Το σπίτι αυτό στο Μπρούκλιν, ένα ανακατασκευασμένο κτίσμα του 1899, είναι το πιο προσωπικό τους έργο, ένα καταφύγιο που μοιάζει να αιωρείται ανάμεσα στη Νέα Υόρκη και την Αθήνα, όπως κι οι ίδιοι οι αρχιτέκτονες.
Στο Μπρούκλιν, ανάμεσα σε σειρές από παλιά τούβλα και ξύλινες σκάλες που τρίζουν, ένα σπίτι μοιάζει να ήρθε από... άλλον πλανήτη. Η οροφή του καμπυλώνει σαν μεταλλικός δίσκος έτοιμος να απογειωθεί, οι επιφάνειες του γυαλίζουν σαν να στάζουν φως, κι όμως μέσα του υπάρχει η αίσθηση μιας γήινης, παιχνιδιάρικης οικειότητας.
Οι δημιουργοί του, δύο Έλληνες αρχιτέκτονες - η Ελένη Πεταλωτή και ο Λεωνίδας Τραμπούκης - δεν είναι απλώς σχεδιαστές χώρων, αλλά ερευνητές της ύλης, συλλέκτες φωτός και κατασκευαστές ενός ιδιαίτερου λεξιλογίου όπου η αρχιτεκτονική, η τέχνη και το παιχνίδι συναντιούνται.
Το σπίτι αυτό στο Μπρούκλιν, ένα ανακατασκευασμένο κτίσμα του 1899, είναι το πιο προσωπικό τους έργο, ένα καταφύγιο που μοιάζει να αιωρείται ανάμεσα στη Νέα Υόρκη και την Αθήνα, όπως κι οι ίδιοι.
«Αντικείμενα Κοινού Ενδιαφέροντος»
Η ιστορία τους αρχίζει πολύ πριν το σπίτι. Και οι δύο γεννήθηκαν στην Ελλάδα, μεγάλωσαν με απόσταση πέντε λεπτών μεταξύ τους, σπούδασαν αρχιτεκτονική και σύντομα αποφάσισαν να δοκιμαστούν έξω. Το 2016 εγκαταστάθηκαν στη Νέα Υόρκη, ιδρύοντας το δημιουργικό δίδυμο Objects of Common Interest.
Το όνομά τους - «Αντικείμενα Κοινού Ενδιαφέροντος» - περιγράφει με ακρίβεια τη φιλοσοφία τους: να σχεδιάζουν πράγματα που, πέρα από λειτουργικά, κουβαλούν μια ποιητική, μια αίσθηση θαυμασμού.
Ανάμεσα στα projects τους, υπάρχει μια συνεχής συνομιλία ανάμεσα στη διαφάνεια και τη μάζα, το φως και την ύλη, τη βιομηχανία και τη χειρωναξία. Η δουλειά τους κινείται στο μεταίχμιο του design και της τέχνης, συνδέοντας δύο πόλεις-αντίθετα: τη θορυβώδη Νέα Υόρκη και την παλλόμενη Αθήνα.
Το στούντιό τους στην Αμερική, ένα εργαστήριο στο Long Island, βρισκόταν κάποτε στα χέρια του Ρουμάνου καλλιτέχνη και τεχνίτη Ovidiu Colea, που είχε αφιερώσει τη ζωή του στη ρητίνη. Ήταν εκείνος που δίδαξε στην Ελένη τις μυστικές του συνταγές - πώς να κάνει το υλικό να αποκτά ημιδιαφάνεια, πώς να αιχμαλωτίζει το φως μέσα του.
Όταν ο Colea αποφάσισε να αποσυρθεί και τα παιδιά του δεν ήθελαν να συνεχίσουν το εργαστήριο, το ζευγάρι μετέφερε ολόκληρη την παραγωγή του στον Πειραιά, σε ένα εργοστάσιο 800 τετραγωνικών μέτρων. Έτσι, γεννήθηκε το δεύτερο στούντιο, εκεί όπου τα έργα τους αποκτούν σώμα.
