Έφτασε, άραγε, η στιγμή για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα;
Το ερώτημα αυτό «αναδύεται» εύκολα στη σκέψη του καθενός μετά και από την ανοιχτή –και με τον πλέον επίσημο τρόπο- πρόσκληση που απηύθυνε ο Έλληνας πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης στον Βρετανό ομόλογο του, Μπόρις Τζόνσον, να αδράξουν την ευκαιρία και να γράψουν ιστορία. Ποια όμως μπορεί να είναι η απάντηση;
«Δεν είμαι σίγουρη ότι έχει αλλάξει κάτι πραγματικά στη στάση των Βρετανών», δηλώνει με περίσσεια ειλικρίνεια στο iefimerida.gr η Αμερικανίδα ακαδημαϊκός, Patricia Vigderman, η οποία παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις έχοντας ενώσει εδώ και χρόνια τη φωνή της με όσους υποστηρίζουν το διαχρονικό αίτημα της χώρας μας.
«Τα Γλυπτά του Παρθενώνα ανήκουν στην Ελλάδα»
«Τα Γλυπτά του Παρθενώνα ανήκουν στην Ελλάδα», δηλώνει απερίφραστα η συγγραφέας του βιβλίου «The Real Life of the Parthenon» (Πραγματική Ζωή του Παρθενώνα) και αναφέρεται στις πρόσφατες εξελίξεις. «Μου φαίνεται ότι οι Βρετανοί συνεχίζουν να υποστηρίζουν ότι τα Γλυπτά αποκτήθηκαν νόμιμα από τον Λόρδο Έλγιν. Το πρόσφατα αποκαλυπτικό έγγραφο που έφερε στο «φως» βρετανική εφημερίδα, σύμφωνα με το οποίο ο νόμος που εμποδίζει την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα θα μπορούσε να αλλάξει, δεν νομίζω ότι επηρεάζει το βασικό επιχείρημα των Βρετανών. Το Βρετανικό Μουσείο συνεχίζει επίσης να διατηρεί τη θέση του ως διεθνώς επωφελές ίδρυμα», λέει η Patricia Vigderman.
Η επιστροφή τους στην Ελλάδα θα άλλαζε την ιστορία
Σύμφωνα με την ίδια, η επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα θα αποτελούσε πραγματικά μια ιστορική στιγμή. «Όσο για το τι θα σήμαινε για τον παγκόσμιο πολιτισμό αν τα Γλυπτά επέστρεφαν στην Ελλάδα, …ουάου, αυτό είναι ένα σημαντικό ερώτημα. Σίγουρα, θα ήταν μια τεράστια συνθηκολόγηση εκ μέρους των Βρετανών και θα άνοιγε τον δρόμο για να τεθούν υπό αμφισβήτηση και άλλα εκθέματα ανά τον κόσμο. Θα άλλαζε επίσης την ιστορία που λέγεται αυτή τη στιγμή στο Μουσείο της Ακρόπολης. Δεν ξέρω αν ο ίδιος ο Οδυσσέας θα μπορούσε να είχε πει καλύτερα την ιστορία, ενσωματώνοντας ταυτόχρονα την ιστορία της απώλειας των Γλυπτών, τη δόξα της κλασικής ελληνικής γλυπτικής και την ευρηματικότητα και την πίστη της σύγχρονης Ελλάδας στο αισθητικό παρελθόν της», σχολιάζει η Αμερικανίδα ακαδημαϊκός τονίζοντας παράλληλα ότι «όλα τα παραπάνω αποτελούν ταυτόχρονα επιχειρήματα για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα που υπερβαίνουν την απώλεια τους».
Οι Βρετανοί δεν πρόκειται να παραιτηθούν από τα Γλυπτά
Η Patricia Vigderman μιλά με θαυμασμό για την Ελλάδα και τη σπουδαία πολιτιστική κληρονομιά της. Θεωρεί δίκαιη τη θέση της χώρας μας, ωστόσο δεν προτρέχει σε εύκολα συμπεράσματα που σκοπό έχουν να εντυπωσιάσουν τους ανίδεους και μη γνωρίζοντες. «Τα Γλυπτά για τη Μεγάλη Βρετανία αποτελούν θέμα υψηλού προφίλ. Δε νομίζω ότι εύκολα μπορεί να επηρεαστεί η «ιδιοκτησία» των Βρετανών πάνω στα υπέροχα αυτά έργα τέχνης».
Η ίδια σχολιάζει ότι στο παρελθόν υπήρξαν πολλές προσπάθειες σύνδεσης της επιστροφής των Γλυπτών με πολιτικούς ελιγμούς. Κατά τη διάρκεια του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου η επιστροφή τους στην Ελλάδα προτάθηκε ως ένας τρόπος να ενθαρρυνθεί η χώρα να αντισταθεί στις καταστροφικές δυνάμεις του Άξονα. Στη δεκαετία του 1950 προτάθηκε ως τρόπος για να σταματήσει η υποστήριξη της τρομοκρατίας στην Κύπρο. Στη δεκαετία του 1970 η επιστροφή των γλυπτών υπήρξε κομμάτι των διαπραγματεύσεων στις προσπάθειες για τερματισμό της στρατιωτικής δικτατορίας στην Ελλάδα. Αυτά είναι στοιχεία που δεν μπορεί να παραβλεφθούν, όπως λέει.
Η Ελλάδα δείχνει τη δύναμη της πολιτιστικής της κληρονομιάς
«Θαυμάζω την έκθεση των Γλυπτών του Παρθενώνα που είναι εγκατεστημένη στο Μουσείο της Ακρόπολης στην Αθήνα. Η Ελλάδα ακόμη και αν αναγνωρίζει την απώλεια, δείχνει τη δύναμη της ελληνικής κληρονομιάς της. Στη μακρόχρονη ιστορία φαίνεται πόσο σημαντική έχει αποδειχτεί αυτή η κληρονομιά που έχει ξεπεράσει τις όμορφες ακτές του Αιγαίου αλλά και την ίδια την έκθεση του Βρετανικού Μουσείου στο Λονδίνο», καταλήγει η κυρία Vigderman.
Στο βιβλίο της που εκδόθηκε το 2018 η ακαδημαϊκός και συγγραφέας αναφέρεται σε ένα παρελθόν που έχει απομακρυνθεί, ενώ τα έργα τέχνης είναι εδώ και για πάντα. Αναρωτιέται ανάμεσα σε άλλα πως είναι δυνατόν να μιλάμε για καλή διατήρηση των γλυπτών στο Βρετανικό μουσείο αφού αποχρωματίστηκαν, «καθαρίστηκαν» από τον αρχικό τους χρωματισμό, που χάθηκε για πάντα. Τα Γλυπτά του Παρθενώνα γράφει «πρέπει να επιστραφούν, δεν πρόκειται να είναι ποτέ ανεξάρτητα κινούμενα αντικείμενα ή να εμφανιστούν σε κάποιο μουσείο βιδωμένα σε ανοξείδωτες βάσεις».