Συνέντευξη: Η συγγραφέας Αθηνά Χατζή μιλάει για το βιβλίο της «η θάλασσα έφυγε» - iefimerida.gr

Συνέντευξη: Η συγγραφέας Αθηνά Χατζή μιλάει για το βιβλίο της «η θάλασσα έφυγε»

NEWSROOM IEFIMERIDA.GR

Η Αθηνά Χατζή μιλάει για το βιβλίο της «Η θάλασσα έφυγε», ένα μυθιστόρημα για μια πόλη, μια χώρα κι ένα ερωτικό τρίγωνο που, όπως όλα τα ερωτικά τρίγωνα, υπήρξε κατ’ ουσίαν πολύγωνο.

«Να ξυπνήσεις ένα πρωί και να νιώθεις σαν να μην υπάρχει κανείς άλλος στον κόσμο, σαν να είσαι ο τελευταίος έρ(η)μος εναπομείνας. Και σαν να μην ξέρεις αν θα υπάρξει ξανά κανείς εκτός από σένα ─ μάλλον όχι. Σαν να είσαι ο τελευταίος επί γης εκπρόσωπος του είδους και όλοι οι άλλοι αδυσώπητα απολεσθέντες. Κι όχι μόνο να το νιώθεις αλλά να το ξέρεις και γι’ αλήθεια».

Κάπως έτσι ξεκινάει «Η θάλασσα έφυγε» το τελευταίο μυθιστόρημα της Αθηνάς Χατζή, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο. Στο προσκήνιο ο ήρωάς της ο Γιάννης, ξημερώματα του Αϊ-Νικόλα στην Αθήνα του 2008. Επικοινωνήσαμε μαζί της και τη ρωτήσαμε για το βιβλίο της, τους ήρωές της, τη συγγραφή, τα βιβλία γενικότερα.

Συνέντευξη: Η συγγραφέας Αθηνά Χατζή μιλάει για το βιβλίο της «η θάλασσα έφυγε» | iefimerida.gr 0

1. «Η θάλασσα έφυγε» είναι το τρίτο μυθιστόρημα που γράφετε. Προηγήθηκαν «Η ελεγεία της σαπουνόφουσκας» το 2005 και το «La sagrada familia» το 2009, που θεματολογικά ήταν κι εντελώς διαφορετικά. Μιλήστε μας λίγο για το νέο σας βιβλίο. Τι ακριβώς (ή περίπου) συμβαίνει στις 240 σελίδες του;
Πέντε ανερμάτιστοι άνθρωποι, δηλαδή απλοί, καθημερινοί Νεοέλληνες, πασχίζουν να επιβιώσουν και να βρουν την αγάπη στην Αθήνα της τετραετίας 2008-2012, εξ ου και χαρακτηρίζω την ιστορία «απλή» στο οπισθόφυλλο. Φόντο η Αθήνα κυρίως με τα τραύματά της, φωτιές, λεηλασίες, επιθέσεις, καταστροφές, αλλά και δύο νησιά, ένα μεγάλο κι ένα ελάχιστο, όπου καταφεύγουν για να γιατρέψουν πληγές και να αναδυθούν ολοκαίνουργιοι στο τέλος οι ήρωές μου.

2. Η έκδοση του βιβλίου πώς προέκυψε; Σας ρωτάω γιατί τα δυο προηγούμενα βιβλία σας εκδόθηκαν από διαφορετικό εκδοτικό οίκο και στη «Θάλασσα» φαίνεται να αλλάζετε εκδότη. Ήταν δύσκολο να βρείτε εκδότη; Μπήκατε στη διαδικασία να στείλετε χειρόγραφο και σε άλλους εκδοτικούς οίκους; Ήταν δική σας επιλογή να πάτε στο Μεταίχμιο;
Καίριο ερώτημα! Η «Ελεγεία» και η «Σαγράδα» εκδόθηκαν από τις Εκδόσεις Ψυχογιός. Στην περίπου δεκαετία της συνεργασίας μας συνέβησαν πολλοί μετασχηματισμοί και σε μένα και στον εκδοτικό μου, αλλά και ευρύτεροι αλίμονο. Συνεπώς συναποφασίσαμε το καλοκαίρι του 2013 τη λύση της συνεργασίας μας. Επικρατεί μία παραφιλολογία περί συγγραφέων και εκδοτικών με φοβερές και τρομερές ιστορίες έντασης και αλληλοσπαραγμού, προσωπικά ωστόσο πιστεύω στην ειρηνική διευθέτηση καταστάσεων και στην ολοκλήρωση κύκλων επαγγελματικών, αλλά και προσωπικών με ωριμότητα και σεβασμό εκατέρωθεν. Το Μεταίχμιο ήταν η επιλογή μου χωρίς πολλή σκέψη και περίσκεψη, λαμβάνοντας υπόψη ασφαλώς διάφορες παραμέτρους, και χαίρομαι που η συνεργασία που ξεκίνησε περίπου πέρυσι τέτοια εποχή, έως τώρα τουλάχιστον με δικαίωσε.

