Στο νησί Χιράντο, στα βορειοδυτικά παράλια του νησιού Kyushu της Ιαπωνίας, ένας σεβαστός σαμουράι πέθαινε από μια εξουθενωτική ασθένεια. Κάλεσε τους συναδέλφους του στο πλευρό του και άρχισε να υπαγορεύει τη διαθήκη του.
Ήταν Μάιος του 1620 και το όνομα του σαμουράι, ήταν Miura Anjin. Η περιουσία του μεγάλη. Είχε ένα μεγάλο εξοχικό σπίτι για να αφήσει στην οικογένειά του, και 500 λίρες (περίπου 66.000 λίρες σήμερα).
Αλλά η οικογένεια του Anjin, η σύζυγός του Oyuki και τα δύο παιδιά τους, έπαιρναν μόνο τη μισή περιουσία του. Ο σαμουράι Anjin είχε μια άλλη οικογένεια την οποία δεν είχε δει για 20 χρόνια. Έζησαν περίπου 6.000 μίλια μακριά και ήταν μέρος της προηγούμενης ζωής του, όταν ο Miura Anjin ήταν ο Γουίλιαμ Ανταμς, ναυτικός από το Λάιμχαους του Ανατολικού Λονδίνου.
Η καταπληκτική ιστορία του «σαμουράι με τα μπλε μάτια», έγινε μυθιστόρημα από τον Τζέιμς Κλάβελ το 1975, το «Σόγκουν», το οποίο έγινε μια εξαιρετικά δημοφιλής τηλεοπτική σειρά τη δεκαετία του 1980, με πρωταγωνιστή τον Ρίτσαρντ Τσάμπερλεϊν ως Τζον Μπλάκθορν, τον χαρακτήρα που βασίζεται στον Ανταμς.
Τώρα, 400 χρόνια από τον θάνατο του Άνταμς, γνωρίζουμε επιτέλους το τελικό κεφάλαιο της επικής ιστορίας του Σαμουράι από το Λάιμχαους. Ο χώρος ανάπαυσης του Ανταμς, ήταν ένα μυστήριο για περισσότερους από τέσσερις αιώνες.
Όταν ο πραγματικός Ανταμς πέθανε, ετάφη στο Χιράντο στην περιοχή Ναγκασάκι, χωρίς να υπάρχουν λεπτομέρειες για την ακριβή τοποθεσία, η οποία χάθηκε στην ιστορία. Ένα πέτρινο μνημείο βρίσκεται εκεί για να μείνει το όνομά του αθάνατο στους αιώνες. Αλλά την περασμένη εβδομάδα, ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Τόκιο, οι οποίοι μελετούσαν ένα δοχείο που βρέθηκε σε έναν λόφο όπου γίνονταν ανασκαφές, χρησιμοποίησαν προηγμένες τεχνικές γενετικής ακολουθίας για να ταυτοποιήσουν τα οστά του Άνταμς - παρόλο που είχε μείνει μόλις το 5% εκατό του σκελετού του.
Τώρα τα οστά έχουν αναγνωριστεί επίσημα όπως αναφέρει η Telegraph. Η ταυτοποίηση έγινε δυνατή με σχολαστικά ιατροδικαστικά τεστ και έρευνα τόσο στην Ιαπωνία όσο και στη Βρετανία.
Τα λείψανα του Ανταμς, που χρονολογούνται από το 1590 έως το 1620, βρέθηκαν κοντά σε μια ταφόπλακα που φέρει το υιοθετημένο ιαπωνικό του όνομα, «Miura Anjin» στο νησί Χιράντο. Ο δρόμος για τον εντοπισμό των λειψάνων του Άνταμς ξεκίνησε όταν ανακαλύφθηκε ένα μικρό ταφικό δοχείο από τους ανασκαφείς στην περιοχή.
Το δοχείο περιείχε οστά που ήταν μέρος ενός τάφου δυτικού τύπου που φημολογούνταν ότι ήταν ο τελευταίος χώρος ανάπαυσης του Ανταμς. Με τη βοήθεια της επιστήμης, επιβεβαιώθηκε ότι τα οστά είναι ενός βορειοευρωπαίου που πέθανε μεταξύ 40 και 59 ετών.
Οι εμπειρογνώμονες του Πανεπιστημίου του Τόκιο επιβεβαίωσαν επίσης ότι ο άντρας πέθανε μεταξύ 1590 και 1620, μια περίοδο που συμπίπτει με τον θάνατο του Άγγλου σαμουράι.
