Με την αγόρευση του εισαγγελέα συνεχίζεται αύριο Πέμπτη η δίκη του 70χρονου που είχε τραυματίσει θανάσιμα με καραμπίνα τον γαμπρό του τον Φεβρουάριο του 2024 στην Αγία Βαρβάρα.
Το iefimerida φέρνει στο φως τη σοκαριστική απολογία του δράστη, ο οποίος προσπάθησε να βγάλει εκτός κάδρου τη σύζυγό του που έχει επίσης προφυλακιστεί στον Κορυδαλλό, καθώς κατηγορείται ότι τον ενθάρρυνε στο έγκλημα φωνάζοντας «ρίχ' του, ρίχ' του». Η σύζυγος είχε σκύψει το κεφάλι και έκλαιγε ασταμάτητα όσο ο 70χρονος στεκόταν στο εδώλιο και έδινε τη δική του εκδοχή για το μοιραίο απόγευμα που σκότωσε τον γαμπρό του, γιατρό ουρολόγο με ιατρείο στο Περιστέρι. «Εγώ είμαι από τη Σπάρτη, είμαι Λάκωνας. Τις αποφάσεις τις έπαιρνα πάντα εγώ και όχι η γυναίκα μου. Είμαστε 48 χρόνια μαζί και έχουμε άψογη σχέση» είπε ξεκινώντας την απολογία του. Όπως είπε, γνώρισε το θύμα το 2008 όταν η κόρη του σύναψε σχέση μαζί του προτού ακόμα πάρει διαζύγιο από τον πρώτο της σύζυγο, με τον οποίο είχε αποκτήσει μια κόρη που τότε ήταν τεσσάρων ετών.
Απέναντι τα παιδιά τους
Στη δικαστική αίθουσα ακούστηκαν ανατριχιαστικές αναφορές από τον κατηγορούμενο παππού της μικρής για κακοποίηση του κοριτσιού μέσα στο σπίτι με δράστη τον δολοφονημένο γιατρό. Όσο ο 70χρονος περιέγραφε συγκεκριμένες σκηνές στις οποίες είπε ότι ήταν αυτόπτης μάρτυρας, καθώς το ζευγάρι με το κοριτσάκι έμεναν στον από πάνω όροφο, η σύζυγός του τον διέκοπτε συνεχώς προσπαθώντας να παρέμβει στις διηγήσεις του. «Είχα πει στην κόρη μου να τον διώξει, αλλά ήταν στην κοσμάρα της. Θυσίασε το παιδί της για να κάνει τη ζωή της» είπε ο 70χρονος. Η κόρη τους απέκτησε στη συνέχεια άλλα δύο παιδιά με το θύμα, τα οποία επίσης κακοποιούνταν σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του παππού τους. Τόσο η κόρη όσο και οι γιοι του ζευγαριού στέκονται απέναντί τους στο δικαστήριο, στην πλευρά υποστήριξης της κατηγορίας, υποστηρίζοντας ότι όλα συνέβησαν γιατί ο παππούς και η γιαγιά ήθελαν να έχουν τον έλεγχο της οικογένειάς τους. «Έσπειρα αγάπη στα παιδιά μου και θέρισα μίσος» είπε ο κατηγορούμενος. Στις απανωτές ερωτήσεις της προέδρου του δικαστηρίου γιατί τόσα χρόνια δεν είχε καταγγείλει αρμοδίως όσα ισχυρίζεται ότι συνέβαιναν στο σπίτι, υποστήριξε ότι είχε προσπαθήσει να τα αναφέρει στην Αστυνομία, αλλά τον αγνοούσαν γιατί ο ένας γιος του είναι αστυνομικός.
Η περιγραφή της δολοφονίας
Για το μοιραίο απόγευμα που πυροβόλησε τον γαμπρό του υποστήριζε ότι το θύμα στεκόταν έξω από το σπίτι και τον έβριζε.