3. Πώς γράψατε την ιστορία; Πώς ξεκινήσατε; Τι ήταν αυτό που σας ώθησε; Μια έμπνευση της στιγμής; Μια κεντρική ιδέα; Πόσο καιρό σας πήρε να ολοκληρώσετε το μυθιστόρημα;
Έναυσμα για την ιστορία ήταν ο χαρακτήρας της Νταίζης: ένα απλό, λαϊκό κορίτσι, βγαλμένο από την καθημερινότητα. Η κεντρική ιδέα και υπόθεση εργασίας μου ήταν «πού πάει η αγάπη όταν όλα κατακρημνίζονται παταγωδώς γύρω μας;», ενώ το ερέθισμα οι δυο-τρεις νύχτες και ημέρες περί την 6η Δεκέμβρη 2008. Ήξερα αμέσως ότι κάτι θα έγραφα σχετικά, ήξερα επίσης ότι θα έπρεπε να περάσει καιρός για να το ξεκινήσω και να αποκτήσει σχήμα μέσα μου και εν συνεχεία στο πληκτρολόγιό μου, όπως και έγινε: ξεκίνησα να γράφω συστηματικά το 2010 και το βιβλίο ολοκληρώθηκε με ελάχιστες έκτοτε τροποποιήσεις ήσσονος σημασίας τον Απρίλιο του 2013.

4. Πολλοί συγγραφείς λένε ότι όταν ξεκινούν να γράψουν, γνωρίζουν την αρχή και το τέλος της ιστορίας, συχνά και τον τίτλο του βιβλίου. Ισχύει κάτι τέτοιο στη δική σας περίπτωση;
Το τέλος το γνωρίζω σχεδόν πάντοτε, αλλά αυτό σχετίζεται με την εμμονή του καθενός, δηλαδή και ως αναγνώστρια συχνά διαβάζω πρώτα το τέλος, ενώ και ως θεατής στο σινεμά, ας πούμε, ενίοτε εκνευρίζω το συνοδό μου ρωτώντας «τι θα γίνει μετά;», καθώς και «πώς τελειώνει;» πριν καλά-καλά ξεκινήσει η προβολή! Η αρχή εξαρτάται από την ιστορία. Στη «Σαγράδα» ήξερα την αρχή, στη «Θάλασσα» επίσης, στην «Ελεγεία» η εναρκτήρια σκηνή προέκυψε τυχαία από μία προσωπική εμπειρία σε διάρκεια επιβίβασης σε αεροπλάνο. Ως προς τον τίτλο του κάθε βιβλίου, επίσης άλλοτε τον γνωρίζω εξαρχής, άλλοτε προκύπτει τυχαία και όμορφα στην πορεία. Η εμπειρία μου πάντως καταδεικνύει ότι τα βιβλία είναι όπως οι άνθρωποι: χρειάζονται χρόνο και χώρο για να αναπτυχθούν και δε μπορείς να εκβιάσεις την εξέλιξή τους.

