Ο Δημήτρης Π. Σωτηρόπουλος, καθηγητής Σύγχρονης Πολιτικής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, πήγε 48ωρη αποστολή στο Κίεβο ως πρόεδρος του Παρατηρητηρίου της Ιστορίας του Συμβουλίου της Ευρώπης.
Όσα είδε και έζησε στο Κίεβο τα περιγράφει σε άρθρο του στο iefimerida.gr
Αμέσως μόλις ανέλαβα την προεδρία του Παρατηρητηρίου για την Διδασκαλία της Ιστορίας στην Ευρώπη (OHTE), του Συμβουλίου της Ευρώπης, τον περασμένο Φεβρουάριο, πήραμε μια παράτολμη αλλά θεωρώ σημαντική απόφαση: στις 8 Μαΐου 2025, την ημέρα της Ευρώπης να βρισκόμαστε στο Κίεβο και στην Ουκρανία που έγινε άλλωστε και προσφάτως μέλος του ΟΗΤΕ - ο ένας δε από τους αντιπροέδρους μας είναι ο Ουκρανός υφυπουργός Παιδείας, Mychailo Wynnyckyj. Ο συμβολισμός παραπάνω από προφανής. Στην φετινή 80ή επέτειο από το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, θέλαμε να δείξουμε όσο πιο εμφατικά μπορούσαμε για ποιες αξίες αγωνιζόμαστε στο OHTE και στο Συμβούλιο της Ευρώπης. Κυρίως θέλαμε να διακηρύξουμε πόσο πραγματικά ευγνώμονες είμαστε στον ουκρανικό λαό ο οποίος βρίσκεται στην εμπροσθοφυλακή της υπεράσπισης αυτών των αξιών, δίνοντας την ίδια τη ζωή του στο πεδίο των μαχών απέναντι στον πουτινικό ολοκληρωτισμό και τον ρωσικό επεκτατισμό.
Το ταξίδι δεν προβλέπονταν καθόλου εύκολο και το βάρος της προετοιμασίας θα έπεφτε αναγκαστικά στην Γραμματεία του ΟΗΤΕ που για ακόμη μια φορά καλούνταν να αποδείξει πόσο ικανή και αποτελεσματική είναι απέναντι και στις πιο δύσκολες προκλήσεις. Το Κίεβο είναι από την ρωσική εισβολή και μετά προσβάσιμο μόνο με επίγεια μέσα, κυρίως με τρένο μέσω της Πολωνίας, κι αν αυτό συνδυαστεί με τα πολλά και αυστηρά μέτρα ασφαλείας που έπρεπε να λάβουμε ως επίσημη αποστολή, οι συνθήκες μάς προδιέθεταν εξαρχής για ένα ταξίδι που δεν θα έμοιαζε με κανένα προηγούμενο. Για εμένα προσωπικά θα ήταν έτσι κι αλλιώς κάτι πρωτόγνωρο καθώς ήταν η πρώτη φορά στην ζωή μου που επισκεπτόμουν μια χώρα που βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση. Για την γενιά μου, σε όλη σχεδόν την Ευρώπη, ο πόλεμος ήταν κάτι που μέχρι πριν από τρία χρόνια γνωρίζαμε μόνο από τα βιβλία και από τις διηγήσεις των παππούδων μας. Μετά την φρικτή καταστροφή του πρώτου μισού του 20ού αιώνα, η ψευδαίσθηση της καντιανής αιώνιας ειρήνης είχε διαποτίσει τόσο βαθιά τους Ευρωπαίους που είχαν φθάσει να αντικαταστήσουν την πραγματικότητα με τις φαντασιώσεις τους. Διότι κατά τα άλλα, ο αυτοκρατορικός επεκτατισμός του Πούτιν είχε διαφανεί ήδη από το 2014 και την κατάκτηση της Κριμαίας. Αλλά σχεδόν ουδείς Ευρωπαίος δεν ήταν διατεθειμένος τότε να ξεβολευτεί από τον ηδονισμό μιας ζωής που τείνει να θεωρεί ότι η δημοκρατία και η ειρήνη είναι δωρεάν και δεδομένες για πάντα και ότι δεν χρειάζονται περισσότερες θυσίες γι' αυτές.

