην Ελλάδα περιορίζει σημαντικά την πιθανότητα εμφάνισης συχνών και σοβαρών γενετικών παθήσεων στους απογόνους, με τον εκτενέστερο έλεγχο να παραμένει προαιρετικός.
Το ζήτημα του μέγιστου αριθμού απογόνων ανά δότη
Σχετικά με τον αριθμό χρήσεων των γαμετών από έναν δότη, η καθηγήτρια Jan Traeger-Συνοδινού τονίζει ότι «στόχος είναι η ελαχιστοποίηση του κινδύνου τυχαίας συγγένειας στο μέλλον». Αναφέρει επίσης ότι η ESHRE (European Society of Human Reproduction and Embryology) επεξεργάζεται νέες διεθνείς κατευθυντήριες οδηγίες για το θέμα.
Στην Ελλάδα, επισημαίνει, η νομοθεσία που ισχύει από το 2005 (με πρόσφατες τροποποιήσεις) ορίζει ότι οι γαμέτες κάθε δότη μπορούν να αξιοποιηθούν για τη δημιουργία έως 12 οικογενειών συνολικά. Επιπλέον, από το 2022 λειτουργεί το Εθνικό Μητρώο Δοτών Γαμετών, το οποίο συμβάλλει στον έλεγχο του αριθμού των απογόνων ανά δότη και στον περιορισμό του κινδύνου χρήσης γαμετών που μπορεί μελλοντικά να συνδεθούν με κάποια γενετική νόσο.
«Η συγκεκριμένη υπόθεση υπενθυμίζει ότι πάντα υπάρχει κίνδυνος εμφάνισης γενετικών παθήσεων-τόσο στη φυσική σύλληψη όσο και στην υποβοηθούμενη αναπαραγωγή. Τα ζευγάρια πρέπει να ενημερώνονται επαρκώς από ειδικούς γενετιστές και να έχουν στη διάθεσή τους επιλογές που μειώνουν αυτόν τον κίνδυνο. Επιπλέον, καθίσταται σαφές ότι όλες οι χώρες οφείλουν να εφαρμόζουν αυστηρά όρια στον αριθμό απογόνων ανά δότη», καταλήγει η ομότιμη καθηγήτρια Γενετικής.
ΑΠΕ-ΜΠΕ