5. Πείτε μας λίγα λόγια για τους ήρωες του βιβλίου σας. Ο Γιάννης, η Νταίζη, ο Σίμος, η Άννα, ο Τάκης. Ποιοί είναι; Τι κάνουν; Πώς περνούν τις μέρες τους; Οι ήρωές σας ζουν στην Αθήνα, σε μια στιγμή που η πόλη δεν πρόκειται να ξεχάσει ποτέ: Δεκέμβρης 2008, ξημερώματα του Αϊ-Νικόλα.
Ο Γιάννης και η Νταίζη είναι είκοσι και κάτι στην αρχή της ιστορίας. Ο Γιάννης είναι εισοδηματίας, αρκετά βολεμένος τύπος, ανήσυχος εσωτερικά που όμως δεν έχει κίνητρο να εκφράσει οποιαδήποτε πρωτοβουλία. Αναλώνεται σε εφήμερες σχέσεις, είναι άνθρωπος μονόχνωτος και αρέσκεται στην εξερεύνηση του αστικού ορεινού τοπίου της Αττικής. Η Νταίζη είναι υπάλληλος στο γνωστότερο καλλυντικάδικο των Αθηνών, καπάτσα, βαμμένη ξανθιά, φυσικά, νόστιμη αλλά όχι όμορφη, ξύπνια αλλά όχι έξυπνη, ενημερωμένη, αλλά όχι μορφωμένη, επίσης θηρευτής ηδονών πρόσκαιρων. Κοινό χαρακτηριστικό η κατ’ επίφασιν άνεση που συνοδεύεται όμως από έναν βαθύ τρόμο δέσμευσης και συναισθηματικής επένδυσης. Ο Σίμος είναι φοιτητής και αντιεξουσιαστής και κυρίως καλλιτέχνης. Ψάχνει να βρει τρόπο έκφρασης/ εκτόνωσης, συμμετέχει σε επεισόδια, ερωτεύεται τη λάθος κοπέλα, μουντζουρώνει, όπως και τόσοι άλλοι, τοίχους της Αθήνας, και κάποτε παίρνει την κατάσταση στα χέρια του, αποσύρεται σε ένα μυθικό σχεδόν εξωπραγματικό νησί, και η τύχη του χαμογελά, γιατί την καλωσορίζει. Η Άννα και ο Τάκης είναι μεσήλικες, ευκατάστατοι, μορφωμένοι, σύζυγοι, άτεκνοι και ξένοι μεταξύ τους. Ο Τάκης είναι λάτρης του ποδόγυρου και η Άννα θιασώτης εσωτερικών δραματικών μονολόγων. Στο πρώτο μέρος του βιβλίου, οι μέρες τους περνούν νωχελικά και βασανιστικά αδιάφορα, όπως σχεδόν όλων των Ελλήνων στην πρώτη περίπου δεκαετία του νέου αιώνα. Εν συνεχεία, οι διαδικασίες ξεφεύγουν από κάθε έλεγχο και ξεπερνούν κάθε νοσηρή φαντασία, κοινωνικά, πολιτικά, οικονομικά, ηθικά, και παρασύρονται οι ζωές των ηρώων μου, όπως άλλωστε και οι ζωές ημών στην πραγματικότητα σε έναν στρόβιλο ανασφάλειας και φόβου άνευ προηγουμένου. Εκεί αρχίζουν οι μέρες τους να έχουν ενδιαφέρον, εκεί αποφασίζουν ότι, αντί έρμαια, θα γίνουν δρώντες παράγοντες και ρυθμιστές της τύχης τους και εκεί ακριβώς, σε μία Ρημαγμένη Γη – για να θυμηθούμε τον Τ. Σ. Έλιοτ – οι ήρωές μου αναδύονται επιζήσαντες αντί θύματα ενός ακήρυκτου μεν μαινόμενου δε πολέμου, με την αγάπη αναπάντεχα δαφνοστεφή θριαμβεύτρια.

