Η Λιζ Τρας προσπαθεί με νύχια και με δόντια να κρατηθεί στην πρωθυπουργία μετά τη δημοσιονομική κρίση που προκάλεσε ο λεγόμενος «μίνι προϋπολογισμός» της δίνοντας ένα τεράστιο προβάδισμα στους Εργατικούς έναντι των κυβερνώντων Συντηρητικών στη Βρετανία.
Αλλά μετά απ’ αυτή την καταστροφική αρχή και παρά τη συγνώμη της Τρας, αναλυτές αμφιβάλουν κατά πόσον το κόμμα των Τόρηδων θα κρατήσει στην εξουσία για αρκετό διάστημα την Τρας, έστω κι αν αυτό σημαίνει ότι η χώρα θα αλλάξει δύο πρωθυπουργούς σε διάστημα λίγων μηνών.
Το χάος που πυροδότησε η οικονομική πολιτική της Τρας – με αντιδράσεις ακόμα και από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο - όσο κι αν είναι συγκλονιστικό, δεν προκαλεί έκπληξη, αφού από τη στιγμή που πρόβαλε ως πιθανή πρωθυπουργός, αναλυτές ετοιμάζονταν να πουν «σας τα έλεγα». Η Τρας είναι «μια μάζα υπερβολικής αυτοπεποίθησης και φιλοδοξίας σε μέγεθος πλανήτη, που πέφτει πάνω σε μια καρφίτσα ενός πολιτικού εγκεφάλου», έγραψε ο Μάθιου Πάρις, αρθρογράφος των Times και πρώην βοηθός της Μάργκαρετ Θάτσερ, στη διάρκεια της κούρσας διαδοχής του Μπόρις Τζόνσον το καλοκαίρι. «Όλα θα καταρρεύσουν με πάταγο», προέβλεπε.
Το σχέδιο της Τρας που προκάλεσε την οικονομική κρίση στη Βρετανία
Ο υπουργός Οικονομικών της Τρας, Κουάζι Κουαρτένγκ, ανακοίνωσε στις 23 Σεπτεμβρίου σχέδια για μείωση των φόρων κατά 45 δισεκατομμύρια λίρες, με ταυτόχρονη μείωση της γραφειοκρατίας και προώθηση των επενδύσεων για την τόνωση της οικονομικής ανάπτυξης.
Είπε επίσης ότι η κυβέρνηση θα δανειστεί τουλάχιστον 60 δισεκατομμύρια λίρες για να χρηματοδοτήσει ένα σχέδιο περιορισμού των υψηλών τιμών ενέργειας για νοικοκυριά και επιχειρήσεις που έχουν προκαλέσει κρίση κόστους ζωής. Στόχος της κυβέρνησης ήταν να τονώσει την οικονομική ανάπτυξη κατά μέσο όρο 2,5% ετησίως, κάτι που, όπως προέβλεπε, θα αύξανε τα φορολογικά έσοδα και θα πρόσφερε περισσότερα χρήματα για τις δημόσιες υπηρεσίες.
Γιατί η οικονομική στρατηγική της Τρας πυροδότησε την ανησυχία των επενδυτών
Ο Κουαρτένγκ δεν παρείχε καμία ανεξάρτητη ανάλυση για το εάν ο στόχος της κυβέρνησης Τρας ήταν πιθανό να επιτευχθεί ή για τον αντίκτυπό των ακοστολόγητων μέτρων στα δημόσια οικονομικά. Αυτό πυροδότησε εικασίες ότι η κυβέρνηση θα έπρεπε να χρηματοδοτήσει το πακέτο με δανεισμό, ωθώντας το δημόσιο χρέος σε μη βιώσιμα επίπεδα.
Επιπλέον, η απόφαση της κυβέρνησης Τρας να διοχετεύσει δισεκατομμύρια στην οικονομία ήταν πιθανό να τροφοδοτήσει περαιτέρω αυξήσεις τιμών, πράγμα που σήμαινε ότι η Τράπεζα της Αγγλίας ίσως χρειαζόταν να αυξήσει ακόμη περισσότερο τα επιτόκια για να ελέγξει τον πληθωρισμό που τρέχει σε υψηλό σχεδόν 40 ετών.
Πώς αντέδρασαν οι χρηματαγορές
Η λίρα υποχώρησε σε ιστορικό χαμηλό έναντι του δολαρίου στις 26 Σεπτεμβρίου, καθώς οι επενδυτές στοιχημάτιζαν έναντι του βρετανικού νομίσματος.
Οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων εκτινάχθηκαν στα ύψη εν μέσω αυξανόμενης ανησυχίας για τη σταθερότητα των δημόσιων οικονομικών της Βρετανίας, καθιστώντας πιο ακριβό το κόστος δανεισμού της.
