Έκκληση για την επιβολή φόρου στις συναλλαγές μετατροπής νομισμάτων, των οποίων η αξία ανέρχεται σε εκατοντάδες εκατομμύρια δολαρίων ημερησίως, για να βοηθηθούν οι φτωχοί του πλανήτη να αντεπεξέλθουν στις επιπτώσεις της αλλαγής του κλίματος, απηύθυνε το Πρόγραμμα του ΟΗΕ για το Περιβάλλον (UNDP).
«Ένας φόρος στις πράξεις επί συναλλάγματος έχει προσδιοριστεί ως η πιο βιώσιμη πηγή καινοτόμου χρηματοδότησης», τόνισε η Έλεν Κλαρκ του UNDP, κατά την παρουσίαση, στην Κοπεγχάγη, της 21ης Έκθεσης για την Ανθρώπινη Ανάπτυξη, χθες, πρώτη ημέρα των διήμερων εργασιών της G20.
«Υφίσταται ήδη η υποδομή για τη στήριξη ενός τέτοιου φόρου και μία μικρή συλλογή εισφοράς μπορεί να παράξει σημαντικούς αναπτυξιακούς πόρους. Μια μικρή εισφορά 0,005% μπορεί να αποδώσει περίπου 40 δισ. δολάρια το χρόνο», διευκρίνισε.
Στη φετινή έκθεση του UNDP σημειώνεται ότι «ακόμη και μία μονομερής επιβολή φόρου στις πράξεις επί συναλλάγματος, η οποία θα περιορίζεται στο ευρώ, μπορεί να κινητοποιήσει επιπλέον χρηματοδότηση ύψους 4,2 έως 9,3 δισ. δολαρίων το χρόνο».
Η αρχική πρόταση για έναν τέτοιο φόρο προέρχεται από τον Αμερικανό οικονομολόγο και κάτοχο του βραβείου Νόμπελ, Τζέιμς Τόμπιν, τη δεκαετία του '70, για να περιοριστεί η ανεξέλεγκτη κερδοσκοπία στις διεθνείς αγορές συναλλάγματος. Την ιδέα επανέφερε, τη δεκαετία του '90, η οργάνωση-ομπρέλα κατά της παγκοσμιοποίησης, ATTAC, η οποία πρότεινε την επιβολή αυτού του φόρου ως εργαλείο το οποίο θα συντελέσει στη συγκέντρωση κεφαλαίων για την καταπολέμηση της φτώχειας και για τη χρηματοδότηση της ανάπτυξης.
Στο δίπτυχο «βιωσιμότητα» και «δικαιοσύνη» εστιάζει η φετινή έκθεση του UNDP. «Ο ρυθμός προόδου, που είδαμε τα τελευταία σαράντα χρόνια δεν πρόκειται να διατηρηθεί εκτός και αν καταπιαστούμε με αυτά τα ζητήματα βιωσιμότητας και δικαιοσύνης», υπογράμμισε η Έλεν Κλαρκ.
Για να μετρήσει τα σοβαρά ελλείμματα στον τομέα της υγείας, της εκπαίδευσης και του επιπέδου διαβίωσης, το UNDP έλαβε για πρώτη φορά υπόψή του τις «περιβαλλοντικές στερήσεις» στα στοιχεία που συνιστούν τον δείκτη ανθρώπινης ανάπτυξης. Μεταξύ των κύριων πηγών ανησυχίας είναι η πρόσβαση σε πόσιμο νερό, καλές συνθήκες υγιεινής και καύσιμο για το μαγείρεμα φαγητού.
«Τα στοιχεία είναι τρομερά», λέει η εκ των επικεφαλής συγγραφέων της έκθεσης, Τζένι Κλούγκμαν.
Στις αναπτυσσόμενες χώρες, τουλάχιστον έξι στους δέκα υφίστανται μία από αυτές τις «περιβαλλοντικές στερήσεις» και τέσσερις στους δέκα υφίστανται δύο. Επιπλέον, οι μισές από τις περιπτώσεις υποσιτισμού στον πλανήτη οφείλονται σε περιβαλλοντικούς παράγοντες. Ο φετινός δείκτης ανθρώπινης ανάπτυξης, που καλύπτει τα έσοδα, τη υγεία και την εκπαίδευση έδειξε ότι επιτεύχθηκε πρόοδος σε πλανητικό επίπεδο (ο δείκτης ανήλθε, το 2011, στο 0,682, από 0,679, το 2010). Ωστόσο, ο ίδιος δείκτης, «προσαρμοσμένος στις ανισότητες», αποκαλύπτει υποχώρηση 23%, μέσα σε ένα χρόνο, του επιπέδου διαβίωσης. Ο δείκτης σημείωσε τη μεγαλύτερη υποχώρηση στον τομέα της εκπαίδευσης και ακολούθως, στον τομέα των εσόδων και τον τομέα της υγείας», επισήμανε η Τζένι Κλούγκμαν, διευκρινίζοντας ότι σε όλες τις περιοχές του πλανήτη καταγράφηκε υποχώρηση του «προσαρμοσμένου» δείκτη.
(ΑΠΕ-ΜΠΕ)