Από αυτή τη βάση στην Αθήνα, μπορούν να πειραματιστούν χωρίς όρια, να συνδυάσουν την ακρίβεια του βιομηχανικού με το άτακτο πνεύμα της Μεσογείου.
Το πρώτο τους έργο που βγήκε από το πειραϊκό εργαστήριο, το Chronos, παρουσιάστηκε στη Design Miami το 2022. Ήταν μια ποιητική σύνθεση για τον χρόνο: καρέκλες και γλυπτά από ρητίνη που έμοιαζαν με πετρώματα, έπιπλα σαν να είχαν διαμορφωθεί από γεωλογικές διεργασίες, φωτιστικά που άλλαζαν τόνο ανάλογα με τη γωνία του βλέμματος.
Οι μορφές τους δεν ήταν ψυχρές· είχαν κάτι ζωντανό, σαν να ανέπνεαν. Αυτή η οπτική ευαισθησία - η αναζήτηση του μεταβαλλόμενου, του «ενδιάμεσου» - είναι και η ψυχή του σπιτιού τους στο Μπρούκλιν.
Το ιστορικό κτίσμα του Μπρούκλιν
Όταν απέκτησαν το παλιό τριώροφο κτίσμα του 1899, η γειτονιά ήταν ήδη γεμάτη από ιστορικά τοπόσημα. Όμως εκείνοι αποφάσισαν να διατηρήσουν μόνο το περίγραμμα και να ξαναγράψουν το εσωτερικό σαν θεατρική σκηνή. Το σπίτι σχεδιάστηκε όχι για να εντυπωσιάσει, αλλά για να «παίζει».
Τα ανοίγματα είναι υπερμεγέθη, τα υλικά μιλούν διαφορετικές γλώσσες - ξύλο, γυαλί, μέταλλο, ρητίνη - και το φως κυκλοφορεί ελεύθερα, αλλάζει χρώμα στη διάρκεια της ημέρας.
Η πιο εντυπωσιακή λεπτομέρεια είναι η οροφή, ένα καμπύλο μεταλλικό στοιχείο που μοιάζει με ιπτάμενο δίσκο, κάνοντας τους περαστικούς να ρωτούν αν είδαν UFO. Η επιφάνεια αυτή, με τις μαλακές καμπύλες και το ασημί φινίρισμα, αντανακλά τον ουρανό, κάνοντας το σπίτι να εξαφανίζεται μέσα στο ίδιο του το φως.
Μέσα, τίποτα δεν είναι αυτονόητο. Οι χώροι ρέουν, τα έπιπλα μοιάζουν να επιπλέουν, τα αντικείμενα μοιάζουν περισσότερο με σκηνικά παρά με χρηστικά κομμάτια. Η φιλοσοφία τους είναι απλή: το σπίτι πρέπει να προκαλεί τον κάτοικο να παρατηρεί. Ένα σκαλοπάτι μπορεί να είναι καθιστικό, μια καμπύλη τοίχου μπορεί να μετατρέπεται σε πάγκο.
Το παιχνίδι με την κλίμακα και τη λειτουργία επιτρέπει στα παιδιά, στους επισκέπτες, ακόμα και στους ίδιους, να ξαναβρίσκουν την αίσθηση της ανακάλυψης. «Η αρχιτεκτονική δεν είναι στατική εμπειρία», λένε. «Είναι μια συνομιλία με τον χρόνο, το φως, τα σώματα που κινούνται μέσα της.»
Στόχος να διαταράσσουν ό,τι θεωρείται δεδομένο
Η ίδια λογική διατρέχει και τα δημόσια έργα τους. Στην Μπέργκαμο της Ιταλίας, το 2023, δημιούργησαν τη μεγάλη εγκατάσταση Light On: μια φωτεινή γραμμή που σέρνεται σαν φίδι πάνω στην πλατεία, μετατρέποντας το μνημειακό φασιστικό κτίριο σε χώρο παιχνιδιού και συνάντησης. Μάρμαρα, καθίσματα, σωλήνες φωτός - όλα ένα πεδίο διάδρασης.