6. Τι είναι αυτό που θυμάστε πιο έντονα από εκείνες τις ημέρες; Ζείτε στα Εξάρχεια, αν δεν κάνω λάθος. Τι θα λέγατε ύστερα από χρόνια σε κάποιον που θα σας ρωτούσε για τον Δεκέμβριο του 2008, στο κέντρο της Αθήνας; Σας ρωτάω γιατί έχω την αίσθηση ότι οι κάτοικοι της περιοχής βίωσαν διαφορετικά τις μέρες που ακολούθησαν τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου. Τι ήταν αυτό που άλλαξε;
Δε ζω στα Εξάρχεια, αλλά την εποχή εκείνη κυκλοφορούσα αρκετά, όπως και πολύς κόσμος στα Εξάρχεια. Θυμάμαι τα πάντα ασφαλώς, πιο τραυματικές όμως ήταν οι μετέπειτα εξελίξεις, ότι δηλαδή εισχώρησαν βιαίως στην κανονική καθημερινότητά μας η βία, η ασχήμια, ο φόβος, τα σπασμένα γυαλιά και μάρμαρα, τα σπασμένα κεφάλια δυστυχώς, η ολοφάνερη και επιδεικτική απαξίωση του έτσι κι αλλιώς παραμελημένου στην Ελλάδα δημοσίου χώρου, η μιζέρια, η απελπισία, η τρομολαγνεία και η δημιουργία τεχνητών εντάσεων. Η αίσθηση σχετικής ασφάλειας του πολίτη μιας δημοκρατικής και ευνομούμενης χώρας της Ευρώπης, αυτό άλλαξε έκτοτε και πολύ φοβάμαι ανεπιστρεπτί. Τη Δευτέρα μετά το φρικτό Σαββατοκύριακο του Δεκέμβρη του 2008 ήμουν στην Πάτρα για μάθημα – δίδασκα τότε Ανθρωπολογία του Χώρου στην Αρχιτεκτονική Σχολή του Πολυτεχνείου Πατρών. Το μάθημα δεν έγινε, καθώς η σχολή τελούσε υπό κατάληψη, αλλά μαζευτήκαμε με αρκετούς ομολογώ φοιτητές που ήθελαν σε ένα μπαράκι του κέντρου της πόλης και συζητήσαμε για το χώρο της βίας, στο πλαίσιο του μαθήματος και προπάντων στο πλαίσιο του τότε παρόντος. Την ώρα που εμείς προσπαθούσαμε να αναλύσουμε και να εξηγήσουμε τα τρομερά που συνέβαιναν φλεγόταν το κέντρο της Πάτρας, με οδοφράγματα, με μολότοφ, με χημικά, με καμένα ΑΤΜ, με πετροπόλεμο, δίπλα μας. Παράλληλα, στην Αθήνα, και ενώ το κέντρο είχε ηρεμήσει σχετικά και παρέμενε κλειστό στην κυκλοφορία, στην Πανεπιστημιούπολη, μια ανάσα από το σπίτι μου, καίγονταν κάδοι και αυτοκίνητα, και οι κάτοικοι ήταν σε επιφυλακή με τα λάστιχα ποτίσματος. Ε, αυτά δεν τα ξεχνάς. Ποτέ. Κι αν με ρωτήσει κάποιος για εκείνο το Δεκέμβρη, δεν ξέρω τι θα πρωτοπώ, θα πω όμως μετά βεβαιότητος και παρρησίας ότι τα συμβάντα του 2008 όποιος τα ονομάζει «Δεκεμβριανά» είναι ανιστόρητος και επικίνδυνος, και Δεκεμβριανά είθε να μην ξαναζήσει ποτέ η Αθήνα και η ανθρωπότης εν γένει.

7. Μέσα στις σελίδες του βιβλίου κάπου, κάπως κρύβεται ο συγγραφέας. Φανερωθείτε, παρακαλώ. Ποια είναι η αγαπημένη σας φράση από το «Η θάλασσα έφυγε»;
«Ο κόσμος θα πάψει να γυρίζει όταν πάψει η αγάπη», δε θα σας αποκαλύψω ποιος τη λέει και που στο βιβλίο, αλλά, ναι, αυτή η φράση είμαι εγώ, είναι η ουσία του βιβλίου και η ουσία της ζωής μου, όπως τουλάχιστον την αντιλαμβάνομαι «εδώ στου δρόμου τα μισά», κατά τον ποιητή και το στατιστικά τεκμηριωμένο μέσο προσδόκιμο επιβίωσης για έναν υγιή άνθρωπο σήμερα. Με θλίβει, αλλά δε με ταράσσει πλέον συθέμελα, η άγρα κενών επιδιώξεων μάρτυρας της οποίας γίνομαι συχνά. Καθένας χαράσσει την πορεία του, καθένας αφήνει τα ίχνη του, ηθελημένα ή τυχαία, σε όλους μας αναλογούν μερικές δεκαετίες στην καλύτερη περίπτωση, είμαστε όλοι απολύτως συνηθισμένοι κι απολύτως μοναδικοί συνάμα, ας αποφασίσει ο καθένας τον άξονα της ύπαρξής του κι ας επωμιστεί το κόστος της απόφασής του στην πράξη.