«Τα σκελετικά υπολείμματα … είναι απολύτως συνεπή με τα γνωστά χαρακτηριστικά του ίδιου του Ανταμς, όσον αφορά το φύλο, τη χώρα καταγωγής, την ηλικία στο θάνατο και το έτος θανάτου», δήλωσε ο καθηγητής Ρίτσαρτν Ιρβινγκ, μέλος του William Adams Club, αφιερωμένο στη διατήρηση της μνήμης του σαμουράι, με έδρα το Τόκιο.
Η ιστορία του Άγγλου ναυτικού που έγινε Σαμουράι
Αλλά πώς έγινε αυτός ο Λονδρέζος που ήταν ο πρώτος Άγγλος που πήγε στην Ιαπωνία το 1600 και πώς έγινε ο Σαμουράι Γουίλιαμ, ένας από τους πιο σημαντικούς άντρες στην Ιαπωνία;
Όπως αναφέρεται ο Giles Milton στη βιογραφία του «Samurai William: The Adventurer who Unlocked Japan», η επιθυμία του Άνταμ να εξερευνήσει τον κόσμο υπήρχε από νεαρή ηλικία.
Αν και γεννήθηκε στο Τζίλιγχαμ του Κεντ το 1564, όταν ο Ανταμς ήταν 12 ετών, ήταν μαθητευόμενος ενός ναυπηγού στο Λάιμχαουζ, όπου μαγεύτηκε από τα κατορθώματα των μακρινών ναυτικών που περνούσαν.
Μετά από 14 χρόνια είχε γίνει κι αυτός ένας από αυτούς, καθώς διοικούσε ένα πλοίο εφοδιασμού για τον αγγλικό στόλο εναντίον της Ισπανικής Αρμάδας, αποφεύγοντας τους πειρατές που τρομοκρατούσαν τις ακτές της Βόρειας Αφρικής.
Ο Ανταμς ήταν τολμηρός και φιλόδοξος, οπότε όταν το 1598 άκουσε μια ολλανδική εκστρατεία που κατευθύνεται προς τα φημισμένα νησιά Σπάις των Ανατολικών Ινδιών (στη σημερινή Ινδονησία), άφησε πίσω τη σύζυγό του Μαίρη, την οποία είχε παντρευτεί δέκα χρόνια νωρίτερα, και τη μικρή τους κόρη, και έπλευσε ως επικεφαλής της ναυαρχίδας του στόλου, το πλοίο Λάιφντε (Liefde), ελπίζοντας να επιστρέψει σε λίγα χρόνια ως πλούσιος άνθρωπος.
Όμως το ταξίδι ξεκίνησε από την αρχή με προβλήματα. Ο διοικητής ήταν υπερβολικά γενναιόδωρος με τις μερίδες του φαγητού και σύντομα οι άντρες πέθαναν κατά δεκάδες από την πείνα και την δυσεντερία, αλλά όποτε προσπαθούσαν να δέσουν σε λιμάνι για να αγοράσουν προμήθειες, δέχονταν επίθεση.
Σε ένα άλλο πλοίο του στόλου, στο οποίο επέβαινε ο αδελφός του Άνταμς, Τόμας, είχαν στήσει ενέδρα και το πλήρωμα σφαγιάστηκε. Με τα σχέδιά τους κατεστραμμένα, όσοι βρίσκονταν στο Λάιφντε αποφάσισαν να κατευθυνθούν προς την Ιαπωνία, ελπίζοντας ότι θα αποδειχθεί μια προσοδοφόρα αγορά για το φορτίο τους από μάλλινο ύφασμα.
Όμως, η εύρεση της Ιαπωνίας αποδείχθηκε σχεδόν αδύνατη και μέχρι τον Απρίλιο του 1600, μετά από 20 μήνες στη θάλασσα, μόνο 24 από τα 100 άτομα ήταν ακόμη ζωντανά, και μόνο έξι από αυτούς, συμπεριλαμβανομένου του σκληρού, ανθεκτικού Ανταμς, ήταν αρκετά ισχυροί για να αντέξουν.
Ο θάνατος φαινόταν αναπόφευκτος όταν, με ανακούφιση, ο Ανταμς εντοπίζει γη. Είχαν φτάσει στο ιαπωνικό νησί Kyushu. Είχαν σωθεί. Ή μήπως όχι; Ο Ιεγιάσου (Ieyasu), ο ισχυρός shogun - πολέμαρχος - της πόλης της Οζάκα, σύντομα άκουσε για την άφιξή τους και, περίεργος να μάθει περισσότερα για τις άλλες χώρες, κάλεσε τον Ανταμς.
