Πόσο απέχουμε από την πραγματική ανάπτυξη; Όσο η μέρα από τη νύχτα.
Το Σουηδικό κράτος ανακοινώνει απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων στον αντίστοιχο ΟΑΕΔ της Σουηδίας. Μείωσαν, λέει, τους δείκτες της ανεργίας σε τέτοιο βαθμό, ώστε δεν χρειάζονται τόσοι υπάλληλοι στον συγκεκριμένο φορέα. Αναρωτιέμαι εάν εδώ θα κάναμε ποτέ το ίδιο. Δεν είναι το πώς παίρνεται μια απόφαση και το πώς εκτελείται. Είναι η νοοτροπία. Σου λέει, μειώσαμε τους δείκτες ανεργίας, πιάσαμε τα επιθυμητά όρια. Μπορούμε και με λιγότερους υπαλλήλους. Εκεί ο συνδικαλισμός δεν σηκώνει λάβαρα για το θεαθήναι, δεν απορρίπτει τις μύγες στο σπαθί του. Καθόμαστε να βρούμε λύσεις. Προτάσεις επί της ουσίας, εφαρμόσιμες. Όχι απεργίες διαρκείας, όχι εκβιασμοί που λειτουργούν κατά της κοινωνικής συνοχής. Όχι πολυήμερα λουκέτα. Σε συνεργασία με τους συνδικαλιστές το σουηδικό Υπουργείο Εργασίας προώθησε μια νέα κυβερνητική μεταρρύθμιση: όσοι απολύθηκαν από τον σουηδικό ΟΑΕΔ είχαν την επιλογή να απορροφηθούν σε πόστα του δημοσίου όπου υπάρχουν ανάγκες. Υπηρεσίες συντάξεων. Επιτροπές χορήγησης επιδομάτων. Και άλλα τέτοια. Εκεί όπου το Δημόσιο λειτουργεί ρολόι, δεν χρειάζονται ριζικές τομές. Η διαχείριση είναι ποιοτική. Σαν μια παρτίδα σκάκι. Κουνάς ένα πιόνι, το πας λίγο πιο δίπλα. Ο μέσος όρος αναμονής στις δημόσιες υπηρεσίες της Στοκχόλμης είναι δώδεκα λεπτά. Στο Λονδίνο είναι είκοσι τέσσερα. Στο Άμστερνταμ είναι μισή ώρα.
Στην Ελλάδα του 2015 μια γυναίκα που θέλει να ανανεώσει το βιβλιάριο υγείας της στο ΙΚΑ πρέπει να πάει από τις τέσσερις το πρωί. Θα δώσει το όνομά της σε κάποιον νυχτοφύλακα ή σε έναν σεκιούριτι της ασφάλειας, γιατί εκείνη την ώρα δεν υπάρχουν φυσικά υπάλληλοι. Το χαρτί θα γράφει όνομα και αριθμό προτεραιότητας. Όσοι προφταίνουν να εγγραφούν στην πρόχειρη λίστα, θα ακούσουν το όνομά τους λίγες ώρες αργότερα. Νούμερο ένα στις οκτώ το πρωί. Νούμερο εξήντα στη μία το μεσημέρι. Νούμερο ογδόντα τέσσερα...γεια σας, δεν προλάβατε, ελάτε πάλι αύριο. Και κάπως έτσι, αυτά τα τρία απλά γράμματα, το γιώτα, το κάπα και το άλφα συμπυκνώνουν το μεγάλο δράμα του νεοέλληνα. Πληρώνεις φόρους. Πληρώνεις ένσημα. Πληρώνεις αντοχές. Και τι παίρνεις; Ατελείωτες ουρές. Μια απερίγραπτη δυσθυμία. Φωνές, κακό, νεύρα. Θέλεις να ανανεώσεις το βιβλιάριο υγείας σου και πηγαίνεις από τις τέσσερις τα ξημερώματα για να βάλεις το όνομά σου πλάι σε έναν αριθμό. Μα τι ρεζιλίκι. Τι ελεεινή προσβολή έναντι των στοιχειωδών δικαιωμάτων ενός ταλαίπωρου πολίτη. Για ποιο ευρώ και για ποια δραχμή να μιλήσεις, όταν τόσες πτυχές της ζωής μας έχουν μείνει στα 1980; Μια ματιά να έριχνε ένας Σουηδός σε υπηρεσίες του ΙΚΑ, του ΟΑΕΔ, της ΔΕΗ, και θα μας πέρναγε για τριτοκοσμικούς. "Θέλουμε ευτυχισμένους δημοσίους υπαλλήλους και κάνουμε τα πάντα για να είναι", δήλωσε τον περασμένο μήνα ο Δανός υπουργός Εσωτερικών, "διότι μόνο έτσι", είχε συμπληρώσει, "θα έχουμε ευτυχισμένες υπηρεσίες και ευτυχισμένοι κοινό". Να τα διαβάζεις κάτι τέτοια και να τρελαίνεσαι, να τους περνάς για γραφικούς (τους κεντροευρωπαίους) αλλά την ίδια στιγμή να αναρωτιέσαι: πόσο πίσω είμαστε εμείς, πόσο αλλού, πόσο λάθος, πόσο έξω...
Η χώρα της λογικής λέει: ο πολίτης στο επίκεντρο. Η χώρα του παραλόγου λέει: υπερφορτωμένο δημόσιο απ' τη μία, ανεπαρκείς υπηρεσίες απ' την άλλη (κολλάει; δεν κολλάει). Το κράτος της λογικής λέει: μέσος όρος αναμονής τριάντα λεπτά. Το κράτος του παραλόγου λέει: λίστες στις τέσσερις τα χαράματα, άνθρωποι να ξεροσταλιάζουν εξάωρα στις ουρές, δυστυχισμένοι υπάλληλοι, δυστυχισμένο κοινό. Έτσι ήμασταν πάντα, έτσι είμαστε, δεν φταίει η νου-δου ή ο Σύριζα ή το ΠΑΣΟΚ. Φταίει το dna μας που ρέπει προς το χάος, την χάβρα, την ανοργανωσιά, την αγένεια, την έλλειψη σεβασμού, την αδιαφορία. Φταίει ο πολιτισμός μας. Ναι, οι Σουηδοί και οι Δανοί δεν γεννήθηκαν για να αλλάξουν τον κόσμο, ούτε έμειναν στην ιστορία για επιτεύγματα που σημείωσαν πριν από χιλιάδες χρόνια. Οι Έλληνες γεννήθηκαν για να αλλάξουν τον κόσμο και, για μια στιγμή, πολύ παλιά, το πέτυχαν. Εκείνο που δεν κατάφεραν ποτέ ήταν να αλλάξουν τον εαυτό τους. Καλό το τσαγανό, καλή η έξω καρδιά, καλό το μεσογειακό ταμπεραμέντο. Αλλά, όπως θα έλεγε και ο Πλάτωνας αν ζούσε σήμερα, καλύτερη από όλα η ευτυχία. Εν ολίγοις, η ελπίδα μπορεί να ήρθε, μπορεί και όχι. Οι δεκάδες πολίτες που θέλουν να ανανεώσουν ένα βιβλιάριο υγείας, εξακολουθούν να ξεροσταλιάζουν από τις τέσσερις το πρωί στις αρένες του άτιμου συμβιβασμού τους. Συνήθισαν. Το κάνουν εδώ και χρόνια.