«Μπαίνω μέσα, παίρνω το όπλο και βγαίνοντας έξω πρέπει να μίλαγε στο τηλέφωνο. Είχα βάλει ήδη τα φυσίγγια, βγαίνω και τον βρίσκω στο σκαλοπάτι όπου πήγαινε να ανέβει. Με είδε, με κοίταξε και μετά σιωπή. Δεν κατάλαβα. Ένα θολό πράγμα έβλεπα μπροστά μου, δεν ήξερα κι εγώ τι έκανα. Ένιωσα φόβο; δεν κατάλαβα τι ένιωσα. Έβριζε και κούναγε τα χέρια του, θόλωσα κι έκανα αυτό που έκανα, αυτό που δεν έπρεπε να κάνω. Δεν σημάδεψα καθόλου, δύο που έριξα, τις έριξα στα τυφλά. Μετά έφυγα για να παραδοθώ ή για να αυτοκτονήσω. Έτρεξε η γυναίκα μου και ίσως να με γλίτωσε», είπε ο δράστης.
Τις ελάχιστες φορές που έχει συναντηθεί με τη γυναίκα του στη φυλακή, όπως είπε, τον κατηγορεί για την πράξη του. «Μου λέει “Τι έκανες; Εκείνος έπρεπε να βρίσκεται εδώ, όχι εμείς, θα σε χωρίσω”» είπε ο δράστης, δηλώνοντας μετανιωμένος. «Έφτασα σε μια πράξη που δεν έπρεπε να έχω κάνει. Έχω βαριά κατηγορία, ας με συγχωρέσει ο Θεός. Προστάτευσα τα εγγόνια μου. Αν δεν με έβριζε, δεν θα το έκανα» είπε ο κατηγορούμενος. Στη συνέχεια στο εδώλιο ανέβηκε η σύζυγός του που αρνήθηκε ότι τον προέτρεψε να πυροβολήσει τον γαμπρό τους. «Δεν έπρεπε να το κάνει. Εδώ έπρεπε να είναι αυτός (σ.σ. το θύμα) όχι εμείς. Δεν είπα ποτέ "ρίχ' του". Δεν ήμουν μπροστά στο έγκλημα», είπε η πεθερά του θύματος. Νωρίτερα είχε αντιδράσει σε ερωτήσεις του συνηγόρου υποστήριξης της κατηγορίας λέγοντάς του «έπρεπε να έχετε γίνει ηθοποιός».
Η κατάθεση του φίλου του θύματος
Στη δίκη κατέθεσε και ένας γιατρός, φίλος του θύματος που γνώριζε όλη την οικογένεια. Ο μάρτυρας ισχυρίστηκε ότι ο δράστης σε μια επίσκεψη για εξέταση στο ιατρείο του μαζί με τη σύζυγο του έναν χρόνο πριν το φονικό του είχε πει ότι θα σκοτώσει τον γαμπρό του γιατί κακοποιούσε την κόρη του και τα παιδιά τους. Όπως είπε ο μάρτυρας δεν πήρε στα σοβαρά την αναφορά του και αποφάσισε να μην ενημερώσει τον φίλο του ούτε κάποιο άλλο μέλος της οικογένειας. Η κατάθεσή του προκάλεσε την έντονη αντίδραση των συνηγόρων υπεράσπισης του ζευγαριού, κυρίων Φίλια και Γκαβέλα, που του απηύθυναν βροχή ερωτήσεων για το πώς κάτι τόσο σοβαρό κρατήθηκε μυστικό όλο αυτό το διάστημα και αν ο ίδιος ως φίλος του θύματος είχε αντιληφθεί κάτι περί κακοποίησης. Ο μάρτυρας αρνήθηκε κατηγορηματικά ότι είχε την παραμικρή πληροφορία για βία στο σπίτι και είπε πως αποκάλυψε τι είχε ειπωθεί από τον πεθερό, την ημέρα της κηδείας του θύματος.