Οι Πορτογάλοι Ιησουίτες ιερείς είχαν φτάσει στην Ιαπωνία 50 χρόνια νωρίτερα, αποφασισμένοι να διαδώσουν τον Καθολικισμό, και ένας από αυτούς λειτούργησε ως διερμηνέας του Ιεγιάσου. Χωρίς αμφιβολία, ο Ανταμς ήξερε ότι η συνάντηση θα έκρινε αν θα ζούσε ή αν θα πέθαινε. Και οι πιθανότητες δεν ήταν ενθαρρυντικές. Ο Ieyasu ήταν γνωστός για το ότι ήταν ανελέητα αδίστακτος.
Πράγματι, όταν μια συμμαχική φυλή ζήτησε απόδειξη της πίστης του μερικά χρόνια πριν φτάσει ο Ανταμς, ο Ιεγιάσου, εκτέλεσε τη γυναίκα του και απαίτησε από τον γιο του να αυτοκτονήσει.
Ευτυχώς για τον Ανταμς, ο πολέμαρχος εντυπωσιάστηκε από τις ικανότητες πλοήγησής του και γοητεύτηκε από τον αυτοπεποίθηση του Άγγλου και τις πληροφορίες του για το ευρωπαϊκό εμπόριο, την πολιτική και τη θρησκεία.
Ωστόσο, φοβούμενοι την πιθανότητα εκτοπισμού, ο ζηλότυπος Ιησουίτης είπε κρυφά στον Ιεγιάσου, ότι ο Άνταμς και οι ναυτικοί του ήταν πραγματικά πειρατές και ζήτησε να πληρώσουν την ποινή για πειρατεία, η οποία ήταν σταύρωση, ενώ τους τρυπούσαν με λόγχες, σε έναν αργό και βασανιστικό θάνατο. Ο Ιεγιάσουν συμφώνησε και ο Ανταμς ρίχτηκε σε ένα βρώμικο κελί.
Ευτυχώς όμως, ως εκ θαύματος, ο Ιεγιάσου άλλαξε γνώμη. Αναγνωρίζοντας ότι ο Άνταμς μπορεί να είναι χρήσιμος, ο πολέμαρχος του είπε ότι αυτός και οι άντρες του θα μπορούσαν να ελευθερωθούν, αλλά θα πρέπει να παραμείνουν στην Ιαπωνία και να του φτιάξουν ένα πλοίο σαν το Λάιφντε.
Ο Ανταμς δεν είχε κατασκευάσει ποτέ ένα ολόκληρο πλοίο, αλλά με τη ζωή τους να εξαρτάται από αυτό, κατάφερε να κατασκευάσει ένα αντίγραφο του Λάιφντε. Ο Ιεγιάσου, αμέσως τους ανέθεσε ένα άλλο. Έτσι ο Άγγλος έγινε σύντομα ο πιστός σύμβουλος και έμπιστος του Σογκούν, αντικαθιστώντας τους Ιησουίτες.
Ο Σογκούν, ο οποίος είχε πλέον γίνει ο κυβερνήτης όλης της Ιαπωνίας, τον ανταμείβει με έναν μισθό, δώρα από ασήμι και ένα μεγάλο κτήμα με 90 σκλάβους. Ο Ανταμς είχε διανύσει μια μεγάλη διαδρομή που δεν φανταζόταν καν όταν ξεκίνησε από την Αγγλία και το Λάιμχαουζ.
Σύντομα του δόθηκε ο ευγενικός τίτλος «hamamoto», καθιστώντας τον έτσι επίτιμο σαμουράι με το δικαίωμα να μεταφέρει δύο σπαθιά. Μια τέτοια τιμή ήταν εξαιρετικά σπάνια. Παραδοσιακά, θα μπορούσε να γεννηθεί κανείς μόνο στην κυρίαρχη τάξη «σαμουράι», όπου εκπαιδευόταν να γίνει μεγάλος ξιφομάχος από την παιδική ηλικία.
Μένοντας πλέον στην Ιαπωνία, ο Ανταμς άρχισε να μιλά άπταιστα τα ιαπωνικά, και πήρε το όνομα Miura Anjin («πλοηγός της Miura») και υιοθέτησε το έθιμο των Σαμουράι "Bushido", τον τρόπο ζωής του πολεμιστή. Ξαναπαντρεύτηκε και η γυναίκα του, του χάρισε δύο παιδιά, τον Τζόζεφ και τη Σουζάνα.