«Οι δημόσιες παρεμβάσεις», εξηγούν, «διακόπτουν τις συνήθειες, δημιουργούν μικρές ρωγμές στην καθημερινότητα». Αυτές οι «ρωγμές» είναι και το νήμα που συνδέει το Μπρούκλιν με τον Πειραιά: είτε σχεδιάζουν πλατείες είτε σπίτια, ο στόχος είναι να διαταράσσουν ό,τι θεωρείται δεδομένο.
Στο έργο τους Poikilos, που παρουσιάστηκε στο Nilufar Depot στο Μιλάνο το 2023, η ρητίνη μεταμορφώνεται ξανά, αυτή τη φορά σε διαφανείς όγκους με ιριδίζουσες αποχρώσεις.
Η τεχνική τους, εμπνευσμένη από τα μυστικά του Ovidiu, βασίζεται σε χειρωνακτική επεξεργασία: το υλικό δεν κόβεται μηχανικά, αλλά γυαλίζεται, τρίβεται, μεταχειρίζεται σαν μάρμαρο ή σίδηρος.
Αυτή η υλικότητα - η επαφή του χεριού με την επιφάνεια - είναι που κάνει και το σπίτι τους στο Μπρούκλιν να μοιάζει φτιαγμένο περισσότερο «με αίσθηση» παρά με υπολογισμό.
Πίσω από τη φουτουριστική του εικόνα, το σπίτι αυτό είναι και μια πράξη νοσταλγίας. Το φως της Νέας Υόρκης, ψυχρό και βιομηχανικό, περνά μέσα από επιφάνειες που θυμίζουν τον ήλιο της Ελλάδας.
Οι δύο αρχιτέκτονες λένε ότι ήθελαν «ένα μέρος που να φέρει τη διαύγεια της Μεσογείου σε μια πόλη από ατσάλι». Και πράγματι, ο συνδυασμός είναι παράδοξος: ένα κτίσμα του 19ου αιώνα που μοιάζει σύγχρονο, ένα εσωτερικό που αλλάζει διάθεση ανάλογα με την ώρα, μια οικία που ενώνει το βαρύ με το αιθέριο. Όπως και το έργο τους γενικότερα, είναι μια συνομιλία ανάμεσα σε εποχές, τόπους και υλικά.
Η επιτυχία τους δεν είναι μόνο αισθητική· είναι και ανθρώπινη. Οι δυο τους απέδειξαν ότι μπορείς να ζεις ανάμεσα σε δύο πόλεις, δύο ρυθμούς, δύο πολιτισμούς, χωρίς να διαλέγεις.
Στο Μπρούκλιν πειραματίζονται με το φως, στον Πειραιά με την ύλη. Στη Νέα Υόρκη το design τους συνομιλεί με την αγορά, στην Ελλάδα με τη μνήμη. Κι ανάμεσά τους, ένα αόρατο νήμα συνδέει Long Island και Πειραιά: μια γλώσσα σχεδίασης που δεν μιλά για πολυτέλεια, αλλά για περιέργεια.
Αν περάσεις από τη γειτονιά τους ένα απόγευμα, μπορεί όντως να νομίσεις ότι είδες κάτι να αιωρείται πάνω από τις στέγες. Όμως το «UFO» του Μπρούκλιν δεν είναι παρά μια ελληνική φαντασία μεταφρασμένη σε αρχιτεκτονική.
Ένα σπίτι που θυμίζει πως το design δεν είναι διακόσμηση, αλλά τρόπος να βλέπεις τον κόσμο αλλιώς - μέσα από τη λάμψη μιας ρητίνης, την καμπύλη μιας στέγης, το φως που περνά από την Αθήνα και καταλήγει, διακριτικά, σε μια γωνιά της Νέας Υόρκης.