Ο πόλεμος κρύβεται παντού
Φθάνοντας κάποιος στον κεντρικό σιδηροδρομικό σταθμό του Κιέβου (που θυμίζει κάτι από το κομμουνιστικό παρελθόν του) δυσκολεύεται να φανταστεί ότι βρίσκεται σε μια χώρα σε πόλεμο. Η πανέμορφη αυτή πόλη λειτουργεί υποδειγματικά, είναι πεντακάθαρη, άψογα οργανωμένη και η ζωή μοιάζει ατάραχη. Σύντομα, ωστόσο, η φαινομενική αυτή αταραξία διακόπτεται από τις ειδοποιήσεις που φθάνουν στο κινητό σου για επικείμενα αεροπορικά χτυπήματα είτε με drones είτε με πυραύλους. Ιδίως στη διάρκεια της νύχτας, οι ειδοποιήσεις είναι συνεχείς. Κατά την ειδοποίηση, ο κόσμος, με προτεραιότητα τους μαθητές των σχολείων, θα πρέπει να συγκεντρωθεί στα καταφύγια που υπάρχουν παντού στην πόλη και να περιμένει εκεί στωικά την λήξη του συναγερμού. Οι επιθέσεις ειδικά στο Κίεβο δεν έχουν κάποιο συγκεκριμένο στρατηγικό στόχο αλλά περισσότερο σκοπεύουν στο σπάσιμο του ηθικού των πολιτών. Θυμίζουν το Βlitz της ναζιστικής Γερμανίας στην Αγγλία κατά τον Β' Π.Π. όπου χτυπούνταν υποδομές του άμαχου πληθυσμού για ψυχολογικούς λόγους. Όπως και τότε, ωστόσο, το αποτέλεσμα τέτοιων πρακτικών έχει οδηγήσει τους Ουκρανούς στο να χαλυβδώνονται ακόμη περισσότερο, βλέποντας τι θα τους περίμενε αν τυχόν υποτάσσονταν σε μια ξένη αυταρχική δύναμη τέτοιας βαρβαρότητας.

Παρότι μπορεί ο πόλεμος να έχει κανονικοποιηθεί στην καθημερινότητα των Ουκρανών, η παρουσία του είναι διάχυτη παντού. Ο υπουργός Παιδείας, Lisovyi Oksen που μας υποδέχεται στο γραφείο του -ένας πανύψηλος, γεροδεμένος άντρας με αυστηρό βλέμμα- υπήρξε επικεφαλής μίας από τις ηρωικές στρατιωτικές μονάδες που υπερασπίστηκαν το Χάρκοβο, στην αρχή του πολέμου. Τα δε πανεπιστήμια που θα έχουμε την χαρά να επισκεφτούμε αυτές τις δύο μέρες είναι γεμάτα με φωτογραφίες από μέλη της εκπαιδευτικής κοινότητας, φοιτητές ή καθηγητές, που πέθαναν στο πεδίο της μάχης υπερασπιζόμενοι την πατρίδα. Συχνά άλλωστε θα συναντήσεις, σε όλους τους χώρους, ανθρώπους με τεχνητά μέλη, που αποτελούν απτή απόδειξη ότι η θυσία για το συλλογικό καλό είναι κάτι που κοστίζει, και ενίοτε μάλιστα ακριβά. Ένας βετεράνος θα μου εκμυστηρευτεί: “δεν με νοιάζει για το πόδι που έχασα, αρκεί που έδειξα στους εισβολείς ότι δεν μπορούν να μας φέρονται όπως φέρονται στο δικό τους λαό”.

Το βάρος της ιστορίας
Ο πόλεμος αυτός πάντως δεν περιορίζεται στα χαρακώματα και στα όπλα. Όπου και αν βρεθούμε, αντιλαμβανόμαστε την ανάγκη των Ουκρανών να απορωσοποιηθούν. Όπως συνήθως συμβαίνει στην ιστορία, ο πόλεμος και ο κίνδυνος απώλειας της ανεξαρτησίας ενός σχετικά νέου εθνικού κράτους έχει οδηγήσει στη σταδιακή θεμελίωση ενός νέου εθνικού αφηγήματος για το ουκρανικό παρελθόν. Η ανάγκη είναι υπαρξιακή καθώς η πουτινική προπαγάνδα έχει εργαλειοποιήσει με αδιανόητο τρόπο το κοινό ιστορικό παρελθόν προκειμένου να δικαιολογήσει τον ρωσικό επεκτατισμό. Σε αυτή την κατεύθυνση της απορωσοποίησης, το ουκρανικό υπουργείο Παιδείας προωθεί σημαντικές μεταρρυθμίσεις στο εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας, εισάγοντας καινούργια προγράμματα σπουδών και νέα σχολικά εγχειρίδια, με το μάθημα της ιστορίας να αποδεικνύεται θεμελιώδες στην οικοδόμηση αυτής της νέας εθνικής ταυτότητας των Ουκρανών. Εξ ου και η σημαντική επένδυση της χώρας στη συνολική προσπάθεια του Παρατηρητηρίου για την Διδασκαλία της Ιστορίας στην Ευρώπη, με στόχο την τόνωση των σχετικών σπουδών στην ήπειρο.