Στη συνέχεια, το 1613, ένα αγγλικό πλοίο έφτασε στο λιμάνι, που ήθελε να ξεκινήσει συναλλαγές εκ μέρους της Εταιρείας Ανατολικών Ινδιών. Ακούγοντας ότι ένας Άγγλος ήταν ο αγαπημένος του Σογκούν, αναζήτησαν τον Ανταμς να επικαλεστεί τον σκοπό τους. Αλλά όταν τον βρήκαν, σοκαρίστηκαν που τον είδαν να φορά κιμονό και μιλούσε ιαπωνικά σαν να είναι ντόπιος.
Από την πλευρά του, ο Άνταμς φοβόταν από τη συμπεριφορά των άξεστων συμπατριωτών του - ειδικά του καπετάνιου του πλοίου, Τζον Σάρις, ενός άπληστου συλλέκτη πορνογραφίας που γέμιζε την καμπίνα του με ερωτικά γλυπτά.
Παρ 'όλα αυτά, άσκησε πιέσεις στον Σογκούν για λογαριασμό τους και παραχώρησε όπως συμφωνήθηκε τα αγγλικά δικαιώματα εμπορίας. Ο Ιάπωνας μάλιστα, έδωσε ακόμη και την άδεια στον Ανταμς, να επιστρέψει στην Αγγλία με τον Σάρις.
Ο Άνταμς χάρηκε, αλλά στη συνέχεια αντιλήφθηκε ότι η επιστροφή στην πατρίδα του, θα σήμαινε ότι θα έπρεπε να ανταλλάξει τον πλούτο και το καθεστώς του ως σαμουράι για τη ζωή ενός απλού ναυτικού.
Αντ' αυτού, συμφώνησε να παραμείνει στην Ιαπωνία ως μισθωτός πράκτορας της εταιρείας Ανατολικών Ινδιών. Για τα επόμενα χρόνια, ο Ανταμς οδήγησε αρκετές εμπορικές αποστολές στη Νοτιοανατολική Ασία για λογαριασμό της Εταιρείας.
Αλλά παρέμεινε μακριά από τους συναδέλφους του, τους Αγγλους εμπόρους που περνούσαν μεγάλο μέρος του χρόνου τους, πίνοντας, πηγαίνοντας με πόρνες, οι οποίοι υπερηφανεύονταν μεταξύ τους για τις σεξουαλικές τους περιπέτειες με πόρνες και παλλακίδες. Αν και ο Ανταμς είχε ερωμένη και παράνομο παιδί, ήταν μάλλον πιο διακριτικός.
Αλλά όταν ο Ιεγιάσου πέθανε το 1616, ο Ανταμς και οι Άγγλοι έχασαν τον ισχυρό προστάτη τους. Και αμέσως μετά, ο ίδιος ο Άνταμς αρρώστησε πολύ - πιθανώς με ελονοσία - και πέθανε το 1620, σε ηλικία 55 ετών. Έχει αναγνωριστεί ως ένας από τους πιο σημαντικούς ξένους στην Ιαπωνία κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου.
Χωρίς την προστασία ενός «ντόπιου», η εταιρεία Ανατολικών Ινδιών ανακάλεσε αμέσως τους εμπόρους της. Μια κίνηση που αποδείχτηκε πολύ σοφή. Το 1637, ο νέος Σογκούν, επιφυλακτικός με την αποικιακή επιρροή στη χώρα του, απέλασε όλους τους ξένους από την Ιαπωνία και για τους επόμενους δύο αιώνες η Ιαπωνία έγινε «sakoku» - μια κλειστή χώρα.
Όταν οι Άγγλοι επέστρεψαν τελικά στην Ιαπωνία, έμειναν έκπληκτοι όταν ανακάλυψαν ότι ο «Σαμουράι Γουίλιαμ» ήταν ακόμη σεβαστός και τον θυμούνταν. Υπήρχαν μνημεία για αυτόν και οι θαυμαστές του έκαναν ένα ετήσιο προσκύνημα λέγοντας προσευχές για την ψυχή του στο ναό στο Τόκιο, όπου συνήθιζε να πηγαίνει.
Ακόμα και σήμερα, μια συνοικία του Τόκιο ονομάζεται Anjin-cho προς τιμήν του και υπάρχει ένα ετήσιο φεστιβάλ Anjin. Και έτσι ο άνδρας από το Λάιμχαουζ που έπλευσε αναζητώντας πλούτη πέτυχε κάτι άλλο: την αθανασία.