Στις 28 Σεπτεμβρίου η Τράπεζα της Αγγλίας ανακοίνωσε στις 28 Σεπτεμβρίου μια σπάνια επείγουσα παρέμβαση για την αγορά δισεκατομμυρίων λιρών μακροπρόθεσμων κρατικών ομολόγων για τη σταθεροποίηση της αγοράς και την προστασία των συνταξιοδοτικών ταμείων. Τα ταμεία αναγκάστηκαν να πουλήσουν ομόλογα για να αποτρέψουν τις ανησυχίες για τη ρευστότητά τους, η οποία απείλησε σοβαρές απώλειες στα συνταξιοδοτικά ταμεία των εργαζομένων.
Η κολοτούμπα της Τρας
Αντιμέτωπη με μια πρωτοφανή αμφισβήτηση από τους Τόρηδες ενόψει του χάους που προκάλεσε με την αποτυχημένη της οικονομική στρατηγική η Τρας δεν είχε άλλο περιθώριο από το να αποπέμψει -δίκην αποδιοπομπαίου τράγου – την Παρασκευή τον υπουργό Οικονομικών Κουαρτένγκ και να τον αντικαταστήσει με τον Τζέρεμι Χαντ, που αν και δεν είναι σύμμαχός της, θεωρείται ικανός τεχνοκράτης.
Το νούμερο δυο της κυβέρνησης, Τζέρεμι Χαντ άλλαξε σχεδόν τα πάντα από τα κοινά πλάνα της ίδιας και του προκατόχου του.
Πρώτο - ίσως το βασικότερο αυτή τη στιγμή για τους Βρετανούς - το πλαφόν στους ενεργειακούς λογαριασμούς. Στις 23 Σεπτεμβρίου, είχε πανηγυρικά ανακοινωθεί ότι οι ενεργειακοί λογαριασμοί θα «παγώσουν» στις 2.500 λίρες για δυο χρόνια. Τώρα αυτό αλλάζει και το πλαφόν θα μείνει μόνο μέχρι τον Απρίλιου του 2023, τον μήνα όπου και ξεκινά η νέα φορολογική χρονιά για το Ηνωμένο Βασίλειο.
Η μείωση του βασικού φόρου εισοδήματος από το 20 στο 19% ακυρώνεται και δεν θα μπει σε εφαρμογή τον Απρίλιο ενώ το μέτρο που θα αυξήσει τον φόρο στις επιχειρήσεις από το 19% στο 25% θα παραμείνει. Υπενθυμίζεται ότι η συγκεκριμένη απόφαση του εταιρικού φόρου (corporation tax) είχε ανακοινωθεί πριν λίγες ημέρες και από τον Κουαρτένγκ και θεωρήθηκε η πρώτη μεγάλη στροφή 180 μοιρών της νεοσύστατης κυβέρνησης.
Το νέο δημοσιονομικό πλάνο είναι γενικότερα μια τεράστια «κολοτούμπα» για την πρωθυπουργό Λιζ Τρας, η οποία στήριξε ολοκληρωτικά την νίκη της ηγεσίας σε ένα πακέτο μείωσης φόρων, που πλέον δεν υπάρχει. Ο τότε βασικός αντίπαλός της στην κούρσα διαδοχής Ρίσι Σούνακ χαρακτήριζε το πλάνο της Τρας «παραμύθι και απερίσκεπτο», με την ίδια να υποστηρίζει ότι είναι «γενναίο και καινοτόμο».
Πόσο θα αντέξει η Τρας;
Η Τρας έδειξε πόσο πρόθυμη είναι να μείνει στην Ντάουνινγκ Στριτ με το ξήλωμα της οικονομικής της ατζέντας, το κεντρικό στοιχείο του πολιτικού της οράματος. Ωστόσο, πολλοί περιμένουν ότι, όπως ένας αρχηγός ποδοσφαιρικής ομάδας, που ξεκίνησε έναν πολύ σημαντικό αγώνα, βάζοντας αυτογκόλ, η Τρας θα απομακρυνθεί από τον αγωνιστικό χώρο.
Σύμφωνα με μέσο όρο δημοσκοπήσεων του Politico το 59% των Βρετανών αποδοκιμάζει την Τρας, ποσοστό που την καθιστά ακόμα πιο αντιδημοφιλή κι από τον προκάτοχό της Μπόρις Τζόνσον στο ναδίρ του. Οι λέξεις που επιλέγουν συχνότερα οι ψηφοφόροι για να την περιγράψουν είναι «ανίκανη», «άχρηστη», «αναξιόπιστη» και «επικίνδυνη». Μετά την συντριπτική νίκη των Τόρηδων στις εκλογές του 2019, οι Εργατικοί απολαμβάνουν τώρα ένα εντυπωσιακό προβάδισμα 26 μονάδων στις δημοσκοπήσεις – μια εκπληκτική ανατροπή σχεδόν εξ ολοκλήρου λόγω των αυτογκόλ των Συντηρητικών.