Στο επιβλητικό Μουσείο Holodomor που είναι αφιερωμένο στη μνήμη των πάνω από 4 εκατ. Ουκρανών που πέθαναν από λιμοκτονία το 1932-33, γίνεται προσπάθεια συστηματικής τεκμηρίωσης προκειμένου να αποδειχτεί ότι το σταλινιστικό καθεστώς ήταν υπεύθυνο για γενοκτονικά εγκλήματα κατά του ουκρανικού λαού. Ακόμη πιο πολύ συνειδητοποιεί κανείς τη σημασία που δίνει η Ουκρανία στην ιστορία της, αν επισκεφθεί τα αντίστοιχα Γενικά Αρχεία του Κράτους τους. Φθάνοντας εκεί με την άλλη μου ιδιότητα ως Πρόεδρος της Εφορείας των ΓΑΚ, ομολογώ ότι εξεπλάγην με τον δαιμονιώδη ρυθμό με τον οποίο προχωράει η ψηφιοποίηση των αρχειακών τους συλλογών. Είναι προφανές ότι μαζί με την επείγουσα ανάγκη υπεράσπισης της χώρας στο παρόν, συνυπάρχει η επιτακτική ανάγκη προστασίας και ανάδειξης του πλούσιου ουκρανικού παρελθόντος το οποίο περιλαμβάνει άλλωστε και πλήθος μειονοτήτων -με την ελληνική να υπήρξε από τις πιο επιφανείς μεταξύ αυτών. Ο προσανατολισμός της χώρας είναι ωστόσο πλέον σαφής και ξεκάθαρος: η Ευρώπη και μόνο η Ευρώπη, εφόσον η Ρωσία, πολιτικά μιλώντας, έχει πάψει να λογίζεται μέρος της, από τη στιγμή που έπαψε να σέβεται τις βασικές της αξίες. Είναι άλλωστε κάτι που αποτυπώνεται και στην θερμότατη υποδοχή που απολαμβάνουμε ως ΟΗΤΕ, δηλαδή ως ένας θεσμός του Συμβουλίου της Ευρώπης, όπου κι αν βρεθούμε. Ο ενθουσιασμός όλων στο υπουργείο Παιδείας, στα πανεπιστήμια, στα μουσεία και όπου αλλού μας υποδέχονται είναι κάτι που προσωπικά δεν έχω ξαναβιώσει. Οι Ουκρανοί φροντίζουν να μας υπενθυμίζουν με κάθε ευκαιρία ότι αποτελούν ήδη μέρος της ευρωπαϊκής οικογένειας και ότι ελπίζουν αυτό να γίνει και με θεσμικό τρόπο όταν θα ενταχθούν με το καλό στην Ε.Ε. το 2030, με βάση τουλάχιστον τον επίσημο προγραμματισμό.

Παλεύοντας για δημοκρατία και ανεξαρτησία
Εξάλλου το νέο ουκρανικό εθνικό αφήγημα συνδέει άμεσα τον εξευρωπαϊσμό με τον εκδημοκρατισμό. Κατά την επίσκεψή μας στην περίφημη πλατεία του Maidan όπου έλαβαν χώρα τα μεγάλα γεγονότα του 2014, με τους πάνω από 140 νεκρούς από το τότε φιλοπουτινικό καθεστώς Γιανούκοβιτς, η σύνδεση αυτή καθίσταται ξεκάθαρη. Τα αιματηρά εκείνα γεγονότα έμειναν άλλωστε στη συλλογική μνήμη ως “επανάσταση της αξιοπρέπειας” αφού το βασικό αίτημα των χιλιάδων διαδηλωτών ήταν η χώρα να μην καταντήσει ένας δορυφόρος της Ρωσίας που θα κυβερνάται αυταρχικά από διάφορα σκοτεινά υποχείριά της. Σήμερα, πλάι στο μνημείο της πλατείας όπου παρατίθενται οι φωτογραφίες με τα ονόματα των νεκρών της επανάστασης, ανεμίζουν εκατοντάδες ουκρανικές σημαίες με χιλιάδες φωτογραφίες Ουκρανών στρατιωτών που έχουν πεθάνει στο μέτωπο υπερασπιζόμενοι ακριβώς την αξιοπρέπεια μιας χώρας που θέλει να ζήσει ελεύθερη και ακηδεμόνευτη.