8. Όλοι οι συγγραφείς αγαπούν τα βιβλία. Και μερικά τα αγαπάνε περισσότερο από άλλα. Ωστόσο υπάρχει κάποιο βιβλίο που ξεχωρίζετε; Θα μας πείτε τι το ξεχωριστό έχει για εσάς;
Η «Αιολική Γη» του Ηλία Βενέζη είναι ένα βιβλίο που ξεχωρίζω, γιατί συνόδευσε ιδανικά τα εφηβικά μου οράματα και μου άνοιξε διάπλατα έναν κόσμο που ως τότε υποψιαζόμουν μόνο και γιατί επιβεβαίωσε αυτό που ήξερα διαισθητικά, ότι η ζωή κινείται με τρόπους μυστικούς (η περίφημη βενεζική «συμφωνία του μυστικού»), αρκεί βεβαίως να μην έχουν απονεκρωθεί οι αισθήσεις σου. Η ανάμνηση αυτής της αίσθησης με συντροφεύει πάντοτε σα μια γλύκα που νοστιμίζει τη ζωή μου.

9. Πώς επιλέγετε τα βιβλία που διαβάζετε; Ακολουθείτε συγκεκριμένους συγγραφείς; Συγκεκριμένο είδος λογοτεχνίας; Μπαίνετε σε ένα βιβλιοπωλείο και αποφασίζετε εκείνη τη στιγμή; Ποιο είναι το επόμενο βιβλίο που θα διαβάσετε;
Ναι, στη λογοτεχνία (γιατί στην επιστημονική μελέτη μου τα κριτήρια είναι άλλα), ακολουθώ ορισμένους και συγγραφείς και ποιητές, και αναμένω με αδημονία το επόμενο έργο τους. Υπάρχουν συγκεκριμένα είδη που δεν απολαμβάνω, όπως, για παράδειγμα, το αστυνομικό/ μυστηρίου κλπ., το ιστορικό μυθιστόρημα, πλην εξαιρέσεων, και το αισθηματικό. Συνήθως γνωρίζω εκ των προτέρων ποιο βιβλίο θέλω αποκτήσω, αλλά, αυτή είναι η μαγεία και η ιδιαίτερη γοητεία του βιβλιοπωλείου: πάντοτε βγαίνω με κάτι που δεν είχα προγραμματίσει να αγοράσω, ενίοτε δε με κάτι που ως τότε δε γνώριζα ότι υπήρχε. Μετράω τις μέρες ως τον Απρίλιο, οπότε και κυκλοφορεί το God Help the Child, το νέο βιβλίο της παλαιόθεν αγαπημένης μου Toni Morrison, αυτό θα είναι το επόμενο βιβλίο που θα διαβάσω.

10. Ποιο είναι το επόμενο βιβλίο που θα γράψετε;
Δε μπορώ να πω πολλά ακόμη, δε μου αρέσει να μιλάω για τα εν εξελίξει βιβλία μου στα πρώτα τους στάδια. Είναι ένα μυθιστόρημα για έναν παράξενο άνθρωπο, ένα πρόσωπο υπεραιωνόβιο που γεννιέται σε ένα νησί της Ελλάδας τη μέρα της απόβασης των ελληνικών στρατευμάτων στη Σμύρνη και διατρέχει τον εικοστό αιώνα φτάνοντας και στον παρόντα. Το βιβλίο δεν εξιστορεί όλο τον αιώνα, αλίμονο, αλλά γίνονται αναγκαστικά αναδρομές. Μαζί είναι μια ιστορία για τη φιλία, μια αταίριαστη φιλία που γιγαντώνεται υπό ιδιαίτερες περιστάσεις. Είμαι στο στάδιο της συλλογής υλικού, εξύφανσης σχέσεων και διαμόρφωσης χαρακτήρων.

Συνέντευξη: Η συγγραφέας Αθηνά Χατζή μιλάει για το βιβλίο της «η θάλασσα έφυγε» | iefimerida.gr 1
Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο 
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ βιβλίο Αθηνά Χατζή η θάλασσα έφυγε
ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ
Tο iefimerida.gr δημοσιεύει άμεσα κάθε σχόλιο. Ωστόσο δεν υιοθετούμε τις απόψεις αυτές καθώς εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Σχόλια με ύβρεις διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