Μέλη της πανίσχυρης «Επιτροπής 1922» των Τόρηδων, υπεύθυνης για την τήρηση των καταστατικών αρχών του κόμματος, είχαν συζητήσεις για την αντικατάσταση της Τρας την Παρασκευή. Στη συνέχεια, μια ομάδα ανώτερων στελεχών των Συντηρητικών προσκλήθηκε σε ένα «δείπνο μεγάλων» το Σαββατοκύριακο για να συζητήσουν την εγκατάσταση στην Ντάουνινγκ Στριτ ενός από τους πρώην αντιπάλους της Τρας στην κούρσα διαδοχής το καλοκαίρι, είτε του Ρίσι Σουνάκ είτε της Πένι Μορντόντ, ενώ έπεσαν στο τραπέζι και τα ονόματα του υπουργού Άμυνας, Μπεν Γουάλας, αλλά και του νέου ΥΠ ΟΙΚ, Χαντ. Η Τρας «προφανώς δεν πρόκειται να οδηγήσει τους Τόρηδες στις επόμενες εκλογές, επομένως το θέμα είναι πότε, όχι εάν» αποχωρήσει από το αξίωμά της, δήλωσε ο Τιμ Μπέιλ, καθηγητής πολιτικής στο Πανεπιστήμιο Queen Mary του Λονδίνου. «Είναι δύσκολο να καταλάβουμε γιατί το κόμμα θα ήθελε να κολλήσει με μια loser περισσότερο από όσο χρειάζεται».
Προς υποψήφιο κοινής αποδοχής;
Δεδομένου ότι λόγω του καταστατικού των Τόρηδων, που απαγορεύει πρόταση μομφής κατά του αρχηγού πριν την παρέλευση ενός έτους από την εκλογή του, αφθονούν στο Λονδίνο οι φήμες για αυτό που οι Βρετανοί πολιτικοί αποκαλούν «στέψη» - να συμφωνήσουν δηλαδή οι βουλευτές των Τόρηδων σε έναν υποψήφιο κοινής αποδοχής και να αποφύγουν μια νέα εκλογική αναμέτρηση για την ανάδειξη νέου αρχηγού.
Τέτοιο προηγούμενοι υπάρχει από το 2003, που οι βουλευτές των Τόρηδων – στην αντιπολίτευση τότε - ανέτρεψαν τον αντιδημοφιλή ηγέτη Ίαν Ντάνκαν Σμιθ και συνασπίστηκαν γύρω από τον Μάικλ Χάουαρντ για να τον αντικαταστήσουν. Ωστόσο, το μόνο σχέδιο «στέψης», που αναφέρθηκε στον Τύπο είναι ότι το δίδυμο Σούνακ-Μόρνοντ. Αμφότεροι θέλουν να γίνουν πρωθυπουργοί και να υπηρετήσει ο ένας εκ των δύο ως αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, σύμφωνα με τους The Sunday Times. «Μια στέψη είναι εφικτή, αλλά απίθανη δεδομένου του αριθμού των βουλευτών των Τόρηδων που φαίνονται πρόθυμοι να αναλάβουν το κορυφαίο πόστο και επομένως είναι απίθανο να επιτρέψουν σε έναν από τους συναδέλφους τους να την αναλάβει χωρίς αμφισβήτηση», είπε ο Μπέιλ.
Πάντως, παρά την έλλειψη προφανών διαδόχων της Τρας, οι Τόρηδες φημίζονται για την σκληρότητά τους προς τους αντιδημοφιλείς ηγέτες. Όταν η δημοτικότητα του Τζόνσον έπεσε κατακόρυφα στις αρχές του καλοκαιριού, οι αναλυτές παρατήρησαν επίσης την έλλειψη φυσικών διαδόχων του και υποστήριξαν ότι δεν είχε σημασία - επειδή οι Συντηρητικοί βουλευτές θα έβρισκαν προτιμότερους ακόμη και τους πολιτικούς με ελαττώματα από τους χαμένους. «Αυτή τη στιγμή, οποιοσδήποτε θα ήταν καλύτερος από την Τρας, πράγμα που μπορεί να σημαίνει ότι κάποιοι πραγματικά μέτριοι πολιτικοί είναι στο παιχνίδι για να την διαδεχθούν», κατέληξε ο Μπέιλ. «Αλλά αυτή τη στιγμή, ο μέσος όρος θα ήταν επίτευγμα».