Η παρέμβαση του ΣτΕ στην πολιτική κρίση

Από την πολιτική θέση για άμεση κατάργηση ή "ανάκληση" της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου που ήταν εξαρχής η απαίτηση όλων των κομμάτων που αντιτάχθηκαν στην αιφνιδιαστική απόφαση για κατάργηση της ΕΡΤ, περάσαμε από την περασμένη Δευτέρα στις συζητήσεις και αναλύσεις της Προσωρινής Διαταγής του Σ.τ.Ε. και στην ερμηνεία και παρερμηνεία πραγμάτων που για έναν στοιχειωδώς επαρκή νομικό είναι προφανή. Ας κρατήσουμε για λίγο το περιεχόμενο της Προσωρινής Διαταγής και ας επικεντρωθούμε στο γεγονός ότι το Ανώτατο Δικαστήριο έδωσε την εντύπωση ότι επέλεξε να αναμειχθεί στον πολιτικό διάλογο ή και στην αντιπαράθεση, με τρόπο που μάλλον δημιούργησε σύγχυση, για να μην πούμε αποπροσανατολισμό.

Η χρονική στιγμή έκδοσης της προσωρινής διαταγής την Δευτέρα 10-6-2013 διαρκούσης της σύσκεψης των αρχηγών της συγκυβέρνησης αποτελεί από μόνη της ενέργεια άκομψης παρέμβασης σε έναν διεξαγόμενο εκείνη τη στιγμή πολιτικό διάλογο, ο οποίος μέχρι την έκδοση της προσωρινής διαταγής είχε αμιγώς πολιτικά χαρακτηριστικά (τουλάχιστον στη δημόσια εκδοχή του) και όχι νομικά. Το κρίσιμο θέμα της αντιπαράθεσης ήταν η κατάργηση της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου και γι'αυτό το λόγο άλλωστε, κατατέθηκαν την Τετάρτη 12-6-2013 από τα κόμματα προτάσεις νόμου στην Βουλή. Από τη στιγμή της δημοσίευσης της Προσωρινής Διαταγής η συζήτηση επικεντρώθηκε στο νομικό μέρος του θέματος, ως εάν η πράξη νομοθετικού περιεχομένου να ήταν μία συνταγματική διάταξη που δεν θα μπορούσε να καταργηθεί ανά πάσα στιγμή με νεώτερο νόμο, αλλά θα έπρεπε να το κρίνει αυτό το Σ.τ.Ε.!

Πολλοί βέβαια υποστηρίζουν ότι η Προσωρινή Διαταγή έδωσε το πρόσχημα στα κόμματα της συγκυβέρνησης να μετακινηθούν από τις αρχικές θέσεις τους και να στρέψουν τη συζήτηση προς μια κατεύθυνση που θα ευνοούσε μια συμβιβαστική λύση. Στην παρούσα φάση φαίνεται η εκτίμηση αυτή να έχει βάση, με την επιφύλαξη βέβαια της κατάληξης της συνολικής διαδικασίας που είναι ακόμη σε εξέλιξη.

Εδώ να διευκρινίσουμε ότι αντικείμενο της αίτησης για έκδοση Προσωρινής Διαταγής ήταν η αναστολή της εκτέλεσης της υπουργικής απόφασης, η οποία τυπικά ως προς την παύση λειτουργίας της ΕΡΤ ήταν νομότυπη, με την έννοια ότι εκδόθηκε σε εκτέλεση της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου, η οποία επίσης ήταν νομότυπη και παρήγαγε άμεσα έννομα αποτελέσματα. Η αντισυνταγματικότητα της υπουργικής απόφασης είχε να κάνει όχι με την κατάργηση της ΕΡΤ (η οποία ως Οργανισμός καλύπτονταν από τη ρύθμιση της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου), αλλά με το γεγονός της αιφνίδιας διακοπής εκπομπής προγράμματος από όλες τις συχνότητες της ΕΡΤ και από την μη ύπαρξη συνακόλουθα (κατά παγκόσμια πρωτοτυπία) οποιασδήποτε εκπομπής προγράμματος δημόσιας ραδιοτηλεόρασης, που αποτελεί συνταγματική επιταγή. Με δυό λόγια, όσο και αν αυτά φαίνονται ταυτιζόμενα ή αλληλοσυνδεόμενα, τα παραπάνω αποτελούν κατά βάση δύο διαφορετικά πράγματα, για τον εξής απλό λόγο: αν η κυβέρνηση είχε προετοιμάσει σωστά το κλείσιμο της ΕΡΤ και ταυτόχρονα με τη διακοπή εκπομπής προγράμματος με το σήμα ΕΡΤ είχε προετοιμάσει άμεση εκπομπή προγράμματος ακόμη και από άλλη συχνότητα με την ένδειξη ότι πρόκειται για δημόσια ραδιοτηλεόραση (αυτό που προσπαθεί να κάνει τώρα αλλά δεν το καταφέρνει ελλείψει σχεδίου και προετοιμασίας), κατά το Σ.τ.Ε. δεν θα ετίθετο κανένα ζήτημα συνταγματικότητας.

Το αν το κλείσιμο της ΕΡΤ και μάλιστα με αυτό τον πρωτάκουστο τρόπο, η απόλυση χιλιάδων εργαζόμενων, η εξαφάνιση του ιστορικού σήματος κ.λ.π. είναι ζητήματα αποδεκτά ή απαράδεκτα, αυτό αποτελεί πολιτικό θέμα, το οποίο είναι στην πραγματικότητα και η ουσία του ζητήματος και ασφαλώς όχι νομικό. Πολιτικά εξάλλου το έθεσαν εξαρχής και τα κόμματα που διαφώνησαν, απαιτώντας την κατάργηση της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου. Το παράδοξο είναι ότι όλοι όσοι έθεσαν (σωστά) το θέμα πολιτικά, αναλώθηκαν και αναλώνονται στη συνέχεια σχολιάζοντας και αναλύοντας τη νομική του διάσταση, εγκλωβιζόμενοι (;) σε μία λογική που ευνοεί τους σχεδιασμούς όσων κατήργησαν την ΕΡΤ.

Το δυστύχημα είναι ότι το Σ.τ.Ε. συνέβαλε και με το (ασαφές για μη νομικούς) περιεχόμενο της προσωρινής διαταγής και (κυρίως) με τον χρόνο έκδοσής της στον εξοβελισμό του θέματος από την ουσία του, ενώ επίκειται αυτές τις μέρες (όσο το πολιτικό θέμα είναι ακόμη εκκρεμές) και η έκδοση της απόφασής του για την αναστολή εκτέλεσης της υπουργικής απόφασης. Είναι γι'αυτό κατακριτέο από πολλούς και δυστυχώς, με τη στάση του ενεπλάκη εκόν–άκον (;) στην πολιτική συζήτηση, σε ένα κρίσιμο θέμα που η σπουδαιότητά του δεν έχει ακόμη αξιολογηθεί, γιατί απλούστατα οι επιπτώσεις του στις εξελίξεις είναι μπροστά μας, ακόμη και αν ξεπερασθεί προσωρινά η μεγάλη πολιτική κρίση που δημιούργησε.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ Γιώργος Θεοτοκάς

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