Το θαύμα της επαναλειτουργίας του πανεπιστημίου της Μαριούπολης
Ας μου επιτραπεί τέλος μια ιδιαίτερη αναφορά στο πανεπιστήμιο της Μαριούπολης, το οποίο είχαμε επίσης την ευκαιρία να επισκεφθούμε, λόγω και του ελληνικού ενδιαφέροντος που συγκεντρώνει αυτό. Το πανεπιστήμιο, δηλαδή το προσωπικό και οι φοιτητές του, έχουν πλέον μετεγκατασταθεί στην ουκρανική πρωτεύουσα, μετά την φρικώδη καταστροφή της Μαριούπολης, τα εγκλήματα πολέμου που υπέστη ο πληθυσμός της και την πτώση της στα χέρια των Ρώσων το 2023. Το ότι η πολιτεία μαζί με την ακαδημαϊκή κοινότητα κατάφεραν να ξαναλειτουργήσουν το πανεπιστήμιο σε ένα μόλις χρόνο και μάλιστα σε εγκαταστάσεις που θα τις ζήλευε κάθε πανεπιστημιακός ανά τον κόσμο, είναι απόδειξη της αστείρευτης δύναμης αυτής της κοινωνίας. Γι αυτό άλλωστε και αξίζει πραγματικά τον σεβασμό μας, για όλα αυτά ακριβώς τα τρομακτικά επιτεύγματά της. Όσο η ρωσική προπαγάνδα θα διαδίδει χυδαία ψέματα κάνοντας στον ρωσικό λαό πλύση εγκεφάλου, οι Ουκρανοί θα προχωράνε μπροστά οικοδομώντας μια μοντέρνα και δημοκρατική κοινωνία. Και αυτό είναι για μένα το βασικότερο επιχείρημα γιατί αυτή η χώρα θα αντέξει και πρέπει να την βοηθήσουμε να αντέξει απέναντι στον ξένο εισβολέα. Στο πανεπιστήμιο της Μαριούπολης υπάρχει, παρεμπιπτόντως, και ένα ιδιαίτερα κραταιό τμήμα Νεοελληνικών Σπουδών με πάνω από 100 φοιτητές, το οποίο η ελληνική πολιτιτεία θα πρέπει να συνεχίσει να στηρίζει και να φροντίζει σαν τα μάτια της. Είναι το λιγότερο που μπορεί να κάνει για την ελληνική κοινότητα της Μαριούπολης που ζει πλέον ξεριζωμένη, και για την οποία το πανεπιστήμιο αυτό λειτουργεί ως κόμβος πολιτισμικής συσπείρωσης για τους Έλληνες της χώρας.


Υ.Γ. Θα ήθελα να σταθώ συνολικά στην εικόνα των πανεπιστημίων ενός κράτους που σημειωτέον βρίσκεται σε κατάσταση πολέμου, με μεγάλες ελλείψεις πόρων και σε διαρκή κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Κι όμως, οι χώροι όλων των πανεπιστημίων της πόλης είναι υποδειγματικοί ως προς την καθαριότητα (όχι απλώς δεν υπήρχαν αφίσες αλλά ούτε χαρτάκι πεταμένο κάτω), την ασφάλεια, την ηρεμία που αποπνέουν, την τάξη και το σεβασμό των κανόνων από όλους: καθηγητές, φοιτητές και διοικητικούς υπαλλήλους. Ομολογώ ότι μου ήταν αδύνατον να μην κάνω τη σύγκριση με τα δικά μας: αν αυτό μπορεί να το πετύχει μια χώρα που βρίσκεται σε πόλεμο, πως γίνεται να μην μπορούμε να το κάνουμε εμείς που μας δόθηκε επί 50 χρόνια τώρα τόσο γενναιόδωρα το δώρο της ειρήνης και των άπλετων εθνικών και ευρωπαϊκών πόρων; Κάτι δεν έχει πάει καθόλου καλά εδώ, και λυπάμαι που ένα μέρος της ακαδημαϊκής κοινότητας και του πολιτικού μας συστήματος επιμένει να μην βλέπει το λάθος.
*Ο Δημήτρης Π. Σωτηρόπουλος, Καθηγητής Σύγχρονης Πολιτικής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, Πρόεδρος της Εφορείας των ΓΑΚ, και Πρόεδρος του Παρατηρητηρίου για τη διδασκαλία της Ιστορίας στην Ευρώπη (ΟΗΤΕ), στο Συμβούλιο της Ευρώπης
Εικόνες από τις 48 ώρες στο Κίεβο














